Του Σπυρίδωνα
Χατζάρα
Στα χαρτιά πατέρας του ήταν ο προσωπάρχης του υπουργείου Στρατιωτικών, υποστράτηγος Λεωνίδας Παπάγος. Μητέρα του ήταν η Μαρία Αβέρωφ. Ήταν εγγονός του Αυγερινού Αβέρωφ, μικρανηψιού του εθνικού ευεργέτη Γεωργίου Αβέρωφ καθώς και ξαδέλφου των Αναστασίου Αβέρωφ, πολιτικού και πατέρα του Ευάγγελου Αβέρωφ - Τοσίτσα, και του Γεωργίου Αβέρωφ. Μετά την περάτωση των εγκύκλιων σπουδών εγγράφηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1901, την οποία, όμως, εγκατέλειψε για να ακολουθήσει στρατιωτική σταδιοδρομία. Φοίτησε για μία διετία, 1902- 1904 στη στρατιωτική σχολή των Βρυξελλών και το 1904-1906,στη σχολή Ιππικού της Υπρ. Το 1906 επέστρεψε στην Ελλάδα και κατετάγη ως Ανθυπίλαρχος. Το 1910 ορίστηκε υπασπιστής του Υπουργού των Στρατιωτικών Ε. Βενιζέλου. Το 1911 έκανε έναν καλό γάμο. Νυμφεύτηκε, την εγγονή του στρατηγού Τιμολέοντα Βάσσου Μαρία Καλίνσκυ.
Στους
Βαλκανικούς πολέμους άκουγε τα κανόνια από μακριά ως Διαγγελέας του
Αρχιστράτηγου διαδόχου Κωνσταντίνου. Για τις «σπουδαίες υπηρεσίες του» της
περιόδου 1912-1913 τιμήθηκε με τον αργυρό σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος. Μετά
τους Βαλκανικούς πολέμους εισήλθε στο «Σχολείο Ανωτέρων Σπουδών», της γαλλικής
στρατιωτικής αποστολής, και υπηρέτησε στο Α’ Σύνταγμα Ιππικού στη Θεσσαλονίκη
ως Ίλαρχος και στο Γ' Σώμα Στρατού ως Επιτελής. Το 1916 με το βαθμό του
Επίλαρχου υπηρέτησε ως Επιτελάρχης της Ταξιαρχίας Ιππικού.
Το 1917
παραιτήθηκε και δεν μετείχε στο μακεδονικό μέτωπο. Το 1920 ο Παπάγος ανακλήθηκε
στο στράτευμα με αναδρομική απόδοση του βαθμού του αντισυνταγματάρχη και έγινε
Επιτελάρχης της Μεραρχίας Ιππικού. Για τις (επιτελικές) υπηρεσίες του στη Μικρά
Ασία τιμήθηκε με το Χρυσό Αριστείο Ανδρείας. Μετά το Κίνημα Λεοναρδοπούλου -
Γαργαλίδη τον Οκτώβριο του 1923 στο ποίο συμμετείχε, τέθηκε σε αυτεπάγγελτη
αποστρατεία. Επανήλθε για δεύτερη φορά στις τάξεις του στρατού το 1926 επί
οικουμενικής κυβέρνησης, (1926-1927), βάσει ειδικού νόμου και προήχθη
αναδρομικά σε συνταγματάρχη.
Το 1927-
1931 ήταν Διοικητής της Ταξιαρχίας Ιππικού Λάρισας. Το 1930 προάχθηκε σε
Υποστράτηγο και το 1931- ανέλαβε Υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Το
1933 τοποθετήθηκε Επιθεωρητής Ιππικού του Γ.Ε.Σ. και το 1935 ονομάστηκε
αναδρομικά Αντιστράτηγος και διοίκησε τα Α΄ και Γ΄ Σώματα Στρατού.
Στις 10
Οκτωβρίου 1935 μαζί τον Κονδύλη έκαναν το πραξικόπημα για την ανατροπή της
κυβέρνησης Τσαλδάρη και την επαναφορά της Μοναρχίας. Ο Κονδύλης τον έκανε και
υπουργό στρατιωτικών.
Ο
Διαγγελέας Παπάγος μετέφερε, μαζί με τους Σ. Μπαλάνο και Π. Μαυρομιχάλη, τα
καλά νέα στον «ανιψιό του», Γεώργιο Β’ στην Αγγλία και τοποθετήθηκε από τον
Γεώργιο ως αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού την 1η Αυγούστου 1936.
Το
1924-1925 φοίτησε στη Σχολή Πολέμου .Προήχθη σε συνταγματάρχη το 1930 και σε
υποστράτηγο το 1937 από τον Μεταξά. Το 1938 τοποθετηθηκε διοικητής της VIII
Μεραρχίας Πεζικού στην Ήπειρο, από τον Μεταξά.
Ο ένας, λοιπόν, το χωριατόπαιδο, ήταν μπαρουτοκαπνισμένος και ο άλλος το πλαυσιόπεδο ήταν άκαπνος. Επιτελικός και «Διαγγελέας».Όπως είχε δηλώσει και ο Γεώργιος Παπανδρέου, στην κηδεία του Παπάγου, «ο νεκρός στρατηγός δια πρώτη φοράν ήκουσε πυροβολισμούς».
Ο Παπάγος
όπως όλοι οι Ντιντήδες της τάξεως του δεν ήταν οξυδερκής. Σπούδασε «Πόλεμο»
σε Γαλλικά σχολεία. Οι Γάλλοι δεν έχουν Βουνά αλλά ποτάμια, και μάχονται πίσω
από τα ποτάμια. Αυτό έκανε και ο Παπάγος που αποφάσισε «ως Γάλλος στρατηγός» να αμυνθεί πίσω από τη Γραμμή Άραχθου- Αχέροντα.
Ο
στρατιώτης Κατσιμήτρος όμως ήξερε ότι έπρεπε
να αμυνθεί στα Στενά. Στις Κλεισούρες. Αυτό το κατάλαβε και ο έφεδρος Ανθυπολοχαγός
της Αλβανίας Οδυσσέας Αλεπουδέλλης που τραγούδησε: «Λύνει αέρας τα στοιχεία και
βροντή προσβάλει τα βουνά, Μοίρα των αθώων, πάλι μόνη, να σε, στα Στενά! Στα Στενά τα χέρια μου άνοιξα, Στα Στενά τα
χέρια μου άδειασα».
Ο Ντιντης
Παπάγος ακολουθούσε όμως τη γαλλική «συνταγή». Και
επειδή στο Υπρ και τις Βρυξέλλες δεν διδάχτηκε το Καπορέττο άφησε την Πίνδο
εντελώς αφύλαχτη.
Ο Παπάγος, γνώριζε από τις 20 Οκτωβρίου του
1940, τις αποφάσεις της σύσκεψης στο
Παλάτσο Βενέτσια υπό τον Μουσολίνι της 15ης Οκτωβρίου, από κρυπτογράφημα
σπάνιας ακρίβειας τους Έλληνα Πρέσβη στη Ρώμη, Ιωάννη Πολίτη, και
είχε οκτώ ολόκληρες ημέρες για να επιστρατευθούν οι μονάδες και προωθηθούν
ενισχύσεις στις οποίες που κυριολεκτικά δεν έγινε απολύτως τίποτα.
Η
περιγραφή ήταν απολύτως σωστή. «Πίεση προς την Θεσσαλονίκη» και σε δεύτερο
χρόνο «προέλασις προς Αθήνας».
Ο τότε
Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα Μάικλ Πάλερετ , στο τηλεγράφημα του από την
Αθήνα της 28ης Σεπτεμβρίου 1940, που έχει δημοσιευτεί από τα «Αρχεία του Φόρειν
Όφις» , ενημέρωνε την κυβέρνηση του ότι ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου
Στρατού στρατηγός Παπάγος, «ήταν πρόθυμος, εάν κρινόταν απαραίτητο, να
παραχωρηθεί η Ήπειρος στους Ιταλούς».
Επομένως,
όταν έδινε εντολή στον Κατσημήτρο για σύμπτυξη εξυπηρετούσε τα Ιταλικά σχέδια.
Ο Παπάγος γνώριζε επιπλέον, από τον
Πολίτη, ότι δεν θα γινόταν επίθεση προς τη Θεσσαλονίκη, και επομένως , όταν δεν
επέτρεπε στον Τσολάκογλου να επιτεθεί , εξυπηρετούσε τοθς Ιταλούς και κάλυπτε την
Ιταλική υποχώρηση.
Ο Παπάγος, από τη Μεγάλη Βρετανία στην διαταγή προς τον διοικητή της VIII Μεραρχίας, που διαβίβασε ο Κορώζης, στις 30 Οκρωβρίου έλεγε τα ακόλουθα:
«Να έχετε πάντοτε υπόψη σας ότι η αποστολή της Μεραρχίας είναι η κάλυψη του θεάτρου της Δυτ. Μακεδονίας από την γενική κατεύθυνση Ιωάννινα-Ζυγός και η απόφραξη των δρομολογίων από την Ήπειρο προς Αιτωλοακαρνανία (…)… Ο κίνδυνος εχθρικής απειλής από της περιοχής Πρεβέζης υφίσταται και δέον να εξασφαλίσετε… τα νώτα σας….. Οι Προσπάθειές σας για την διεκδίκηση εθνικού εδάφους στην Ήπειρο, δεν πρέπει να σας οδηγήσουν στην φθορά των μέσων, έτσι ώστε να κάνουν προβληματική την εκπλήρωση της πιο πάνω αποστολής».
«Οι Προσπάθειές σας για την διεκδίκηση εθνικού εδάφους στην Ήπειρο,
δεν πρέπει να σας οδηγήσουν στην φθορά των μέσων, έτσι ώστε να κάνουν
προβληματική την εκπλήρωση της πιο πάνω αποστολής», έλεγε ο αρχιστράτηγος, που
«βιαζόταν» να φθάσουν οι Ιταλοί στα Ιωάννινα.
Το καθήκον της 8ης Μεραρχίας δεν ήταν η
υπεράσπιση της Ηπείρου, αλλά η εξασφάλιση διαβάσεων!
Το
επιτελείο της Μεγάλης Βρετανίας την παραμονή της επίθεσης απεύθυνε στον μέραρχο
Κατσιμήτρο το εξής μήνυμα :
«Η δύσκολη θέση της Μεραρχίας μας είναι γνωστή. Με την υπάρχουσα αριθμητική υπεροχή του εχθρού, η κυβέρνηση δεν αναμένει νίκες από τη Μεραρχία. Αναμένει, όμως, ότι η Μεραρχία θα περισώσει την τιμήν των όπλων»!
Αντίθετα ο Κατσιμήτρος
στην Ημερήσια Διαταγή του στις 30/10/1940 τόνιζε :
« από
σήμερον η Μεραρχία κατέχει την ωργανωμενην τοποθεσίαν δι' όλων των δυνάμεών
της. Επί της τοποθεσίας ταύτης θα δοθή ο αποφασιστικός αγών προς τον εχθρόν. Ο
αγών θα διεξαχθή μετά πείσματος και επιμονής ακαταβλήτου. Άμυνα καρτερά επί των
θέσεών μας μέχρις εσχάτων. Ουδεμία ιδέα εις ουδένα να υπάρχη περί υποχωρήσεως.
Ήδη πάντες, από του Στρατηγού Διοικητού της Μεραρχίας μέχρι και του τελευταίου
στρατιώτου, θα αγωνισθώμεν επί των θέσεών μας. Και εν ανάγκη θα πέσωμεν όλοι
υπερασπιζόμενοι αυτά...»
Αυτός ήταν ο Κατσιμήτρος.
Ο
Κατσιμήτρος, στις 27 Οκτωβρίου , σε
τηλεφωνική του επικοινωνία με το αντισυνταγματάρχη Κορώζη στο Κέντρο
διαβιβάσεων του ΓΕΣ είχε πει : «Αναφέρατε παρακαλώ εις τον κ. Αρχηγόν του
Γ.Ε.Σ. ότι η προσωπική μου γνώμη είναι ότι κατά την διάρκειαν της νυκτός 27 με
28 Οκτωβρίου, θα έχωμεν ιταλικήν επίθεσιν.
Η Μεραρχία θα επιτελέση
το καθήκον της προς την πατρίδα συμφώνως προς διαταγάς . Δύναμαι να βεβαιώσω
υπευθύνως τον κ. Αρχηγόν του Γ.Ε.Σ. και τονίζω τούτο ιδιαιτέρως ότι δεν θα
περάσουν Ιταλοί από το Καλπάκι».
Στις 04:00, μια
ώρα μετά το «ΟΧΙ» προς τον πρέσβη της Ιταλίας στην Αθήνα Εμμανουέλλε
Γκράτσι, ο Διοικητής της 8ης Μεραρχίας, Υποστράτηγος
Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, μίλησε στο τηλέφωνο με τον Ιωάννη Μεταξά ο οποίος
διέταξε «αντίστασιν μέχρις εσχάτων».
Ο Κατσιμήτρος αφού
έκανε πρώτα τον Σταυρό του σαν καλός ορθόδοξος Χριστιανός είπε,
ΜΑΧΟΥ «υπέρ βωμών και εστιών και υπέρ της ελευθερίας μας», και αναφώνησε:
Ζήτω το Έθνος και Ζήτω η Πατρίς. Δεν είπε πουθενά και ποτέ, ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΦΑΣΙΣΜΟ.
Ούτε είπε πουθενά , Ζήτω ο «Εστεμμένος Τενενκές».
Οι
Έλληνες διαβιβαστές υπέκλεψαν τα ιταλικά σήματα, που έκαναν λόγο για αναστολή
των επιθέσεων, μέχρι την άφιξη ενισχύσεων.
Για τις
μέχρι τότε ιταλικές απώλειες, οι τρείς ιταλικές Μεραρχίες που είχαν εμπλακεί,
τις ανέβαζαν σε 2.228 άνδρες.
Ουσιαστικά,
μια ημέρα πριν τη Νίκη , ο δειλός Παπάγος, έλεγε στον Κατσιμητρο να υποχωρήσει
στη γραμμή του Αχέροντα, σαν τον δειλό Λιούμπα, αλλά δεν είχε το θάρρος να του
δώσει εντολή και τον «συμβούλευε».
Ο
διοικητής της 8ης Μεραρχίας, είπε στον Παπάγο, ότι όσο κρατούσε σταθερά η
τοποθεσία Καλαμά-Καλπακίου, δεν θα συνεχιζόταν η κίνηση των Ιταλών στον
παραλιακό τομέα, πολύ περισσότερο μάλιστα, τη στιγμή κατά την οποία ο αγώνας
στην Πίνδο είχε λάβει ευνοϊκή τροπή για τις ελληνικές δυνάμεις. Και την επομένη
ο στρατιώτης δικαιώθηκε και ο διαγγελέας στρατάρχης ξεφτιλίστηκε.
Η επίθεση
θα γινόταν από τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις. Η X Μεραρχία θα ενεργούσε
επίθεση στην κατεύθυνση Νεστορίου – Ντάρζας – Κορυτσάς η οποία θα ήταν και η
κύρια προσπάθεια, η IX Μεραρχία Σαλ – Κορυτσάς και η XV Μεραρχία Πυξός – Ιβάν –
Κορυτσά. Ο Παπάγος και ο Πιτσίκας διαφωνούσαν και μετά από 6 ημέρες
καθυστέρησης, ανταλλαγής σημάτων και "συζητήσεων", αποφασίστηκε η
επίθεση για τις 14 Νοεμβρίου, αφού οι ιταλοί είχαν αρχίσει αν φεύγουν από την
Κορυτσά.
Αν η
επίθεση είχε γίνει στις 7 Νοεμβρίου θα είχε αιχμαλωτιστεί ολόκληρο το ιταλικό
25ο Σώμα Στρατού.
Ο
Παπάγος, μετακίνησε την 1η Νοεμβρίου το 2/39 Σύνταγμα Ευζώνων της 3ης Μεραρχίας
Πατρών, που είχε έδρα στο Μεσολόγγι, και το έστειλε στο Πέτα της Άρτας. Όταν ο
Παπαγικός Λιούμπας, στον οποίο είχε αναθέσει την άμυνα της Θεσπρωτίας ο
Παπάγος, εγκατέλειψε το πλευρό του Κατισιμήτρου , και υποχώρησε στον Αχέροντα,
σύμφωνα με τα σχέδια επιχειρήσεων του «Γενικού Στρατηγείου», το 2/39 Σύνταγμα
Ευζώνων, που δεν τέθηκε υπό την διοίκηση της 8ης Μεραρχίας, και που υποτίθεται
ότι στάλθηκε για ενίσχυση της, έλαβε εντολή από τον Παπάγο να προωθηθεί στις 5
Νοεμβρίου στην Φιλιππιάδα, 32 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Πρέβεζας , ως
εφεδρεία του Λιούμπα, που είχε υποχωρήσει στην γραμμή Σουλίου-Αχέροντα σύμφωνα
με το σχέδιο του Παπάγου και δεν πήγε ποτέ στο μέτωπο. Η 3η Μεραρχία Πατρών, υπό
τον Μπάκο, λόγω της μεγάλης έλλειψης μονίμων Αξιωματικών,(λόγω της αποτάξεως
των Βενιζελικών), και την έλλειψη υλικών Επιστρατεύσεως, (που καταγράφηκε σε
όλες τις μονάδες), αλλά και λόγω των μέτρων από την από αέρος εχθρική απειλή,
επιστρατεύτηκε με μεγάλη βραδύτητα. Το 6ο Σύνταγμα της Κορίνθου αναχώρησε
ατμοπλοϊκά για το Μεσολόγγι, την 9η Νοεμβρίου 1940, όταν δηλαδή είχε ανακοπεί η
ιταλική επίθεση. Το 2/39 Σύνταγμα Ευζώνων , πήρε μέρος στην αντεπίθεση της 8ης
Μεραρχίζς και είχε τους πρώτους νεκρούς στη μάχη της Βίγλας στις 29-30
Νοεμβρίου.
Ο υποστράτηγος Χαράλαμπος Γ. Κατσιμήτρος, ο
διοικητής της 8ης Μεραρχίας, ως νέος Λεωνίδας , είπε στις 28 Οκτωβρίου 1940, το
δικό του «Μολών Λαβέ» στο Καλπάκι και με την ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΑΤΑΓΗ, του, έριξε πρώτος το σύνθημα «θα τους ρίξουμε στη
θάλασσα».
Το Ψωροελαδιστάν του οφείλει.
Για στάσου ρε Χατζαρα! Μόνο στον Κατσιμητρο οφείλει η.... (Γ) - ελλαδα; Πόσοι άξιοι και σε πόσους τομείς της κοινωνίας έχουν πάει χαμένοι και ακλαφτοι; Αφού 200 χρόνια τώρα κυβερνούν οι πολιτικοί επιγονοι των δολοφόνων του Καποδίστρια, η εγκληματική συμμορία όπως την λες εσύ! Τί περιμένεις λοιπόν; Για δες μία από δαύτες, την σουρτουκω, που πήγε να.... "παίξει θέατρο" στην Θεσσαλονίκη στο τρίτο σώμα στρατού για να.... "τιμήσει" δήθεν την επέτειο! Θα μας τρελάνεις τελείως δηλαδή;
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο "κρατάω Καλπάκι" δεν το ανέφερες, είναι μύθος; Αν όχι, σε ποιο σημειο της αφήγησής σου το είπε;
ΑπάντησηΔιαγραφή