15/11/14

Η Εκτέλεση των Έξι ( με ιστορική ακρίβεια)

Η ακροαματική διαδικασία στην «δίκη των έξι», στο έκτακτο στρατοδικείο που συνεδρίαζε στο κτίριο της Παλαιάς Βουλής , ολοκληρώθηκε λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 14ης, και οι στρατοδίκες αποσύρθηκαν σε διάσκεψη.
Στις 6:40 π.μ. οι στρατοδίκες επανήλθαν στην έδρα και ο Πρόεδρος του Εκτάκτου Στρατοδικείου υποστράτηγος Αλέξανδρος Οθωναίος απήγγειλε την απόφαση. Ο Βαριά άρρωστος Δημήτριος Γούναρης νοσηλευόταν στην κλινική Ασημακοπούλου, στην οδο Ασκληπιού, και μεταφέρθηκε στις φυλακές Αβέρωφ λίγο μετά τις 7 το πρωί από άγημα της Χωροφυλακής με επικεφαλής τον ταγματάρχη Εμμανουήλ Κατσιγιαννάκη.
Ο υπουργός στρατιωτικών Θεόδωρος Πάγκαλος , μετέβη στις φυλακές Αβέρωφ, και έδωσε στους καταδικασθέντες, προθεσμία δύο ωρών «για να συναντηθούν με συγγενείς τους και άλλα πρόσωπα» και στις 10.30 π.μ. έδωσε τη διαταγή να μεταφερθούν στου Γουδή για να εκτελεστούν.
Ο Άγγλος πρεσβευτής Λίντλεϋ, (Sir Francis Oswald Lindley μόλις πληροφορήθηκε την απόφαση ,έσπευσε στο γραφείο του αρχηγού της Επαναστατικής Επιτροπής συνταγματάρχη Νικολάου Πλαστήρα, συνοδευόμενος από τον υπουργό Εξωτερικών Κωνσταντίνο Ρέντη. Περί την 9η πρωινή εισήλθε στο γραφείο του αρχηγού της Επαναστάσεως, που εκείνη τη στιγμή βρισκόταν ο μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη και υποφρούραρχος Αθηνών λοχαγός Λ. Σπαής.

Στις 22 Οκτωβρίου 1922, ο αρχιτέκτονας της μικρασιατικής Καταστροφής, ο φιλελεύθερος πρωθυπουργός της Αγγλίας David Lloyd George, παραιτήθηκε και τον διαδέχθηκε ο συντηρητικός Αντριου Μπόναρ Λο (Andrew Bonar Law), που είχε και κάποιο προσωπικό ενδιαφέρον για τους έξι διότι ένας εξάδελφος του, είχε παντρευτεί την αδελφή του Χατζηανέστη.
Παρουσία των Ρέντη και Σπαή ακολούθησε ο εξής διάλογος.
- Κύριε συνταγματάρχα, σας εφιστώ δια τελευταίαν φοράν όλως ιδιαιτέρως την προσοχήν επί των δυσάρεστων συνεπειών αι οποίοι θα ανέκυπταν από το ενδεχόμενον της εκτελέσεως της θανατικής αποφάσεως. Θα επιβληθούν «αυστηραί κυρώσεις» στην Ελλάδα αν εκτελεστούν οι κατηγορούμενοι.
– Εάν η Αγγλία δέχεται να υποστηρίξη την παραμονήν της Θράκης εις την Ελλάδα, άνευ της οποίας δεν είναι δυνατόν να αποζήση ο καταφυγών εδώ ελληνικής πληθυσμός της Μικρός Ασίας, η Επανάστασις δέχεται να παραδώση τους κατάδικους εις την Αγγλίαν ή να τους παραδώση εις οιοδήποτε άλλο κράτος.
– Δεν έχω καμμίαν τοιαύτην εντολήν της κυβερνήσεως μου.
– Αναλαμβάνω ως αρχηγός της Επαναστάσεως την υποχρέωσιν έναντί σας όπως αναβάλω την εκτέλεσιν δια μίαν ή έστω, και δύο ημέρας έως ότου ζητήσετε την εντολήν από την κυβέρνησίν σας.
– Δεν ημπορώ να προχωρήσω εις μίαν τοιαύτην πρωτοβουλίαν την οποίαν μου αξιώνετε.
- Αφού ενδιαφέρεστε τόσον πολύ δια τους κατάδικους, διατί η κυβέρνησίς σας άφησε την Ελλάδα να καταστραφή εις την Μικράν Ασίαν όταν εκείνοι ήσαν κυβερνήται; Δυστυχώς, και η Ελλάς και οι κατάδικοι, δια τους οποίους εκδηλώνετε τώρα το έντονον ενδιαφέρον σας είναι θύματα της Αγγλίας. Η Ελλάς υπήρξε τίμια Σύμμαχος της Αγγλίας. Την εγκαταλείψατε, αλλά εκείνη συνέχισε μόνη τον αγώνα. Είδε τους πληθυσμούς της να σφαγιάζονται, την ελληνική γη να ακρωτηριάζεται. Μπορεί να ζήσει και μόνη. Και αν καταρρεύσει θα στήσουμε στον Κάβο Μαλέα μιά πινακίδα που θα γράφει, πως εδώ ανθούσε κάποτε ένας πολιτισμός, που κατέστρεψαν οι Δυτικές Δυνάμεις, με πρωταγωνίστρια την Αγγλία. Αυτό να διαβιβάσεις στη Κυβέρνησή σας. Τελειώσαμε κύριε. Δεν έχουμε τίποτα άλλο να πούμε. Πηγαίνετε!
Οι «έξι» αφού τους κατέλειψε η Αγγλία, που ενδιαφερόταν μόνο για την διάσωση του πρίγκιπα Ανδρέα, μεταφέρθηκαν στου Γουδί στις 10 και 40. 

Στον τόπο της εκτελέσεως την απόφαση του στρατοδικείου ανέγνωσε ο επίτροπος Νεόκοσμος Γρηγοριάδης που δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει και συνέχισε ο γραμματέας του στρατοδικειου, δικηγόρος Γιάννης Πεπονής . (Ο πατέρας του Σάκη Πεπονή). Η απόφαση ανέφερε:
 «Εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου Β' το Έκτακτον Στρατοδικείον συσκεφθέν κατα νόμον, κηρύσσει παμψηφεί τους μεν Γεώργιον Χατζανέστην, Δημήτριον Γούναρην, Νικόλαον Στράτον, Πέτρον Πρωτοπαπαδάκην, Γεώργιον Μπαλτατζήν και Νικόλαον Θεοτόκην εις την ποινήν του Θανάτου. Τους δε Μιχαήλ Γούδαν και Ξενοφώντα Στρατηγόν εις την ποινήν των ισοβίων δεσμών. Διατάσσει την στρατιωτικήν καθαίρεσιν των Γεωργίου Χατζανέστη, αρχιστρατήγου, Ξενοφώντος Στρατηγού, υποστρατήγου και Μιχαήλ Γούδα, υποναυάρχου και επιβάλλει αυτούς τα έξοδα και τέλη. Επιδικάζει παμψηφεί χρηματικήν αποζημίωσιν υπέρ του Δημοσίου κατά του Δ. Γούναρη δραχμών 200 χιλιάδων, Ν. Στράτου δραχμών 335 χιλιάδων, Γ. Μπαλτατζή και Ν. Θεοτόκη δραχμών 1 εκατομμυρίου και Μ. Γούδα δραχμών 200 χιλιάδων. Εγκρίθη, απεφασίσθη και εδημοσιεύθη εν Αθήναις τη 15η Νοεμβρίου 1922.» Οι καταδικασθέντες δεν είχαν δικαίωμα έφεσης.
Λίγο μετά τις εκτελέσεις έφθασε στο γραφείο του Πάγκαλου ο πλοίαρχος Ολγουιν Τάλμποτ ο κομιστής, βρετανικού τελεσίγραφου , που ζητούσε την απελευθέρωση του Πρίγκιπα Ανδρέα ο οποίος ήταν παντρεμένος με την Αγγλίδα πριγκίπισσα Αλίκη με αντάλλαγμα έκτακτη οικονομική βοήθεια για την περίθαλψη των προσφύγων.
Ο πλοίαρχος είχε καταπλεύσει στον Πειραιά με το αντιτορπιλικό «Καλυψώ»και ζητούσε από την ελληνική πλευρά την πλήρη συμμόρφωση στις υποδείξεις του, διότι σε περίπτωση εκτέλεσης των κατηγορουμένων η «Βρετανία θα άφηνε ανυπεράσπιστη την Ελλάδα στις διαπραγματεύσεις της Λωζάνης .
Μετά τις εκτελέσεις η Βρετανία ανακάλεσε τον πρεσβευτή της, αλλά δεν προέβη στη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων.
Πέντε ημέρες μετά την εκτέλεση των έξι, το στρατοδικείο έκρινε παμψηφεί ένοχο εσχάτης προδοσίας τον πρίγκιπα Ανδρέα , αλλά παρά το γεγονός ότι ή κατηγορία εναντίον του αποδείχτηκε πλήρως, το στρατοδικείο, μετά από προσωπική παρέμβαση του Πάγκαλου, του αναγνώρισε το ελαφρυντικό «της τελείας απειρίας περί την διοίκησιν ανωτέρων μονάδων» και τον καταδίκασε στις 20 Νοεμβρίου /3 Δεκεμβρίου στην ποινή της ισόβιας υπερορίας και της διαγραφής από το μητρώο των αξιωματικών.
Μια μέρα μετά, ο πρίγκιπας, συνοδευόμενος από τον πλοίαρχο Τάλμποτ, και τον Sir Francis Oswald Lindley ,αναχώρησε από το Φάληρο με το «Καλυψώ». Σταμάτησαν στην Κέρκυρα για να παραλάβουν την οικογένειά του και μετά κατευθύνθηκε στην Ιταλία και από εκεί στο Μόντε Κάρλο, όπου απολάμβανε και της προστασίας των Άγγλων, όπως ακριβώς και ο άλλοτε Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης Αριστείδης Στεργιάδης, ο οποίος είχε καταφύγει στην Γαλλία.
Το έκτακτο στρατοδικείο πλην του Οθωναίου συγκροτούσαν: Ο υποναύαρχος Κωνσταντίνος Βούλγαρης ως αντιπρόεδρος και μέλη ήσαν οι συνταγματάρχες Δημοσθένης Φλωριάς, Θεόδωρος Χαβίνης, Ανδρέας Παναγιωτόπουλος, ο πλοίαρχος Ιωάννης Γιαννηκώστας, ο αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Μαμούρης, ο στρατιωτικός δικαστικός σύμβουλος β΄τάξεως Κωνσταντίνος Τσερούλης, ο αντιπλοίαρχος Κωνσταντίνος Φραγκόπουλος, οι ταγματάρχες Ν. Βαμβακόπουλος και Χ. Γραβάνης και ο λοχαγός Ανδρέας Κατσαράκης. Αναπληρωματικά μέλη ήσαν οι Μιχαήλ Ζωγράφος, Λεωνίδας Κανάρης, Γεώργιος Σκανδάλης, Βασίλης Τζιότζιος, Αθανάσιος Ζάγκας, Θεόδωρος Βουτσαράς, Πλούτ. Χαλόφτης και Βύρων Καραπαναγιώτης. Επίτροποι του στρατοδικείου διορίστηκαν ο αρεοπαγίτης Κωνσταντίνος Γεωργιάδης, οι συνταγματάρχες Νικόλαος Ζουρίδης και Νεόκοσμος Γρηγοριάδης. Συνήγοροι υπεράσπισης ήταν οι Αναστάσιος Παπαληγούρας για τους Πρωτοπαπαδάκη και Μπαλτατζή, Κωνσταντίνος Τσουκαλάς για τους Γούναρη, Στράτο και Χατζανέστη, Σ. Σωτηριάδης για τον Γούδα, Οικονομίδης για τον Στρατηγό, Αριστοτέλης Ρωμανός για τον Θεοτόκη, Δουκάκης για τον Χατζανέστη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου