Η σύγκριση είναι άμεση. Την ώρα που οι Τιτάνες έδιναν μάχη σώμα με σώμα στην επιφάνεια του Οχυρού Περιθώρι με τους Γερμανούς , ο τενεκές Μπακόπουλος , (που διοικούσε τηλεφωνικά το μέτωπο), ανέφερε στον Αρχιστράτηγο-Διαγγελεα την απόφασή του να συμπτύξει τις δυνάμεις του.
Πέντε μόλις λεπτά αργότερα, έλαβε τηλεφωνική διαταγή του Γενικού Στρατηγείου, που τον εξουσιοδοτούσε να έρθει σε διαπραγματεύσεις με το Διοικητή των γερμανικών δυνάμεων, για τη συνθηκολόγηση.
Η ώρα ήταν πριν τις 17.00.
Το Οχυρό Ποποτλίβιτσα, ύστερα από σκληρό και άνισο αγώνα, υποχρεώθηκε στις 19.00 να συνθηκολογήσει.
Αντίθετα, η φρουρά των τριών σκυρόδετων πολυβολείων στις νότιες υπώρειες του υψώματος Ρουπέσκο εξακολουθούσε να προβάλλει πείσμονα αντίσταση.
Το Οχυρό Εχίνος εκκενώθηκε τα μεσάνυχτα και η φρουρά προσπαθούσε να συνεχίσει την Αγώνα.
Στα Οχυρά Ρούπελ, ,Πυραμιδοειδές, Λίσσε και Ντάσαβλη Μαλιάγκα Καρατάς, , Παλιουριώνες, που ήταν περικυκλωμένα οι υπερασπιστές τους συνέχιζαν για τρίτη ημέρα την «τιτάνια» προσπάθεια.
Τη νύχτα της 8ης Απριλίου ενώ στη Θεσσαλονίκη ανατινάζονταν τα πυρομαχικά, τα πετρέλαια, οι γέφυρες, και τα τρένα , στα οχυρά συνεχιζόταν η Τιτανομαχία.
Ο προδότης και άκαπνος Διαγγελέας είχε αναθέσει το μέτωπο της Μακεδονίας σε «δικούς του».
Διοικητής του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ) ήταν ο τενεκές Μπακόπουλος, και το Μέτωπο της Θεσσαλονίκης, το είχε ένας σεσημασμένος δρομέας .
Ο Ωκύπους Νικόλαος Λιούμπας που εγκατέλειψε τον Οκτώβριο το πεδίο της μάχης στην Θεσπρωτία, αφήνοντας ακάλυπτο τα πλευρό του Κατσιμήτρου.
Οι τενεκέδες παραδόθηκαν σε λιγότερο από 37 ώρες. Από τις 6 το πρωί της 7ης Απριλίου μέχρι τις 19.00 της 8ης Απριλίου.
Η Μεραρχία του Λιούμπα διέθετε 88 οχήματα Μερσεντές, 75 ελαφρά φορτηγά Φίατ, 40 ιταλικά ελαφρά άρματα λάφυρα από το Καλπάκι, 100 βρετανικά κάρριερ και 4 αρχαία άρματα Βίκερς του Μεσοπολέμου.
Συγκροτήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1941 στην Αθήνα (με τα ιταλικά λάφυρα), με Επιτελάρχη τον Συνταγματάρχη Πυροβολικού Ασημάκη, και ο Παπάγος, ανέθεσε στον ρίψασπη Λιούμπα, (που θα έπρεπε να τον είχε περάσει στρατοδικείο ο Μεταξάς και να τον εκτελέσει για παραδειγματισμό), την διοίκηση της.
Στις 10 Μαρτίου 41, η Μεραρχία του Λιούμπα βρισκόταν στην περιοχή της Κατερίνης δηλαδή , στην «Γραμμή του Ολύμπου» που προέβλεπε το σχέδιο του Χένρι Μέτλαντ Γουίλσον.
Στις 27 Μαρτίου, μετά το πραξικόπημα στο Βελιγράδι, η Μεραρχία τέθηκε υπό τις διαταγές του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ) και εγκαταστάθηκε στο Αψε-σβήσε στις 29 Μαρτίου 1941 , στην περιοχή Κιλκίς-Λαχανά.
Δηλαδή βρισκόταν στις θέσεις που θα πολεμούσε, (υποτίθεται) μόλις 8 ημέρες.
Δεν έγινε καμιά οργάνωση του Εδάφους και καμιά αμυντική προετοιμασία. Μόνο τα πολυβολεία της προκάλυψης.
Το στρατηγείο του Λιούμπα στις νέες θέσεις ήταν στην Κρηστώνη του Κιλκίς.
Οι εντολές του «Στρατάρχη» ήταν εντελώς άσχετες και προέβλεπαν :
«Δυνατότητα επέμβασης στην περιοχή των Κρουσίων για να ενισχυθεί το απόσπασμα που βρισκόταν εκεί. Μελέτη για την κατάληψη και εξασφάλιση της περιοχής Δοϊράνης Πολυκάστρου, σε συνεργασία με τον XI Συνοριακό Τομέα που τέθηκε υπό τις διαταγές της Μεραρχίας. Σε περίπτωση σύμπτυξης των Τμημάτων της Ομάδας Μεραρχιών από την τοποθεσία Μπέλες, η Μεραρχία θα έπρεπε να καλύψει τη σύμπτυξη στην περιοχή δυτικά του Αξιού, μέσω των γεφυρών της Αξιουπόλεως».
Εκ των υστέρων ανακάλυψαν την «αποστολή καθυστερήσεως», που την λάνσαρε στο ανακοινωθέν του, ο Διαγγελέας.
Οι Γερμανοί αφού πέρασαν τις γέφυρες του Αξιού, τις οποίες οι προδότες οπισθοχωρώντας «δεν πρόλαβαν» να ανατινάξουν έφθασαν σχεδόν ατουφέκιστοι αργά το απόγευμα της 8ης Απριλίου 20 χιλιόμετρα έξω από τη Θεσσαλονίκη.
Η παράδοση των Λιούμπα-Μπακόπουλου αποσιωπήθηκε στο φλύαρο και ψευδές ,ανακοινωθέν του Παπάγου της 8ης Απριλίου 1941, που δεν έλεγε τίποτα για το «μέτωπο της Θεσσαλονίκης» και την 19ης Μεραρχία του «ωκύποδος» Λιούμπα και την παντελή έλλειψη αεροπορικής υποστηρικτής από τους «Συμμάχους», αλλά οικειοποιούνταν τον Αγώνα των Άλλων στα ΟΧΥΡΑ.
«Οι Γερμανοί ουδέν αποτέλεσμα επέτυχαν» έλεγε ο Διαγγελέας αλλά είχαν καταλάβει Ξάνθη και Κομοτηνή, Κιλκίς και Πολύκαστρο και περίμεναν να μπουν στην Θεσσαλονίκη.
Και οι «Σύμμαχοι» άφαντοι.
Και στο τέλος του ανακοινωθέντος του Διαγγελέα , η κάλυψη για τους δειλούς, άκαπνους, και ανίκανους Εφιάλτες της Ψωροελίτ του Γελαδιστάν.
«Τα ελληνικά λίαν περιωρισμένα ελαφρά μηχανοκίνητα».
Οι Φρουρές στα Οχυρά, δεν ήταν λίαν περιορισμένες;
Ο άνισος Αγώνας του Λιούμπα, ήταν άνισος και στην Γκραμπάλα και στο Καλπάκι. Και στο Ρούπελ.
Και ξαφνικά στο Ανακοινωθέν εμφανίστηκε ,«η προσπάθεια επιβραδύνσεως του αντιπάλου».
Στις διαταγές του Αρχιστρατήγου για την Αποστόλη της 19ης Μηχανοκίνητης, δεν υπήρχε πουθενά η «αποστολή επιβραδύνσεως», που «παρετάθη επί πολλάς ώρας».
Να που αγωνίστηκαν «επί πολλάς ώρας» ο ωκύπους και ο τενεκές Μπακόπουλος.
Τουλάχιστον ο Έφεδρος Υποστράτηγο Ιωάννης Ζήσης, που τον έστειλε ο Παπάγος να παραδοθεί στους Τούρκους αυτοκτόνησε στα Ύψαλα.
Οι τενεκέδες Μπακόλουλος και Λιούμπας δεν το έκαναν.
Εντελώς συμπτωματικά, στις 8 Απριλίου 1939, οι αθηναίικές εφημερίδες δημοσίευσαν το πολυσέλιδο υπόμνημα , που υπέβαλε στις 6 Απριλίου στο Βασιλιά Γεώργιο, ο αρχηγός του Κόμματος των Φιλελευθέρων, Θεμιστοκλής Σοφούλης, με τις απόψεις του για την πολιτική κατάσταση και τις διεθνείς εξελίξεις, το οποίο ο Γεώργιος παρέδωσε στον Ιωάννη Μεταξά.
Τα υπόμνημα Σοφούλη, «για την πολιτική κατάσταση και τις διεθνείς εξελίξεις», υποβλήθηκε την προηγουμένη της αποβίβασης των Ιταλικών στρατευματων στα λιμάνια του Δυρραχίου, του Αυλώνα και των Αγ. Σαράντα, την οποία η SoE γνώριζε και ανέμενε.
Τα υπόμνημα Σοφούλη , ήταν συνέχεια του διαγγέλματος Μητσοτάκη- Πάλερετ-Παπα Δημήτρη Μπάλφουρ- Πλουμπίδη-Βαφειάδη, της 29ης Ιουλίου 1938 που απευθυνόταν, «Προς την Α. Μ. τον Βασιλέα, Προς τας ενόπλους δυνάμεις, και Προς τον ελληνικό λαό» και ζητούσε την «άμεσον απομάκρυνσιν της τυραννικής Κυβερνήσεως Μεταξά».
Το μηνυμα Πάλερετ -Παπα Δημήτρη Μπάλφουρ- Πλουμπίδη έλεγε: «Στρατός και λαός αδελφωμένοι κατέλυσαν αρχάς λαομισήτου τυραννίας εκπροσωπούμενης υπό του στρατηγού Μεταξά. Ανακτήσας ελευθερίας αυτού απευθύνεται προς την Α. Μ. τον Βασιλέα και ζητεί την άμεσον απομάκρυνσιν της τυραννικής Κυβερνήσεως Μεταξά, την αποκατάστασιν του κράτους του νόμου και των λαϊκών ελευθεριών και τον σχηματισμόν Κυβερνήσεως Εθνικής Σωτηρίας εκ των αρίστων Ελλήνων, αδιακρίτως πολιτικών παρατάξεων, προς αντιμετώπισιν των αμεσοτάτων εσωτερικών και εξωτερικών κινδύνων, τους οποίους διατρέχει η χώρα μας και διά την δημιουργίαν μιας νέας Ελλάδος, πράγματι ηνωμένης ψυχικώς και ικανής να αντιμετωπίση με σθένος και φρόνησιν τας δυσκόλους στιγμάς, που διέρχεται η ανθρωπότης. Με αδελφικόν χαιρετισμόν προς τας ενόπλους δυνάμεις και ολόκληρον τον λαόν. Ζήτω Ο Βασιλεύς, ζήτω η Ελλάς».
Ο Σοφούλης ανέφερε ότι στη χώρα δεν επικρατεί «γαλήνη», αλλά «... ησυχία δεσμωτηρίου» και τόνιζε στο βασιλιά την ανάγκη οικοδόμησης αληθινής εθνικής ενότητας, γράφοντας ότι, «η πρώτη πατριωτική υποχρέωσις» του βασιλιά είναι ο άμεσος σχηματισμός ... μιας ουχί λόγω αλλά έργω εθνικής κυβερνήσεως, της οποίας να μετέχουν όλα τα κόμματα τα εκπροσωπούντα τας τάξεις και τας βλέψεις του ελληνικού λαού».
Η SoE επέμενε το 1938 και το 1939 ότι η αληθινή εθνική ενότητα περιλαμβάνει τους Κομμουνιστές.
Τα κωμικοτραγικά γεγονότα του Ιουλίου του 1938 στα Χανιά και το υπόμνημα Σοφούλη αποτελούν την απόλυτη απόδειξη της συνεργασίας του ΚΚΕ-Πλουμπίδη με την Ιντέλιτζεντ Σέρβις.
Για αυτό ο Ζαχαριάδης θεωρούσε χαφιέ τον Βαφειάδη, που ήταν ο συντονιστής στην Κρήτη εκ μέρους του Πολιτικού Γραφείου, δηλαδή του πράκτοράς Πλουμπίδη.
Όπως ανέκραξαν στην Βάρκιζα οι πράκτορες Σάντος και Σοφιανόπουλος «Ζήτω η Μεγάλη Βρετανία, οι επαναστάτες των Χανίων αναφώνησαν "Ζήτω ο Βασιλεύς", (της Αγγλίας).
Ο συνεργάτης της SOE Θανάσης Κλάρας, «στον λόγο της Λαμίας» υποστήριξε ότι « ο Μεταξάς, ήτανε πάντα πράχτορας του ΙΙ γραφείου του γερμανικού επιτελείου, από τον καιρό που σπούδαζε στη στρατιωτική σχολή της Γερμανίας».
Τη θέση αυτή την είχε διατυπώσει στις 24 Δεκεμβρίου 1938, το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ σε προκήρυξή του, που έλεγε ότι «ο Μεταξάς, είναι κατάσκοπος των Γερμανών».
Και ο συντάκτης αυτής της προκήρυξης ήταν ο χαφιές του Μπάλφουρ Νίκος Πλουμπίδης.
Ότι έλεγαν ο χαφιές Αρης και ο χαφιές Πλουμπίδης το έλεγαν οι «εν Λονδίνω», όπως έραψε στο ημερολόγιο του στις 15 Ιανουαρίου 1941, λίγο πριν δολοφονηθεί ο Μεταξάς: «Έχει γούστο με όλα αυτά να με ξαναβγάλουν οί έν Λονδίνω γερμανόφιλον».
Η 8η Απριλίου 1941 και η 8η Απριλίου 1939 είναι πολύ διδακτικές για κάθε Έλληνα πατριώτη που πρέπει να γνωρίζει τους Εφιάλτες της Ψωροαλίτ του Γελαδιστάν, που σήμερα μπορεί να λέγοντα Κούλης, Νότης, Φαλακρός Μασόνος κλπ.
Για τη Μάχη των
Οχυρών, κατά την τρίτη ημέρα της Γερμανικής εισβολής και το ανακοινωθέν Παπάγου
της 8ης Απριλίου μπορείτε να
διαβάσετε εδώ.
Στις 8 Απριλίου 1941, το Πολεμικό Ανακοινωθέν Νο. 305 του Αρχηγείου των Ενόπλων Δυνάμεων ανέφερε:
«Στην Αλβανία, και στο γιουγκοσλαβικό μέτωπο, συνεχίστηκαν οι ενέργειες . Στο ελληνικό μέτωπο, τα στρατεύματά μας απώθησαν τοπικές επιθέσεις στον τομέα της 9ης Στρατιάς. Πολλοί κρατούμενοι αιχμαλωτίστηκαν. Η αεροπορία μας έσπασε θέσεις του εχθρού. Στις 6 του μηνός, αεροσκάφη του Γερμανικού Αεροπορικού Σώματος επιτέθηκαν με επιτυχία σε αεροπορικές βάσεις, αποθήκες πυρομαχικών και συγκεντρώσεις στρατευμάτων σε γιουγκοσλαβικό έδαφος. Σε αυτή τη δράση τρία εχθρικά αεροσκάφη καταρρίφθηκαν και άλλα 17 αεροσκάφη καταστράφηκαν στο έδαφος.
Στη Κυρηναϊκή, οι ιταλογερμανικές τεθωρακισμένες και μηχανοκίνητες δυνάμεις — ξεπερνούν την ισχυρή αντίσταση του εχθρού — κατέλαβαν το Barce και το Tocra. Η επίθεση συνεχίζεται. Τη νύχτα της 7ης, βρετανικά αεροσκάφη πραγματοποίησαν έφοδο στην Τρίπολη. Νοσοκομεία και σπίτια επλήγησαν: ένας νεκρός και ορισμένοι τραυματίες. Βρετανικά αεροπλάνα βομβάρδισαν κάποιες τοποθεσίες στο νησί της Ρόδου τις πρώτες πρωινές ώρες της 7ης: καμία ζημιά. Στην Ανατολική Αφρική, τίποτα αξιοσημείωτο»,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου