Βλέπω τους Στρατοδίκες να καίνε σαν κεριά, στο μεγάλο τραπέζι της Αναστάσεως.
Αλλά πριν, ιδού θα στενάξουν οι νέοι
και το αίμα τους αναίτια θα γεράσει.
Κουρεμένοι κατάδικοι θα χτυπήσουν την καραβάνα τους πάνω στα κάγκελα.
Kαι θα αδειάσουν όλα τα εργοστάσια, και μετά πάλι με την επίταξη θα γεμίσουν,
για να βγάλουνε όνειρα συντηρημένα σε κουτιά μυριάδες, και χιλιάδων λογιών εμφιαλωμένη φύση.
Και θα 'ρθουνε χρόνια χλωμά και αδύναμα μέσα στη γάζα.
Και θα 'χει καθένας τα λίγα γραμμάρια της ευτυχίας.
Και θα 'ναι τα πράγματα μέσα του κιόλας ωραία ερείπια.
Τι εννοεί ο ποιητής;
ΑπάντησηΔιαγραφή