18/6/23

18 Ιουνίου του 1943: Η ίδρυση των Αντικομμουνιστικών Ταγμάτων Ασφαλείας

 Από τον Μάρτιο του 1942, με την έγκριση των Αρχών Κατοχής , οι Νομαρχίες είχαν αρχίσει να χορηγούν άδειες οπλοφορίας σε επιλεγμένα άτομα, τα οποία, θα ενίσχυαν σε «περίπτωση ανάγκης» τους κατά τόπους Σταθμούς Χωροφυλακής. 

 Αυτά τα άτομα ήσαν οι λεγόμενοι , «άνευ θητείας χωροφύλακες», που συγκρότησαν περίπου 19 τμήματα εθελοντών που με την πάροδο του χρόνου εντάχθηκαν στη δύναμη της Χωροφυλακής. 

 Οι «άνευ θητείας» χωροφύλακες πολέμησαν μέχρι το τέλος του Συμμοριτοπολέμου. 

Το πολιτικό πρόβλημα, που υπήρχε δεν ήταν το να δοθούν όπλα σε αντικομουνιστές αλλά η επιστροφή των αξιωματικών του διαλυθέντος Στρατού σε μονάδες και ιδίως των απότακτων βενιζελικών αξιωματικών στους οποίους στόχευε ο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.

 Η ανάγκη να δημιουργηθεί ένας αντικομμουνιστικός στρατός για να αντιμετωπίσει τους Κομμουνιστές μετά την απελευθέρωση ήταν προφανής ,αλλά Γερμανοί και Ιταλοί δεν επέτρεπαν να αναδημιουργηθεί ο Ελληνικός Στρατός

 Το μόνο ένοπλο σώμα που εξαιρέθηκε της διάλυσης τους ελληνικού Στρατού μετά την συνθηκολόγηση, και το οποίο ανήκε στην Ελληνική Κυβέρνηση ήταν η Ευζωνική Φρουρά του Άγνωστου Στρατιώτη. 

 Η οργανωτική ιδέα να διευρυνθεί η Ευζωνική Φρουρά του Άγνωστου Στρατιώτη που ήταν το μόνο Ελληνικό Στρατιωτικό Σώμα που υφίστατο στην Κατοχή, προήλθε από τον Θεόδωρο Πάγκαλο, το Στυλιανό Γονατά, και τον Αναστάσιο Ταβουλάρη, οι οποίοι την υπέβαλαν στους Γερμανούς δια του προπολεμικού αντιπροσώπου της Ζήμενς, Ιωάννη Βουλπιώτη. 

 Οι Πάγκαλος, Γονατάς, Ταβουλάρης και ο Βουλπιώτης, έπεισαν τον Ιωάννη Ράλλη ως μόνο πολιτικό κληρονόμο των προδικατατορικών «δεξιών», μετά τους θανάτους των Κονδύλη, Τσαλδάρη, Μεταξά, να αναλάβει πρωθυπουργός, ώστε να προετοιμάσει την μάχη με τους Κομμουνιστές μετά την απελευθέρωση. 

 Ο Ιωάννης Ράλλης έθεσε ως όρο στους Γερμανούς και τους Ιταλούς τη δημιουργία μιας ένοπλης δύναμης που σκοπό της θα είχε τη διατήρηση της έννομης τάξης και την προστασία της ελληνικής επαρχίας από την τρομοκρατία που ασκούσε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. 

 Η Κυβέρνηση Ιωάννη Ράλλη ορκίστηκε στις 7 Απριλίου 1943 και την ίδια ημέρα ενέκρινε το νόμο για το πρώτο Τάγμα Ασφαλείας, ή το 1ο Τάγμα Ευζώνων, που συγκροτήθηκε τον Μάιο του 1943 με δύναμη 300 οπλιτών και 20 αξιωματικών και διοικητής του ανέλαβε ο Φωκίων Διαλέττης. 

 Με τον νόμο προβλεπόταν η τοποθέτηση ενός Γερμανού αξιωματικού, Συνδέσμου στη Φρουρά του Άγνωστου Στρατιώτη . 

 Το φυτώριο και για τα επόμενα τακτικά «ευζωνικά τμήματα», ήταν η «Φρουρά», καθώς εκεί γινόταν η βασική εκπαίδευση και ο εξοπλισμός τους και στη συνέχεια τα Τάγματα έφευγαν για την ύπαιθρο. Κυρίως την Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο. 

 Στις 18 Ιουνίου του 1943, δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 180 Α', ο Νόμος 260/1943, «Περί συγκροτήσεως τεσσάρων ευζωνικών τμημάτων» , για τα οποία προβλεπόταν δύναμη 600 ανδρών και 50 αξιωματικών. 

Η επάνδρωσή θα γινόταν με κλήτευση αποστράτων αξιωματικών . 

 Τον Ιούνιο του 1943 ,μετά τη δημοσίευση του Νόμου 260, συγκροτήθηκε το 2ο Τάγμα, που μετακινήθηκε στην Πάτρα και απετέλεσε τον πυρήνα του 2ου Συντάγματος Ευζώνων και τα υπόλοιπα τρία νέα τάγματα μαζί με το 1ο συγκρότησαν το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων Αθηνών, διοικητής του οποίου τοποθετήθηκε ο συνταγματάρχης Ιωάννης Πλυτζανόπουλος.

 Στη συνέχεια δημιουργήθηκε η Ανωτάτη Διοίκηση Ευζωνικών Ταγμάτων του υπουργείου Εθνικής Αμύνης και στις 25 Νοεμβρίου Διοικητής της ΑΔΕΤ τοποθετήθηκε ο υποστράτηγος Βασίλειος Ντερτιλής. 

Ήδη τον Οκτώβριο η κυβέρνηση Ράλλη, δια του δήμαρχου Αθηναίων Άγγελου Γεωργάτου διακανόνισε συνάντηση του Νεοζηλανδού «συνδεσμου» με την Αντίσταση Ντον Στοτ. 

 Ο Χίτλερ , μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας είχε εγκρίνει να γίνουν διερευνητικές επαφές με τη SOE στην Αθήνα για την αβλαβή απαγκίστρωση των γερμανικών δυνάμεων από την Ελλάδα, (ώστε να μεταφερθούν στο ανατολικό μέτωπο). Στην τελική συνάντηση του Στοτ με τους Γερμανούς, που έγινε στο σπίτι του Γεωργάτου στην οδό Μασσαλίας, (που το φύλαγαν άνδρες του Έβερτ και της «Εθνικής Δράσης»), προσήλθε ο συνταγματάρχη Λόος, αρχηγός της Μυστικής Αστυνομίας της Βέρμαχτ για τη νοτιοανατολική Ευρώπη. Συμφωνήθηκε ότι η αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα έπρεπε να συνδυαστεί με βρετανική απόβαση για να μην πέσει η χώρα στα χέρια των κομμουνιστών. 

 Στις 4 Νοεμβρίου 1943, ο Στοτ, πραγματοποίησε σύσκεψη με τους αρχηγούς των οργανώσεων της Αθήνας για τη σύμπηξη ενός «ενιαίου εθνικού μετώπου» με την ονομασία Π. Α.Σ. (Πανελλήνιος Απελευθερωτικός Σύνδεσμος). Παρευρίσκονταν ο συνταγματάρχης Μιχαήλ Αντωνόπουλος της Εθνικής Δράσης, ο Ηλίας Διαμέσης του ΕΔΕΜ, ο Γεώργιος Γρίβας της Χ, ο Χαράλαμπος Παπαθανασόπουλος του διασπασμένου ΕΔΕΣ Αθηνών, ο αντισυνταγματάρχης Πλευράκης της ΕΚΟ και οι λοχαγοί Αντώνης Σταθάτος της Ρ.Α.Ν. και Μιχάλης Κιουρτσόγλου της Τρίαινας. Ακόμη παρευρίσκονταν και ο ταγματάρχης Δημήτρης Σειραδάκης της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης της Κατοχικής κυβέρνησης. Οι οκτώ οργανώσεις υπέγραψαν συμφωνία που τις έθετε υπό τις διαταγές του Γενικού Στρατηγείου της Μέσης Ανατολής. Ο Στοτ μέχρι το τέλος Νοεμβρίου είχε σειρά συναντήσεων με εκπροσώπους της Γκεστάπο και των Γερμανικών μυστικών υπηρεσιών.

Το ΚΚΕ που είχε λυσσάξει τον κατηγορούσε για αντι-εαμικές ραδιουργίες. Όταν στη SOE Καίρου πληροφορήθηκαν από το ΚΚΕ και από τον πράκτορα Ιωάννη Πελτέκη τις πρωτοβουλίες του Στοτ και τις επαφές του με τους «δωσίλογους» και τους Γερμανούς που τους χαλούσαν τα σχέδια ,τον διέταξαν να εγκαταλείψει τις διαπραγματεύσεις και να επιστρέψει στην Αίγυπτο. Υπάρχει ένα σήμα από τον «Απόλλωνα», της 22.11.43 προς την S.O.E στο Κάιρο όπου του καταλόγιζε τεράστια αφέλεια και έλεγε: "Ο Ντον ... θυμίζει σε μικρογραφία την υπόθεση Hess" (επαναλαμβάνω Hess).

 Ο πράκτωρ της SoE και άνθρωπο του ΚΚΕ Ιωάννης Πελτέκης διορίστηκε υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας στην κυβέρνηση Σοφούλη. Ορκίστηκε στις 26-11-1945. 

Οι Γερμανοί διευκόλυναν το πέρασμα του Στοτ στην Τουρκία, από όπου επέστρεψε στο Κάιρο για να υποβάλλει τις προτάσεις τους στους Συμμάχους. Στο Κάιρο τον έθεσαν αρχικά σε απομόνωση και αφού πέρασε από τη διαδικασία debriefing τον προήγαγαν σε ταγματάρχη και τον έστειλαν στις ειδικές δυνάμεις της Αυστραλίας. 

 Στην διάρκεια μιας επιχείρησης στη Βόρνεο, τον σκότωσαν στις 20 Μαρτίου 1945 γιατί ήξερε πολλά.

Η επαφή που αποκατέστησε με τους Γερμανούς όμως δεν διακόπηκε. Κατέληξε στη συμφωνία κυρίων για απρόσκοπτη απαγκίστρωση των Γερμανών. 

 Σπυρίδων Χατζάρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου