3/12/25

Ο Κόκκινος Δεκέμβρης! 81 χρόνια από τη «Στάση» του ΚΚΕ, που είχε στόχο τον σφαγιασμό των «αντιδραστικών», την ματαίωση των εκλογών και του δημοψηφίσματος και την επάνοδο των Γκλύξμπουργκ. Για να το καταλάβετε, ο (αντικομμουνιστής) Λάζαρος Πηνιάτογλου, που αποκαλείται από την «Μεταπαιδεία» «βασιλοφρων» οκτώ ημέρες πριν τον θάνατό του (από περιτονίτιδα) είχε γράψει στο «Ελληνικό Αίμα» στις 2 Δεκεμβρίου 1945 κύριο άρθρο με τίτλο. «Δημοκρατία και ΌΧΙ Βασιλιά». Ο Κόκκινος Δεκέμβρης δεν άρχισε στην Πλατεία Συντάγματος στις 3 Δεκεμβρίου. . Είχε αρχίσει από τις 24 Νοεμβρίου με την ένοπλη επίθεση στο Κορωπί για τη ματαίωση της συγκρότησης της Εθνοφυλακής. Το 2ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ είχε ήδη λάβει εντολή να κατέβει στην Αθήνα από τη Λαμία, και ξεκίνησε την πορεία την 1η Δεκεμβρίου δυο ημέρες πριν την «αυθόρμητη» «λαϊκή αντίδραση» στην "διαρκή βία της αστυνομίας", που εκδηλώθηκε στις 3 Δεκεμβρίου.

Το ΚΚΕ που είχε προετοιμάσει την ένοπλη Στάση κατηγορούσε τους "αλλους" για πραξικόπημα, ενώ δεν συνελήφθη η ηγεσία του ΚΚΕ στις 2 Δεκεμβρίου και δεν χρησιμοποιήθηκε η 3η Ορεινη Ταξειαχία για να αποτρέψει την καθοδο στο Κέντρο των Χιλιάδων Κομμουνιστών




 Οι «λίστες» των «αντιδραστικών» της Αθήνας είχαν ετοιμαστεί από το Σεπτέμβριο του 1944, με εντολή στις οργανώσεις της ΚΟΑ, του πρώτου γραμματέα Βασίλη Μπαρτζιώτα, για να συντάξουν καταλόγους προγραφών κατά συνοικία , επάγγελμα και σωματεία. Αυτές οι λίστες χρησιμοποιήθηκαν στα Δεκεμβριανά. 
 Τα «χαρτάκια», και τα «καθήκοντα» μοιράστηκαν στους δολοφόνους μια μέρα πριν φύγουν οι Γερμανοί. Στις 11 Οκτωβρίου, στο αμφιθέατρο του Νοσοκομείου Ευαγγελισμός. Μέσα στο αμφιθέατρο κουμάντο έκανε ο Γιώργης Καζιάνης, ο αρχινοσοκόμος στη «Σωτηρία» και άνθρωπος του Πλουμπίδη. Ο Καζιάνης ήταν στα Δεκεμβριανά ο «στρατοπεδάρχης» στο άσυλο της Κοκκινιάς, με το επαναστατικό ψευδώνυμο «Μπάρμπας» που ήταν και το ψευδώνυμο του Πλουμπίδη. 
Η τελική εντολή για τις σφαγές  δόθηκε στις 21 Νοεμβρίου 1944 και έλεγε:«Να ξεμπερδέψουμε με μιας με όλους αυτούς» .
Ενα Ντοκουμέντο για το τί εγινε πραγματικά στην Πλατεία Συντάγματος στις 3 Δεκεμβρίου 1944. 
 Ο Γιώργος Ζαμπέτας ήταν αυτόπτης μάρτυρας.
(Απόσπασμα από το βιβλίο της Ιωάννας Κλειάσιου 
 «Γιώργος Ζαμπέτας βίος και πολιτεία», εκδ. Ντέφι 1997)

«Η Ευριδίκη είχε έναν αδελφό που ήταν στο
 πολιτικό σώμα του κομμουνιστικού κόμματος, σκληροτράχηλος. Μιλάω για 1944, πάνω στο 
φευγιό των Γερμανών. Δεκέμβρης μήνας. 
Είναι μέρα Κυριακή, 3 Δεκέμβρη και νύχτα- νύχτα, το πρωί έχει βγει ο τηλεβόας για να 
συγκεντρωθούμε όλοι της περιοχής μας στο γήπεδο της Αρτέμιδος για να πάμε στο Σύνταγμα, πεζοί
 και να βροντοφωνάξουμε «Λαοκρατία και όχι Βασιλιά». 
 Στα πράγματα είναι ο Γεώργιος Παπανδρέου. 

Παίρνω την Ευρυδίκη και κατηφορίζουμε όλοι μαζί τραγουδώντας. 
Αφού είχαμε προχωρήσει αρκετά κι είχαμε δώσει
 το παρών, της λέω, πάμε μωρή να φύγουμε αφού 
μας είδαν ότι ήρθαμε, να πάμε την περατζάδα μας, να τριφτούμε, να ξετριφτούμε, να δούμε τι θα κάνουμε.
 Όχι, μου λέει, θα το μάθει ο αδερφός μου και
 θα με σκοτώσει. 
Καλά, της λέω, δε σε σκότωσε πέντε χρόνια που τραβιόμαστε, θα σε σκοτώσει τώρα, που έχει κι άλλες δουλειές στο μυαλό του; Όχι, πάλι αυτή, 
θα προσβάλλουμε και το Κόμμα.
 Καλά, της απαντάω, πάμε στο Σύνταγμα κι άμα χαθούμε το ραντεβού μας θα είναι στο άγαλμα του Κολοκοτρώνη, στη Σταδίου. 
 Προχωράμε προχωράμε, γινόμαστε χιλιάδες απ’ 
τις άλλες πορείες που ενωνόμαστε και φτάνουμε
 στο κέντρο. 
Πολύς κόσμος, μα πάρα πολύς. 
Εμείς είμαστε στην Καραγιώργη Σερβίας και βροντοφωνάζουμε.

 Μπροστά μας στην πλατεία είναι αστυνόμοι και διάφοροι γαλονάδες. 
Οπότε φωνάζουμε εμείς ,«Λαοκρατία και όχι Βασιλιά», αυτοί μας λένε να φύγουμε.
 Εμείς είμαστε πολύ προκλητικοί. Συνέχεια τους προκαλούμε. Σε μια στιγμή πάμε να τους αρπάξουμε τους αστυνομικούς, να τους λιανίσουμε. 
Σε λίγο όμως φέρνουνε έναν με τέσσερα γαλόνια, αξιωματικό, πηγμένο στη μούρη και παντού στο αίμα.
 Τον βλέπουνε οι αστυφυλάκοι κι αγριεύουνε, αρπάζουνε τ’ αυτόματα κι αρχίζουν να ρίχνουν. Μπορεί να ρίχναν στον αέρα μπορεί πάνω μας, δεν ξέραμε. Έγινε ένα αλαλούμ. 
Τρέχαμε, ποδοπατιόμασταν να φύγουμε. (…) 
Πήρα σιγά σιγά τις ανάσες μου και τράβηξα για 
το άγαλμα του Κολοκοτρώνη. 
Με περίμενε η Ευριδίκη. Εμένα με είχανε καταξεσκίσει, ούτε παλτό, ούτε βρακί υπήρχε. Ξεκινάμε από κει με το πόδι να πάμε στου Λιούμη, στο Αιγάλεω.
 Προχωρώντας όλο μπλόκα. Αλτ, τι είσαστε; Συναγωνιστές, απαντάγαμε, γυρνάμε απ’ το 
Σύνταγμα. Περάστε, δρόμο για τη μονάδα σας. (…) Φτάνουμε επιτέλους στη γειτονιά μας.
 Αλλά είναι η ώρα που αρχινάει το μακελειό. Πλακώνουν από παντού ένοπλοι Ελασίτες μες την Αθήνα και ρίχνουνε και γίνεται της πουτάνας. 
Από τη γειτονιά μας την πρώτη μέρα φύγανε 24 παλικάρια και γυρίσανε τρία. Τους έφαγε το σκοτάδι. Βάζανε δυναμίτες σε σπίτια κι αρχίσανε οι οδομαχίες. (…)

Η μουσική πρόσκληση προς την «εργατιά» για να κάνει τις σφαγές 
των αντιδραστικών στα Δεκεμβριανά Ντροπή στον εργάτη, στον σκλάβο ντροπή 
 Στο αίμα αν δεν πνίξει μια τέτοια ζωή....... .....
Εμπρός να τσακίσουμε σκληρά τους φασίστες της
 Νέας Ελλάδας να γίνουμε χτίστες.    
Ντροπή για τον νέο στη μάχη αν δεν ριχτεί για 
τη λαοκρατία την τίμια ζωή 
 Παρίσι και Μόσχα βαθιά τιμημένα
 Αθήνα Βαρκελώνη που βάφτηκαν μ’αίμα 
 μας στέλνουν μηνύματα στέλνουν κραυγές
 Εμπρός αντιφασίστες για νίκες Λαμπρές
 μας στέλνουν μηνύματα στέλνουν κραυγές εμπρός επαναστάτες, εμπρός κομμουνιστές ».
 Στιχουργός ο Μίμης Ραβάνης-Ρεντής , (1925-1996), 
δημοσιογράφος του Ριζοσπάστη, και υπεύθυνος πολιτισμού 
της ΕΠΟΝ. 
  Το Μνημόσυνο για τα θύμαστα της Αντίστασης στους Κομμουνιστές που έγινε την 3η Δεκεμβρίου 1969 στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη
Ήμουν κι εγώ εκεί! 14 ετών. 
Μας πήγε εμένα και τον αδελφό μου
 ο πατέρας μου που πολέμησε στου Μακρυγιάννη. 
Ηταν η πρώη φορά που πήγα.



 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου