Πρίν από κανένά χρόνο έπιασε μια ύποπτη κρίση φιλανθρωπίας την κορυφή της λίστας των στυγνών καπιταλιστών. Της λιστας Forbes.O Bill Gates πρώτα και μετά το τσακάλι των χρηματιστηρίων ο βλάχος Μπάφετ ακολουθούμενος από το Μεξικάνο Κόκκαλη δήλωσαν ότι θα κάνουν τα λεφτά τους τρόφιμα και φάρμακα για να βοηθήσουν δήθεν τους φτωχούς του Τρίτου Κόσμου.Στη πράξη 'εμοιαζε με μυστικό που γνώριζε πρώτος ο συμμετέχων δια της γυναίκας του σε "κλειστές λέσχες" Bill Gates και το σφύριξε στους άλλους δύο.Το μυστικό ήταν ότι στό άμεσο μέλλον η σχεδιαζόμενη κρίση θα επεκταθεί σε νομισματική και τα δολλάρια θα γίνουν μαρουλόφυλλα.Γι'αυτό και έτρεξαν οι καρχαρίες σαν τους μαυραγορίτες της κατοχής να μετατρέψουν σε τρόφιμα και φάρμακα προφανώς γιατί αναμένουν μεγάλες υπεραξίες σε αυτά... Τώρα το γιατί σχεδίασαν αυτή τη κρίση είναι απλό για να τα φάνε οι Αμερικάνοι από τους δανειστές τους και να ξεφύγουν από τον οικονομικό έλεγχο τους.
(Αμερικανικό) Χρέος και (Διεθνής) Κρίση.
Υπάρχει ένα γεωπολιτικό θεώρημα που υποστηρίζει πως όταν μια μεγάλη δύναμη συσσωρεύει χρέος, αυτό οδηγεί τελικώς είτε σε μακροχρόνια υψηλό πληθωρισμό είτε σε (παγκόσμιο) Πόλεμο. Για να κατανοήσουμε τον ισχυρισμό αυτό, ας δούμε – εξ αντιδιαστολής - τι συμβαίνει όταν μια μικρή χώρα συσσωρεύει μεγάλο χρέος: Τίποτε το «συγκλονιστικό» δεν συμβαίνει - απλώς υποχρεώνεται να το ξεπληρώσει… Τα πράγματα, όμως, είναι πολύ διαφορετικά όταν η υπερχρέωση αφορά μια μεγάλη δύναμη: Πράγματι, μια μεγάλη χώρα έχει τρόπους να αποφύγει την αποπληρωμή του χρέους της, απαξιώνοντάς το η ίδια: πληθωρίζοντας το νόμισμά της. Το χρέος συμφωνείται και ξεπληρώνεται σε ονομαστικούς όρους. Δηλαδή δανείζεται μια χώρα χίλια δολάρια (εκδίδει ομόλογο ονομαστικής αξίας χιλίων δολαρίων) και συμφωνεί να τα ξεπληρώσει σε δέκα χρόνια, δίνοντας κάθε χρόνο τόκο, ας πούμε, 6%, δηλαδή πληρώνοντας μια «δόση» (κουπόνι) εξήντα δολαρίων.Αν ο πληθωρισμός επιταχυνθεί, τότε μειώνεται η πραγματική αξία της δόσης που θα προσφέρεται τα επόμενα χρόνια και του συνολικού ποσού που θα αποπληρωθεί στο τέλος. Όσο πιο απότομη (και μεγάλη) είναι η επιτάχυνση του εγχώριου πληθωρισμού, τόσο μεγαλύτερη είναι η απαξίωση του συσσωρευμένου χρέους.Ο πληθωρισμός – ή μάλλον η απότομη και απρόσμενη επιτάχυνσή του – αποτελεί ένα είδος «έκτακτου φόρου» που επιβάλλεται από μια χώρα σε βάρος όλων όσων διαθέτουν ομόλογά της. Όμως, στο σημερινό κόσμο μια ισχυρή υπερχρεωμένη χώρα έχει κι άλλη επιλογή, πέρα από τον πληθωρισμό: μπορεί να αναπτύξει τις αγορές περιουσιακών στοιχείων (asset markets), οπότε η νέα ρευστότητα που μπαίνει στο σύστημα δεν κατευθύνεται στην αγορά προϊόντων (δημιουργώντας πληθωρισμό), αλλά στην αγορά περιουσιακών στοιχείων (κινητών και ακινήτων) δημιουργώντας «φούσκες» (ανατιμητική κερδοσκοπία, που οδηγεί σε συνεχή άνοδο μετοχών, ομολόγων και ακινήτων, πέρα από κάθε ρεαλιστική προσδοκία μελλοντικής απόδοσης).Η αυξημένη ρευστότητα εξακολουθεί να είναι απαραίτητη. Αλλά ο πληθωρισμός δεν είναι πλέον αναπόφευκτος. Γιατί όταν σκάσει η «φούσκα» γίνεται μια άδηλη μεταβίβαση πόρων από τους πιστωτές στη οφειλέτρια χώρα.Οι Κινέζοι, στους οποίους χρωστάνε οι Αμερικανοί, έδωσαν δολάρια κι αγόρασαν «τοξικά ομόλογα» από τις ΗΠΑ. Κι έτσι οι Αμερικανοί «ξεπλήρωσαν» με «τοξικά» μηδενικής αξίας μέρος του χρέους τους, χωρίς να δημιουργηθεί πληθωρισμός.Το ίδιο συνέβη, και προς την Ευρώπη, οι τράπεζες της οποίας έσπευσαν επίσης να αγοράσουν αμερικανικά τοξικά ομόλογα. Εξάγοντας τέτοια ομόλογα στον «έξω κόσμο», η αμερικανική οικονομία εξουδετέρωσε σημαντικό μέρος του χρέους της. Τώρα υποχρεώνει τους «ανταγωνιστές» της να αυξήσουν κι αυτοί τη ρευστότητά τους, για να σώσουν το δικό τους τραπεζικό σύστημα από την κατάρρευση, ανακουφίζοντας κι άλλο την υπερχρεωμένη αμερικανική οικονομία. Αυτή η πρόσθετη ρευστότητα που εκδίδεται διεθνώς, «απορροφά» το αμερικανικό χρέος, χωρίς να προκαλεί παγκόσμιο πληθωρισμό. Η φούσκα στις αγορές περιουσιακών στοιχείων είναι «υποκατάστατο» του πληθωρισμού στην εξουδετέρωση του χρέους.
Η ιστορική εμπειρία του Μεσοπολέμου
Και ο Πόλεμος επιτρέπει, θεωρητικά, τον εκμηδενισμό του χρέους προς την «εχθρική» χώρα. Αλλά αυτό είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένη πρακτική που μειώνει την αξιοπιστία της χώρας αυτής. Όταν βλέπουν οι υπόλοιποι πως «μεταχειρίστηκε» τους πιστωτές της η μεγάλη χώρα, δεν θα είναι πρόθυμοι να τη δανείσουν στο μέλλον. Επί πλέον, ο Πόλεμος απαιτεί έκτακτες δαπάνες που μπορούν να οδηγήσουν σε νέο δανεισμό. Συνεπώς, μια μορφή παλαιού χρέους εξαλείφεται, δημιουργώντας τρέχουσες ανάγκες για νέο χρέος. ΓιΆ αυτό και κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο να συμβεί. Εκείνο που έχει συμβεί είναι κάπως διαφορετικό:Ιστορικά, η ηττημένη Γερμανία μετά τον Α΄ Παγκόσμια Πόλεμο αναγκάστηκε να αποδεχθεί την καταβολή υπέρογκων πολεμικών αποζημιώσεων. Μη μπορώντας να τις ξεπληρώσει άρχισε να τυπώνει πληθωρικό χρήμα, το 1921. Ο πληθωρισμός εκτοξεύθηκε σε ιλιγγιώδη επίπεδα και τελικώς το χρήμα εγκαταλείφθηκε ως συναλλακτικό μέσο (οι συναλλαγές πραγματοποιούνταν με «εμπράγματο ενδιάμεσο»: σοκολάτες, τσιγάρα και κονσέρβες). Ενώ η Γερμανία προσπαθούσε να ξεπληρώσει το χρέος της τυπώνοντας χαρτονομίσματα μηδενικής αξίας πλέον.Η Γαλλία, κύριος αποδέκτης των γερμανικών πολεμικών αποζημιώσεων τότε, δεν αποδέχθηκε, βέβαια, το τυπωμένο χαρτί και εισέβαλλε στην από-στρατιωτικοποιημένη γερμανική περιοχή του Ρουρ, κατάσχοντας τον ορυκτό της πλούτο ως «εμπράγματο αντίκρισμα» για τις πολεμικές αποζημιώσεις. Στο τέλος του 1922 τα γαλλικά στρατεύματα αναγκάστηκαν να αποσυρθούν, υπό το βάρος της διεθνούς κατακραυγής, αλλά λίγο αργότερα ο νέος Γερμανός Καγκελάριος Γκούσταβ Στρέσσεμαν αποδέχθηκε να πληρώσει τις πολεμικές αποζημιώσεις, αλλά σε πολύ πιο «λογικά επίπεδα» (κι αφότου εξασφάλισε αμερικανικές χρηματοδοτήσεις για την ανάπτυξη της Γερμανίας). Το σχέδιο εκπλήρωσης των γερμανικών υποχρεώσεων με μείωση των δόσεων πέτυχε όσο κυβερνούσε τη Γερμανία ο Στρέσσεμαν και η διεθνής οικονομία πήγαινε καλά. Όμως το 1929 ο Στρέσσεμαν πέθανε ξαφνικά, την ίδια χρονιά ξέσπασε η Μεγάλη Κρίση στις ΗΠΑ και στέρεψαν οι αμερικανικές χρηματοδοτήσεις προς τη Γερμανία. Μετά το 1931 η Γερμανία βρέθηκε σε πολιτικό χάος και όλη η Ευρώπη βυθίστηκε σε οικονομικό χάος. Η Γερμανία δυσκολευόταν ξανά να ξεπληρώσει τις υποχρεώσεις της. Το 1933 εξελέγη νέος Καγκελάριος στη Γερμανία ο Αδόλφος Χίτλερ, ο οποίος έβγαλε τη χώρα του από την Κοινωνία των Εθνών, κήρυξε στάση πληρωμών, κατήγγειλε τη Συνθήκη των Βερσαλλιών κι άρχισε πυρετωδώς να εξοπλίζει τη Γερμανία. Σε δύο χρόνια κατέλαβε την από-στρατιωτικοποιημένη περιοχή του Ρούρ, δύο χρόνια αργότερα διακήρυξε την Ένωση της Γερμανίας με την Αυστρία, ένα χρόνο αργότερα διαμέλισε την Τσεχοσλοβακία (με την συναίνεση Γαλλίας και Βρετανίας) και ένα χρόνο αργότερα ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Το θεώρημα, ότι «το υπέρογκο χρέος μιας μεγάλης δύναμης οδηγεί είτε σε Πληθωρισμό είτε σε Πόλεμο» έχει τις ρίζες του σε εκείνες τις δραματικές διεθνείς εμπειρίες του Μεσοπολέμου.
Επιστροφή στο εθνικό κράτος
Οι σημερινές συνθήκες, όμως, είναι αρκετά διαφορετικές: -- Βέβαια, και σήμερα η δημιουργία ρευστότητας (αύξησης της νομισματικής κυκλοφορίας) αποδεικνύεται ξανά η πιο δοκιμασμένη συνταγή για τη μείωση του χρέους εκ μέρους μιας μεγάλης δύναμης που νιώθει υπερχρεωμένη - τις ΗΠΑ στην προκειμένη περίπτωση. -- Όμως, αυτή τη φορά η αύξηση της ρευστότητας δεν πυροδοτεί πληθωρισμό, προκαλεί μάλλον διαδοχικές «φούσκες» στις αγορές περιουσιακών στοιχείων: πότε στα Χρηματιστήρια (1997-2000), πότε στην αγορά ακινήτων (2002-2007), πότε στην αγορά ομολόγων (με τα «τοξικά» της περιόδου 2006-2008). Τώρα, πλέον, οι ΗΠΑ αντί να εξάγουν «πληθωρισμό ή Πόλεμο», εξάγουν «τοξικά ομόλογα» στις υπόλοιπες χώρες. Κι αυτές με τη σειρά τους αναγκάζονται να αυξήσουν τη δική τους ρευστότητα για να σώσουν το τραπεζικό τους σύστημα, οπότε μειώνουν το αμερικανικό χρέος, αλλά αποσταθεροποιούνται οι ίδιες. Κι όταν πολλές χώρες ή περιοχές αποσταθεροποιηθούν πολιτικά – σε Ευρώπη και Ασία – αυτό μπορεί να προκαλέσει διεθνή αστάθεια. Και να φέρει, απΆ άλλο δρόμο, πιο κοντά τον Πόλεμο. Το υπερβολικό χρέος των ισχυρών πράγματι οδηγεί σε υπερβολική ρευστότητα. Αυτό εξακολουθεί να ισχύει…Όμως, η υπερβολική ρευστότητα δεν προκαλεί πλέον πληθωρισμό, προκαλεί μάλλον αλλεπάλληλες φούσκες, που οδηγούν σε αποσταθεροποιητικά φαινόμενα παντού, σε περιόδους ανάπτυξης, που τις διαδέχονται απότομες υφέσεις, που για να αντιμετωπιστούν απαιτούν ακόμα μεγαλύτερη ρευστότητα και οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερες φούσκες αργότερα… Η πολύ-επίπεδη αποσταθεροποίηση, λόγω υπερβολικής ρευστότητας, αλλεπάλληλων φαινομένων «φούσκας» και πολλαπλών αναστατώσεων, αναζωπυρώνει την ανασφάλεια διεθνώς και ενισχύει ξανά το ρόλο του εθνικού κράτους, οικονομικά και πολιτικά.Το χρέος των ισχυρών προκαλεί πάντα τον «πειρασμό» της πληθωριστικής αποπληρωμής του, πράγμα που οδηγεί σε νέου τύπου αναστατώσεις και απαιτεί τα εθνικά κράτη να αναλάβουν νέους ρόλους προστασίας των κοινωνιών τους.Στις μεγάλες κρίσεις το κράτος επανέρχεται πάντα ως «σωτήρας». Δυνάστης γίνεται αργότερα…Εκτός κι αν λειτουργήσει, στο μεταξύ, η δημοκρατία, ώστε να αποτραπεί η άνοδος του Ολοκληρωτισμού και η διολίσθηση προς τη συνολική αποσταθεροποίηση και την παγκόσμια σύγκρουση…Το ερώτημα δεν είναι αν θα επανέλθει ισχυρός ο ρόλος του κράτους. Αυτό είναι βέβαιο πλέον. Το σημερινό ερώτημα είναι αν θα λειτουργήσει μέσα στις κοινωνίες η δημοκρατία, ώστε να συγκρατηθεί η αλαζονεία των ισχυρών και η ασυδοσία των κερδοσκόπων, να διοχετευθεί η αυξημένη ρευστότητα σε αναπτυξιακές όχι κερδοσκοπικές δραστηριότητες, να αλλάξει το αναπτυξιακό μοντέλο, να προληφθούν, να συγκρατηθούν ή να εκτονωθούν εγκαίρως οι κρίσεις, να αποκατασταθούν οι διεθνείς ισορροπίες πριν προκληθεί η Μεγάλη Έκρηξη. Το πρόταγμα της παγκοσμιοποίησης, τα τελευταία δεκαοκτώ χρόνια αποδυνάμωσε τα εθνικά κράτη. Με αποτέλεσμα να αναπτυχθούν οι κερδοσκόποι των διεθνών αγορών και οι γραφειοκράτες των υπερεθνικών οργανισμών, μακριά από τον έλεγχο αντιπροσωπευτικών οργάνων και πέρα από κάθε δικαιοδοσία δημοκρατικής νομιμοποίησης. Οι κερδοσκόποι οδήγησαν από τη μία «φούσκα» στην άλλη και οι γραφειοκράτες αποδείχθηκαν παντελώς ανίκανοι να τους αντιμετωπίσουν.Και οι μεν και οι δε, έβγαλαν το «τζίνι» της παγκοσμιοποίησης από το μπουκάλι κι ύστερα ανακάλυψαν ότι δεν μπορούσαν να το ελέγξουν.
Χρέος και δημοκρατικό έλλειμμα
Το χρέος σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης συσσωρεύεται διότι οι παλαιοί ισχυροί (Δύση) αρχίζουν να υστερούν σε παραγωγική δύναμη, ενώ οι ανερχόμενοι ισχυροί (Ασία, πρώην Τρίτος Κόσμος κλπ.) υστερούν ακόμα σε πολιτική και στρατιωτική ισχύ. Έτσι οι πρώτοι δανείζονται από τους δεύτερους και στη συνέχεια προσπαθούν να τους «ρίξουν» δημιουργώντας υπερβάλλουσα ρευστότητα στην παγκόσμια αγορά και πυροδοτώντας συνεχώς κερδοσκοπικές φούσκες. Η Δύση καταναλώνει πυρετωδώς χωρίς να αποταμιεύει, τροφοδοτώντας με ενεργό ζήτηση τις αγορές της Ασίας. Και η Ασία παράγει με χαμηλό κόστος κι αποταμιεύει συνεχώς, χρηματοδοτώντας την καταναλωτική φρενίτιδα της Δύσης. Έτσι η Δύση έχει πλεόνασμα χρέους και η Ανατολή έλλειμμα ευημερίας και δημοκρατίας. Η Δύση πρέπει να αλλάξει το οικονομικό της μοντέλο, να παράγει και να αποταμιεύει περισσότερο. Η Ασία πρέπει να αλλάξει το κοινωνικό της μοντέλο, να καταναλώνει περισσότερο και να αποταμιεύει λιγότερο. Η Δύση χρειάζεται να ξαναβρεί τον αναπτυξιακό δυναμισμό της, η Ασία να εξισορροπήσει την αναπτυξιακή της ικμάδα με κοινωνική δικαιοσύνη και δημοκρατικά δικαιώματα. Οι ΗΠΑ χρειάζονται να ελέγξουν τους κερδοσκόπους τους, η Ευρώπη τους τραπεζίτες και τους ευρω-γραφειοκράτες της, η Ασία την αυταρχική νομενκλατούρα της. Δύση και Ασία χρειάζονται περισσότερο δημοκρατικό έλεγχο (πάνω στην Οικονομία της η Δύση, πάνω στην Πολιτική της η Ασία). Τελικώς η διεθνής κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι πολιτική και θεσμική. Αποκαλύπτει παντού ελλείμματα δημοκρατίας.Δεν είναι ίδια τα ελλείμματα δημοκρατίας σε Δύση και Ανατολή, σε Ευρώπη και Αμερική… Είναι ωστόσο, παντού, ελλείμματα δημοκρατίας. Και ελλείμματα αξιακών προτύπων, χωρίς τα οποία η Δημοκρατία δεν έχει νόημα. Και ελλείμματα ηγεσιών, χωρίς τις οποίες οι δημοκρατίες δεν μπορούν να λειτουργήσουν.Διαφορετικά ελλείμματα, πάντως ελλείμματα δημοκρατίας σε όλες τις περιπτώσεις.
Του Χρύσανθου Λαζαρίδη, αντιπροέδρου του ΔΣ/Δ21
8η Νοεμβρίου 2008
Α-ΣΥΝΕΠΕΙΑ
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπάρχει μια βασική κριτική και αιτία απαξίωσης των ανθρωπίνων πράξεων, που συχνά – πυκνά εκφεύγει της παρατήρησης και της ανάλυσής μας, λόγω ιδεολογιών, καταστάσεων, πληροφόρησης και άλλων πολλών περιστάσεων.
Είναι η ανάλυση περί συνέπειας και α-συνέπειας.
Είναι χρήσιμο όμως για να κρίνουμε τα ανθρώπινα, για να κρίνουμε τον κόσμο μας, να προσπαθήσουμε να εξαχθούμε από όλα αυτά τα στοιχεία και να αχθούμε σε μια σφαίρα κρίσης, όπου θα μπορέσουμε ή θα προσπαθήσουμε να μειώσουμε στο ελάχιστο την δικής ιδεολογία και εν τέλει ανάγκη.
Η συνέπεια και η α-συνέπεια έρχεται πολλές φορές σχεδόν υποσυνείδητα στον εγκέφαλο μας, ως βασική μαθηματική πράξη, σε σημείο τέτοιο που αυθόρμητα και χωρίς πολλή περίσκεψη αναγόμαστε σε συμπεράσματα με αποτελέσματα στο θυμικό μας. Την βασική κριτική αυτή καταπνίγει μία σειρά από σκοπιμότητες.
Όμως η κριτική της α-συνέπειας είναι βασική για να εννοήσουμε τους άλλους, τους δρώντες, ακόμα και για να αυτοελεγχθούμε οι ίδιοι και ποτέ δεν πρέπει να την αποφεύγουμε, γιατί έτσι αποφεύγουμε και αποδιώκουμε ένα μεγάλο κομμάτι της αλήθειας και της πραγματικής ανθρώπινης προόδου.
Στην κριτική της συνέπειας και της α-συνέπειας μπορούμε να εντάξουμε κάθε δράση, πράξη ή λόγο κάθε ανθρώπου και κάθε ομάδας ανθρώπων.
Ο αναρχικός π.χ. που καίει τράπεζες, πολυεθνικές ή μοιράζει εμπορεύματα στον κόσμο είναι απόλυτα συνεπής με κάποιες σχολές της αναρχικής θεωρίας, είναι συνεπής με την ιδεολογία από την οποία διακατέχεται.
Ο αντιεξουσιαστής που ειρηνικά διαδηλώνει, αλλά εξοργίζεται με τις επιθέσεις των ενστόλων και μη της εξουσίας και αντιδρά, ακόμα και επιστρέφοντας την εξουσιαστική βία είναι επίσης συνεπής με τις αρχές του.
Ο πλιατσικολόγος που σπάει καταστήματα για να κλέψει είναι επίσης συνεπής με αυτό το «είναι» του. Η δράση του είναι αναμενόμενη.
Ο δημοσιογράφος που γράφει ή λέει την αλήθεια όπως την βιώνει είναι συνεπής προς το επαγγελματικό καθήκον και τον κοινωνικό ρόλο του λειτουργήματός του.
Ο αστυνομικός που προστατεύει τους πολίτες με τον τρόπο που τάσσει ο νόμος είναι επίσης συνεπής.
Εάν στα παραπάνω παραδείγματα κρατήσουμε τους όρους για τα πρόσωπα και αλλάξουμε τις δράσεις ή τις αντιστρέψουμε, βρισκόμαστε μπροστά στην α-συνέπεια.
Αυτή οφείλει να γνωρίσει την βασική κριτική μας, καθώς είναι και μία από τις πρώτες διεργασίες που γίνονται στο μυαλό του απλού ανθρώπου.
Προτού προχωρήσουμε σε βασικές θεωρητικές κριτικές, κρίσεις και προτάσεις, οφείλουμε να εισέλθουμε στην κριτική της α-συνέπειας, που είναι κριτική της ειλικρίνειας, την αλήθειας, της ψυχικής διάστασης του προσώπου ή της κρινόμενης ομάδας. Εάν πρόσωπο και ομάδα είναι ειλικρινής και αληθώς πράττει τα επιβαλλόμενα από όσα πρεσβεύει, τότε αξίζει να πλησιάσουμε για να συζητήσουμε βαθύτερα, να αναλύσουμε, να προχωρήσουμε σε πνευματική σύζευξη και δράση. Εάν υπάρχει α-συνέπεια, κάθε προσπάθεια θα πέσει στο κενό και ίσως να έχει νόημα, μόνο για να αισθανθούμε σύντομα προδομένοι.
Στο πρόσφατο συμβάν του φόνου, του Αλεξ. Γρηγορόπουλου, εάν αυτό είχε συμβεί από κάποια ομάδα του υποκόσμου, για παράβαση των δικών της νόμων, η είδηση θα περνούσε ως ακόλουθη μιας λογικής συνέπειας συμπεριφοράς. Το πραγματικά εξοργιστικό που στερεί κάθε έννοια διαλόγου και προσέγγισης είναι το γεγονός πως ο φόνος διαπράχθηκε από ένα όργανο που οφείλει να τηρεί ένα συγκεκριμένο νόμο, έναν άλλο νόμο που απαγορεύει τέτοια δράση. Το κορυφαίο όμως αναλυτικό ζήτημα που πρέπει να τεθεί είναι εάν η συμπεριφορά αυτή πρεσβεύει και είναι απότοκο μιας άλλης συνέπειας !!!. Μήπως δηλαδή οι Ελληνες αστυνομικοί εκπαιδεύονται σε μία άλλου περιεχομένου «συνέπεια» από αυτή της τήρησης του νόμου ; Μήπως η συμπεριφορά του δράστη της δολοφονίας, αλλά και άλλων αστυνομικών είναι απότοκο συνέπειας και όχι α-συνέπειας; Μήπως δηλαδή υπάρχει πέραν της θεμελιώδους για τον αστυνομικό συνέπειας της τήρησης του νόμου, κάτι άλλο, κάποια άλλη διαδικασία που δημιουργεί την ανάγκη μιας άλλης συνέπειας, ακόμα και παράνομης.
Οσοι έχουν επαφή με αστυνομικούς γνωρίζουν πως πέρα από την κεφαλαιώδη συνέπεια της τήρησης του νόμου, έχει δημιουργηθεί μία άλλη κατάσταση που εκφεύγει και δρα αντιθετικά της ανωτέρω συνέπειας.
Αυτή είναι και μία βασική αιτία της αρνητικής κριτικής που ασκείται από τους πολίτες προς την αστυνομία και τους αστυνομικούς, εν γένει. Η α-συνέπειά τους ως προς τους ταγούς του νόμου, που την βλέπουν να εκδηλώνεται πολύπλευρα.
Η κατάσταση γίνεται αφόρητη και προκαλεί έντονες ανησυχίες και αντιδράσεις όταν η α-συνέπεια γίνεται εκτεταμένη και η νέα «συνέπεια» έρχεται να γίνει καθεστώς και να αντικαταστήσει την θεσμική (για πολλούς η παράνομη δράση ενός πολύ μεγάλου αριθμού αστυνομικών θεωρείται δεδομένη και για άλλους δικαιολογημένη). Οι τελευταίοι εκ των πολιτών, αυτοί που θεωρούν δικαιολογημένη την δράση των αστυνομικών, είναι συχνότερα οι οπαδοί του δόγματος νόμος- τάξις- ασφάλεια και είναι ευνόητο ότι οι ίδιοι υποπίπτουν σε μία α-συνέπεια, που καταδεικνύει υποκρισία, ψεύδος και ιδιοτελείς σκοπούς.
Ο πολίτης, άσχετα με το ποια θέση παίρνει για την δράση π.χ. των αναρχικών αντιλαμβάνεται τις κεφαλαιώδεις α-συνέπειες και κρίνει αρνητικά την αστυνομία και τα όργανά της.
Μιλάμε όσο θυμάμαι για κριτική στους πολιτικούς, στο πολιτικό σύστημα κλπ. Κάποιοι θέτουν τον κίνδυνο θεσμικής αμφισβήτησης της «δημοκρατίας».
Η κριτική στους πολιτικούς (π.χ. «όλοι ίδιοι είναι») είναι μία κριτική της α-συνέπειας μεταξύ όσων πρεσβεύουν ή θα έπρεπε θεσμικά να πρεσβεύουν και όσων πράττουν.
Η ίδια η κριτική στην «δημοκρατία» άρχεται από το γεγονός ότι επικαλείται αρχές και θεμελιώδεις έννοιες, όπως αυτές της λαϊκής κυριαρχίας, της ισότητας, της ελευθερίας λόγου και σκέψης και πολλές άλλες, τις οποίες, είτε αδυνατεί ως θεσμικό σύνολο να τις πραγματώσει, είτε οι φορείς της εξουσίας της, οι πολιτικοί και τα όργανα του κράτους τις παραβιάζουν καθημερινά και βάναυσα.
Η θεμελιώδης κριτική της α-συνέπειας, που προκαλεί την έλλειψη εμπιστοσύνης, δεν προκαλείται από τους πολίτες, είναι απότοκο της αντίληψης, της γνώσης κάθε Ελληνα, ότι εδώ υφίστανται τεράστιες και θεμελιώδεις α-συνέπειες. Στην κριτική αυτή της α-συνέπειας, ως απλή μαθηματική πράξη, μπορούν να προβούν και προβαίνουν όλοι, από τα μικρά παιδιά μέχρι τους γηραιούς πάσχοντες από τη νόσο Αλτσχάιμερ (στα πρώτα στάδια). Οσοι δε, για δικούς τους λόγους, δεν προχωρούν σε κριτική της α-συνέπειας, είναι γνωστό πως χαρακτηρίζονται και πως καταχεριάζονται ακόμα και από ομο-ιδεάτες τους. Η ίδια η κριτική της ύπαρξης θεσμικού παρακυκλώματος μιας άλλης συνέπειας (π.χ. «όλοι τα παίρνουνε») δίνει το στίγμα και την αιτία της αρνητικής διάθεσης των πολιτών απέναντι στους πολιτικούς και το πολιτικό σύστημα.
Προχωρώντας στην κριτική της α-συνέπειας του πολιτικού συστήματος, που εξηγεί την έκρηξη της νεολαίας κατά το τελευταίο διάστημα, θα αντιληφθούμε πως οι πράξεις των νέων δεν κατευθύνονται από κάποιο μεγάλο αδελφό ή κέντρο αποφάσεων, αλλά από την άδολη κριτική της συνέπειας και της α-συνέπειας του συνόλου του κοινωνικού, πολιτικού και οικονομικού συστήματος. Τα παιδιά, μη επηρεασμένα έντονα από εξαρτήσεις, φοβίες και ατομικά συμφέροντα, είναι πιο εύκολο να προβούν στην κριτική της α-συνέπειας, την οποία και είναι πανεύκολο να αντιληφθούν, να την δουν κατάματα και να την αντιμετωπίσουν. Δυστυχώς δε, για το σύστημα ανωτέρων αξιών της κοινωνίας, οι αντιφάσεις, οι α-συνέπειες, είναι τόσο πρόδηλες, που ξεκινούν από το άμεσο περιβάλλον τους και καταλήγουν στην ίδια την εξουσία και τους θεσμούς της. Οσο άδολη και άμεση είναι η κριτική, τόσο άδολη και άμεση είναι και η αντίδραση όσων παιδιών και νεαρών ξεφεύγουν από το καβούκι των σκοπιμοτήτων και του ψεύδους που φανερώνει η α-συνέπεια. Είναι ξεγυμνωμένο και ξετσίπωτο το σύστημα στα μάτια των παιδιών και των νέων ανθρώπων και τίποτε και κανένας δεν θα μπορούσε να προκαλέσει τις αντιδράσεις που ζούμε, εάν τα πράγματα ήταν διαφορετικά.
Η γενική, βασική και θεμελιώδης αιτία των δράσεων και αντιδράσεων δεν είναι θεόσταλτη εντολή, αλλά άμεσο απότοκο του συστήματος α-συνέπειας, που κυριαρχεί σε κάθε μορφή του βίου και αποκαλύπτει ότι οι θεμελιώδεις αξίες του πολιτεύματος και του κοινωνικο-οικονομικού οικοδομήματος είναι οι ίδιες μια οφθαλμοφανέστατη α-συνέπεια (π.χ. ο σεβασμός της αξίας του ανθρώπου, η αξιοπρέπεια, τα ατομικά δικαιώματα κλπ. δεν μπορούν να ασκηθούν στην πραγματικότητα της φτώχειας, της απαξίωσης της ζωής ή της οικονομικής της «αξίωσης» , της ανισότητας …).
Η ίδια η δική μας κρίση και ανάλυση είναι αυτή που μας κάνει να αντιλαμβανόμαστε τις θεσμικές α-συνέπειες του όλου συστήματος και μας κάνει να αναζητούμε αλλαγές και λύσεις. Η ίδια η ιστορική ανάλυση της προέλευσης του αποκαλούμενου «δημοκρατικού» πολιτεύματος, αποδεικνύει την α-συνέπεια των μεγαλοαστών που έταξαν στους λαούς ελευθερία - ισότητα και αδελφοσύνη (αλληλεγγύη), για να ανατρέψουν τους μονάρχες και τους αριστοκράτες και τελικά διαμόρφωσαν και διαμορφώνουν ένα συστημικό πλαίσιο που δημιουργεί τα αντίθετα. Δεν μπορεί ο νοήμον άνθρωπος να μην αντιληφθεί τις τεράστιες α-συνέπειες μεταξύ των φιλοσοφικών και πολιτικών αξιών και αρχών που υπάρχουν ως όχι μόνο ως tabula rasa, αλλά και ως εγγεγραμμένες αξίες στο συστημικό πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας και είναι κενό γράμμα στην πραγματικότητα που διαμορφώνει το ίδιο το νομικό πλαίσιο, αλλά και το πράττον σύστημα.
Το ίδιο βιώνει ως α-συνέπεια και εν τέλει κοροϊδία της ύπαρξής του, ο απλός άνθρωπος που δεν του δόθηκαν τα πνευματικά εφόδια για να σκεφτεί βαθύτερα και ενδελεχέστερα: «μας μιλάνε και διακηρύττουν την ελευθερία, αλλά στην πραγματικότητα μας την στερούν καθημερινά και με χίλιους δύο τρόπους», «μας μιλάνε για δημοκρατία και ελεύθερη αποφασιστική έκφραση του πολίτη, αλλά αυτό στην πραγματικότητα ισχύει για ελάχιστους», «μας μιλάνε για ισότητα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, αλλά κάποιοι είναι πολύ ισχυροί και κάποιοι πολλοί αδύναμοι». Ενας νομικός ή ένας πολιτικός φιλόσοφος θα μπορούσε να βρεί και να καταδείξει εκατοντάδες α-συνέπειες μέσα στον ίδιο τον θεμελιώδη νόμο ενός αστικού κράτους, μιας αστικής δημοκρατίας, το Σύνταγμά της και χιλιάδες στους λοιπούς νόμους. Κάθε πολίτης όμως, βιώνει την α-συνέπεια και εξεγείρεται για όσα συμβαίνουν ακόμα και ατομικά στην ίδια του την ζωή, καθώς η συστημική α-συνέπεια διαπερνά και χαρακτηρίζει τα πάντα στην ζωή του, στην ζωή μας.
Εμείς, όσοι μπορούμε να σκεφτούμε παραπέρα και με την συνέπεια της ανιδιοτέλειας, οφείλουμε να μην αφήσουμε την αίσθηση της α-συνέπειας να πλανάται και να καταστρέφει απλώς τις ζωές μας, οφείλουμε να εργαστούμε ώστε να προτείνουμε τους τρόπους με τους οποίους θα αρθούν οι α-συνέπειες, τις ανατροπές και τις αλλαγές που θα δημιουργήσουν ένα σύστημα συνεπές προς τις αξίες μας, ένα σύστημα που θα αγκαλιάζει όλη την κοινωνία και θα εκφράζει κάθε θεμελιώδη του αρχή, που θα μετουσιώνει την «δημοκρατία» σε ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, την «ισότητα» σε «ΙΣΟΤΗΤΑ» κ.ο.κ. .
Νοιώθω ότι στο χρέος μας αυτό έχουμε ανταποκριθεί με περίσσεια συνέπεια, το μόνο που μένει είναι ο αγώνας για να καταργηθούν οι α-συνέπειες.