ΑΓΝΟΕΊΤΑΙ ΑΠΌ ΤΙΣ 16/8/1974, ΜΈΣΑ ΣΤΗΝ ΕΛΔΎΚ.
Γράφει ο Βαλκανίδης Δήμος εκ Κουφαλίων
Η ΕΛΔΥΚ, ορίστηκε αλλά και ορκίστηκε, να φυλάξει τις δικές της σύγχρονες αλλά σίγουρα προδομένες Θερμοπύλες του νεότερου Ελληνισμού.
Το 1/3 της Ηρωικής δυνάμεως της νεκροί. Περισσότεροι από 105 στρατιώτες, βρίσκονται ομαδικώς κοιμώμενοι στα Στρατιωτικά Κοιμητήρια της Λακατάμιας πέριξ της Λευκωσίας, και όμως κανένας βολεμένος συμφεροντολόγος συμβιβασμένος, ψευτοδημοκράτης τοις πάσι, είτε εκ Κύπρου ορμώμενος, είτε εκ Μητροπολιτικής Ελλάδας δεν θα πάει να τους ανάψει το καντήλι της εσαεί ευγνωμοσύνης, ώστε να τους Τιμήσει εν τάχει, καθώς τους αποκαλούνε περιφρονητικά, και υποτιμητικά, (τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια σίγουρα), ως χουντικούς Εοκαβιτατζήδες .
Μπορούμε να συγκρίνουμε τους νεκρούς και τραυματίες της Ηρωικής ΕΛΔΎΚ, του καλοκαιριού του 1974. με τους πασίγνωστους, άκρως πλουσιοπάροχα και προκλητικά προβεβλημένους, επιφανείς , «ήρωες» του συμβιβασμένου πολυτεχνείου;
Μέσα στο στρατόπεδο της, ΕΛΔΥΚ από τις 14 του Αυγούστου του 1974, έως τις 16, διεξήχθη στην κυριολεξία ένα μακελειό.
Ανθρωποσφαγή άνισης μάχης, που όμοια της έχει να δει πολλά χρόνια η ανθρωπότητα. Να φανταστείτε πως στον Βρετανικό στρατό, διδάσκεται πώς να αντιμετωπίζουνε οι λίγοι τους πολλούς, με θάρρος και τόλμη, με βάση την Μάχη του Στρατοπέδου της Ηρωικής Μπαρουτοκαπνισμένης ΕΛΔΥΚ.
Εν γένει η πιο άνιση μάχη της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας, ενώ εμείς εδώ πέρα απεναντίας, περί άλλων τυρβάζουμε, ως είθισται, σφυρίζοντας εντελώς αδιάφορα δια την προφανή μας άγνοια.
Η ΕΛΔΥΚ έδρευε λίγο έξω από την Πρωτεύουσα του νησιού ,την Λευκωσία, κάπου στα 3 χιλιόμετρα, στην περιοχή του Αγίου Δομετίου-Γερόλακου, παρακείμενα από το Διεθνές αεροδρόμιο.
Ως εκ τούτου, αυτό το κομβικό , νευραλγικό κομμάτι της Λευκωσίας , το υπερασπίστηκε επαξίως Α ΜΚ, Μοίρα Καταδρομών, από την Κρήτη μαζί με την Γ ΜΑΚ, που αποβιβάστηκαν , στις 21 προς 22 Ιουλίου του 1974.
Επιπροσθέτως, για την ιστορία τώρα , η ΕΛΔΥΚ, δυνάμεως των 950 ανδρών, πρωτοπάτησε το πόδι της, και εγκαταστάθηκε στην Κύπρο στις 16 Αυγούστου του 1960. Η ειρωνεία της τύχης, ήταν ότι μετά από 14 συναπτά έτη, στις 16 Αυγούστου του 1974, ξεριζώθηκε εκ βάθρων.
Το στρατόπεδο της ηρωικής μπαρουτοκαπνισμένης ΕΛΔΥΚ, υπερκεράστηκε, από πολύ υπέρτερες και πλήρως εξοπλισμένες Τουρκικές και Αγγλικές δυνάμεις, που της επιτίθονταν ανηλεώς, ενώ η αγνωμονούσα ,ως είθισται ,μητέρα Ελλάδα, του Κωνσταντίνου Καραμανλή του Κωφού , κώφευε προκλητικά, στις αναρίθμητες εκλύσεις για βοήθεια .
Τους εγκατέλειψαν ολομόναχους, στην τριήμερη επική τους μάχη, από τις 14 Αυγούστου του 1974, μέχρι τις 16 το μεσημέρι, όταν και το στρατόπεδο έπεφτε μετά από εντελώς άνιση μάχη στα χέρια των Τούρκων εισβολέων κατακτητών. Τους άφησαν στην μοίρα τους εξολοκλήρου, άοπλους στην κυριολεξία, απέναντι, στην πλήρως, εξοπλισμένη δύναμη της Τουρκίας, που είχε αεροπορική κάλυψη , άρματα, Μ-113, ενώ ξέσκιζαν το στρατόπεδο, το Πυροβολικό τους, αλλά και τα βαριά όπλα τους, οι όλμοι και τα ΠΑΟ, μαζί με την φωτιά , των απαγορευμένων Βομβών Ναπάλμ που τους παρέδωσαν οι Αμερικανοί σύμμαχοι τους, του ΝΆΤΟ από τον πόλεμο του Βιετνάμ,.
Ένας Ελδυκάριος προς 22 πάνοπλους Τούρκους εισβολείς.
Αυτά τα 20χρονα στρατευμένα παιδιά, της μητέρας Ελλάδας, που δεν δείλιασαν, δεν λιποψύχησαν, δεν κιότεψαν στην απλή καθομιλουμένη, τα οποία έβγαλαν το φίδι από την τρύπα , Εθνικώς κινούμενα, κοιτάζοντας τον προαιώνιο εχθρό του γένους μας κατάματα.
Ενώ οι σφαίρες που τους στέρησαν ότι πολυτιμότερο αγαθό έχει ο εκάστοτε άνθρωπος, την ίδια του την ζωή, τα νιάτα τους, ήτανε το εφαλτήριο για την αιωνιότητα. Τους χτύπησαν κατευθείαν στο στήθος, και όχι στην πλάτη, δηλαδή, να τρέξουνε για να φύγουνε, στο να κρυφτούνε, όπως ακριβώς εναργέστατα συμπεριφέρθηκαν, με αγαστή ενδοτικότητα, με τους βολεμένους πολιτικάντηδες, της καθεστωτικής τάξεως, ή αλλιώς ελλαδίτικη και τοπική Κυπριακή «ελίτ».
.Καλυπτόμενοι μέσα στα μπαρουτοκαπνισμένα ορύγματα τους, κρατώντας σφιχτά στα χέρια τους, στον καύσωνα των 45 βαθμών Κελσίου, τον ατομικό τους οπλισμό του Μ1, υπερασπιζόντουσαν την μητέρα πατρίδα Ελλάδα, από τις βάρβαρες και ύπουλες επιβουλές του Τούρκου εισβολέα κατακτητή, καρτερικά υπομένοντας, στο προσκλητήριο του καθήκοντος ως εν δυνάμει μελλοθάνατοι.
Για επίλογο τώρα, στην φωτογραφία επάνω στην επικεφαλίδα, διακρίνετε, τον εντελώς άγνωστο Ήρωα της ΕΛΔΎΚ, από τους αναρίθμητους που διαθέτει αυτός ο τόπος, τον Αγνοούμενο-Αγνοηθέντα Στρατιώτη Βασίλη Σμυρλή, με καταγωγή από το Ναύπλιο.
Τον συνέλαβαν οι Τούρκοι εισβολείς , περίπου στις 4 η ώρα το μεσημέρι, στις 16/8/1974, μέσα στο στρατόπεδο της ΕΛΔΎΚ, την ώρα που απομακρύνονταν από τα βομβαρδισμένα μπαρουτοκαπνισμένα όρυγμα τους, μαζί με τον επίσης Ήρωα, τον Βασίλη τον Βάσιο, με γενέτειρα από τον Άγιο Νικόλαο της Χαλκιδικής.
Κατευθυνόμενοι και οι δύο κακήν κακώς, λόγω κακού προσανατολισμού, και μη έχοντας και άλλη επιλογή σωτήριας διαφυγής, προς το 11 τακτικό συγκρότημα, δηλαδή ένα μικρό στρατόπεδο, στα βόρεια του στρατοπέδου της ΕΛΔΎΚ, θεωρώντας πως εκεί πέρα θα έβρισκαν ένα προσωρινό σωτήριο καταφύγιο.
Αυτά τα 20χρονά παιδιά, στρατιώτες της Ηρωικής ΕΛΔΎΚ, ήσαν οι τελευταίοι υπερασπιστές του στρατοπέδου.
Ο Βασίλης ο Σμυρλής, ο Βασίλης ο Βάσιος, ο Στέφανος ο Κουτρούλης από τον Μαρμαρά της Χαλκιδικής αλλά και ο Θεόδωρος ο Ξένος. Έρποντας, εγκατέλειψαν τα ορύγματα τους, εντελώς νηστικοί και άυπνοι, εξουθενωμένοι και κυρίως προδομένοι, μη έχοντας και άλλη επιλογή.
Αλλωστε όλα είχανε καταρρεύσει πέριξ τους.
Εν ολίγοις, η διαταγή της απαγκιστρώσεως, την οποία έδωσε θέλοντας και μη, ο Υποδιοικητής του στρατοπέδου της Ηρωικής ΕΛΔΎΚ, και τελευταίος στρατοπεδάρχης της, ο Ήρωας Αντισυνταγματάρχης Παναγιώτης Σταυρουλόπουλος, δεν έφτασε ποτέ στα έμπροσθεν ορύγματα, και αυτό διότι, οι αγγελιοφόροι που ξεκίνησαν με ρίσκο της ζωής, τους να μεταφέρουνε τη διαταγή της εγκατάλειψης του στρατοπέδου σκοτώθηκαν.
Μόλις ξεκίνησαν να βγουν από το όρυγμα, οι τέσσερεις Ήρωες στρατιώτες, υπέθεσαν πως θα έβρισκαν κάποια σωτηρία, ως καταφύγιο, εάν κατευθύνονταν προς το στρατόπεδο του 11 τακτικού συγκροτήματος, σε μία απόσταση περίπου των 500μ. μη γνωρίζοντας, πως το είχανε καταλάβει οι Τούρκοι από τις 23 του Ιούλη.
Επικεφαλής ο Λοχίας, ο Βασίλης ο Βάσιος του 4 Λόχου, προπορευόταν κατευθυνόμενος προς εκείνη την κατεύθυνση, νομίζοντας και ευελπιστώντας πως θα έβρισκαν εκεί την πολυπόθητη σωτηρία .Τον ακολουθούνε κατά πόδας, οι υπόλοιποι τρεις συστρατιώτες του.
Σε απόσταση αναπνοής μόνο ο Βασίλης ο Σμυρλής.Τότε για κακή τους τύχη, έπεσε ένας όλμος , στα 100 μέτρα πιο πίσω .
Εκεί χάθηκαν, οι δύο τελευταίοι στρατιώτες, ο Στέφανος ο Κουτρούλης εκ Μαρμαρά Χαλκιδικής και ο Θεόδωρος ο Ξένος..
Μη έχοντας και άλλη επιλογή, , ο Βασίλης ο Βάσιος και ο Βασίλης ο Σμυρλής συνέχισαν την ανηφορική πορεία τους. Μόλις έφτασαν κοντά στο 11 τακτικό συγκρότημα, δέχθηκαν και από εκεί καταιγιστικά πυρά.
Κουνούσανε τα χέρια τους αδιάκοπα βρίζοντας, για την υποτιθέμενη δήθεν ασυνεννοησία, ώστε να πάψουνε να τους χτυπούνε, αλλά τίποτα.
Μη γνωρίζοντας το τι τους περιμένει, προχώρησαν προς τα εμπρός, και διαπίστωσαν μόλις πλησίασαν εγγύτερα, πως τα κράνη που φορούσανε είχανε την Τουρκική σημαία. Πάγωσε το αίμα τους. Βασίλη, φωνάζει, απευθυνόμενος προς τον συνονόματο Λοχία Βάσιο, ο άλλος Βασίλης, ο Σμυρλής, Τούρκοι, μας περικύκλωσαν, τι θα κάνουμε τώρα;
Τους πλησίασαν , περίπου 20 Τούρκοι στρατιώτες. Εκείνους δεν τους εγκατέλειψε η πατρίδα τους στην τύχη τους, λέγοντας, πως η Κύπρος είναι μακριά και να σφυρίζοντας αδιάφορα, όπως ο δικός μας, ο ανεκδιήγητος και προκλητικά προβεβλημένος, Εθνάρχης. Πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Ολα αυτά που σας αναφέρω αφηγηματικώς εν τάχει, τα εξιστορεί στο προσωπικό του ημερολόγιο, ο Λοχίας Βασίλης Βάσιος, αιχμάλωτος επί τρείς μήνες, στις φυλακές Αδάνων της Τουρκίας.
Τους δέσανε χειροπόδαρα και τους σέρνανε , προς άγνωστη κατεύθυνση σαν τα ζώα.
Οι Τούρκοι έχωσαν βιαίως το πρόσωπο του Βασίλη Σμυρλή, μέσα σε ένα κουβά με ανθρώπινες ακαθαρσίες, περιττώματα, και από τότε αγνοείται η Τύχη του.
Δεν τον ξαναείδε ο Βασίλης ο Βάσιος. Ητανε και ο τελευταίος άνθρωπος που τον είδε ζωντανό. Διότι, από τότε χάθηκαν τα ίχνη του, και θεωρείται επισήμως αγνοούμενος ή μήπως καλύτερα αγνοημένος, από την υποτιθέμενη δημοκρατική κοινωνία;
Σας ερωτώ λοιπόν, μήπως κανείς από όλους εσάς, είδε ασφαλώς καταλάθος τον Βασίλη τον Σμυρλή από το Ναύπλιο, 20 ετών Στρατιώτη της Ηρωικής Μπαρουτοκαπνισμένης εμπόλεμης ΕΛΔΥΚ του 1974, που αγνοείται η τύχη του, από τις 16/8/1974, τις Μεσημεριανές ώρες.
Για τον Βασίλη τον Σμυρλή, τον αιχμάλωτο στρατιώτη της Ηρωικής ΕΛΔΎΚ, δεν είδα να ενδιαφέρεται όλα αυτά χρόνια, κανένας δήθεν ευαίσθητος έγκριτος δημοσιογράφος, όπως ο Χαρδαβέλας και καμία Αγγελική Νικολούλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου