Στην Ανατολική Μακεδονία, στην οχυρωμένη τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος, βρισκόταν αναπτυγμένο το Τμήμα Στρατιάς (ΤΣΑΜ) υπό τον εκλεκτό του Παπάγου Αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Μπακόπουλο, που διεύθυνε την μάχη τηλεφωνικά από την Θεσσαλονίκη έχοντας υπό τις διαταγές του, τρείς Μεραρχίες , και την Ταξιαρχία Νέστου.
Στη Θράκη ήταν αναπτυγμένη η Ταξιαρχία Έβρου υπό τον Έφεδρο Υποστράτηγο Ζήση Ιωάννη, η οποία διέθετε 7 λόχους Προκαλύψεως και το Οχυρό Νυμφαία. Πάντως διάταξε , τα οχυρά διατάχθηκαν να αμυνθούν «μέχρις εσχάτων. Εκείνος παραδόθηκε χωρίς να ρίξει σφαίρα.
Στο Μπέλες υπήρχε η γραμμής 9 μεμονωμένων σκυρόδετων πολυβολείων, που ξεκίναγε από το Οχυρό Ποποτλίβιτσα και κατέληγε δυτικά στο Τριεθνές (Ελλάδας, Γιουγκοσλαβίας και Βουλγαρίας) πάνω από την Καστανούσα.
Στο πολυβολείο Π9 στο Δεμίρ Καπού, ο λοχίας Δημήτρης Ίντζος ξόδεψε ως τις επτάμιση τη νύχτα και τα 33.000 φυσίγγια που διέθετε και δεν είχε πια, με τι να πολεμήσει. Ο Γερμανός διοικητής του έδωσε συγχαρητήρια για την ανδρεία του και τις απώλειες που τους προκάλεσε.
Την πρώτη ημέρα οι υπερασπιστές των Οχυρών βρέθηκαν χωρίς καμιά αεροπορική κάλυψη και χωρίς κάλυψη από το πυροβολικό, του οποίου την σύμπτυξη είχε διατάξει ο Μπακόπουλος. Έτσι κάθε οχυρό αμύνθηκε μόνο του. Εκ των ενόντων.
Όλη τη μέρα 100-200 αεροπλάνα πετούσαν πάνω από το Ρούπελ. Εναντίον τους έβαλε το μοναδικό αντιαεροπορικό του Οχυρού, από τα πυρά του οποίου καταρρίφθηκαν τρία από αυτά.
Η κύρια προσπάθεια των Γερμανών εκδηλώθηκε κατά της Κερκίνης και του Οχυρού Ρούπελ. Την επίθεση κατά του Ρούπελ, (οχυρά Ρούπελ, Ουσίτα και Παλιουριώνες ) , ανέλαβε το 125ο Ανεξάρτητο Σύνταγμα Πεζικού, ενισχυμένο με το Τάγμα Ορεινών Κυνηγών .
Ο αγώνας άρχισε με σφοδρό βομβαρδισμό του Πυροβολικού , και από τις 06:00 και με αεροπλάνα κάθετης εφόρμησης (Στούκας).
Οι γερμανοί αιφνιδίασαν τη Διμοιρία Προκάλυψης και κατέλαβαν άθικτη τη γέφυρα του ποταμού Μπίστριτσα, η οποία καταστράφηκε αργότερα από τα πυρά του πυροβολικού.
Αφού πέρασαν τον Μπίστριτσα οι Γερμανοί κατέλαβαν το ύψωμα 354 (Χαλάσματα) και άρχισαν την επίθεση κατά των υψωμάτων Νέοι-Ανατ. Προφήτες.
Στις 11.00 περίπου, οι επιτιθέμενοι πλησίασαν τα οχυρά, αλλά η προέλασή τους ανακόπηκε από τα αμυντικά πυρά και μόνο μικρά τμήματα κατόρθωσαν να ανέλθουν προς στιγμή στην επιφάνεια του Ρούπελ, αλλά τα συντονισμένα και καλώς προσαρμοσμένα πυρά της Ουσίτας, του Λόχου Δ΄ Παλιουριώνων και του Σημείου Στηρίγματος «Αντλιοστάσιον», είχαν ως αποτέλεσμα να μην επιτρέψουν στα γερμανικά τμήματα να θέσουν πόδα επί αυτών.
Τρείς Λόχοι που επιτέθηκαν κατά του οχυρού Ουσίτας, (διοικούνταν από τον λοχαγό Κόπιτσα), και αποκρούστηκαν.
Ενώ όμως οι μετωπικές επιθέσεις των Γερμανών αποκρούστηκαν, δύναμη τάγματος κατόρθωσε να διεισδύσει μεταξύ των Οχυρών Ρούπελ και Καρατάς. Από εκεί ενας Λόχος , περέκαμψε έξι πολυβολεία και κατευθύνθηκε στα νώτα της τοποθεσίας, όπου στις 16.00 κατέλαβε το χωριό Κλειδί.
Τα υπόλοιπα τμήματα του παραπάνω Τάγματος είχαν σοβαρές απώλειες και ελάχιστοι μόνο άντρες του κατόρθωσαν να περάσουν το φραγμό πυρός και να κινηθούν προς το Κλειδί. Την επίθεσή τους οι Γερμανοί υποστήριζαν συνεχώς με αεροπορία και πυροβολικό.
Παρά τις επίμονες προσπάθειες, οι Γερμανοί δεν μπόρεσαν να πλησιάσουν στα οχυρά, και με την έλευση του σκότους αποσύρθηκαν στις θέσεις εξόρμησης. Έτσι, έληξε η πρώτη μέρα της επιθέσεως των Γερμανών κατά του Ρούπελ, χωρίς αυτοί να πετύχουν το σκοπό τους.
Την πρώτη νύχτα της μάχης, (6 προς 7 Απριλίου), Έλληνες τραυματιοφορείς εξήλθαν από το οχυρό Παληουριώνες και περισυνέλεξαν τους Γερμανούς τραυματίες, ενώ διαρκούσαν ακόμα τα πυρά.
Οι τραυματίες αυτοί έτυχαν περίθαλψης εντός του οχυρού.
Στη ζώνη της 7η Μεραρχίας , (Τομείς Φαλακρού-Τουλουμπάρ-Παρανεστίου) επιτέθηκε από τις 05.15 η 72η Γερμανική Μεραρχία, η οποία άσκησε σοβαρή πίεση, κυρίως, στον Τομέα Φαλακρού, ενώ στους υπόλοιπους τομείς περιορίσθηκε στην απώθηση των τμημάτων προκαλύψεως.
Περί τις 1100, ο εχθρός προσπάθησε να κινηθεί μεταξύ των Οχυρών Πυραμιδοειδές και Λίσσε και να παραβιάσει τη στενωπό Γρανίτη, χωρίς όμως επιτυχία, εξαιτίας της αποτελεσματικότητας των πυρών των Οχυρών .
Στη συνέχεια τα γερμανικά τμήματα προσπάθησαν να διεισδύσουν μεταξύ των Οχυρών Περιθώρι και Λίσσε, αλλά και πάλι αποκρούστηκαν. Ταυτόχρονη προσπάθεια των Γερμανών να υπερκεράσουν τη στενωπό Γρανίτη από τα ανατολικά, καταλαμβάνοντας το ύψωμα Ουσόγια, απέτυχε και τα τμήματά τους καθηλώθηκαν προ του υψώματος με σοβαρές απώλειες. Οι στρατιώτες που επάνδρωναν το Οχυρό Περιθώρι υπό τον Λοχαγό Δαράτο απέκρουσαν όλες τις γερμανικές επιθέσεις με επιτυχία.
Στη ζώνη της 14ης Μεραρχίας, (Τομείς Σιδηροκάστρου και Καραντάγ), η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε με εξαιρετική σφοδρότητα, ιδιαίτερα στο αριστερό του Συντάγματος Σιδηροκάστρου κατά του Οχυρού Ρούπελ, ενώ τα Οχυρά Καρατάς και Κάλης δέχτηκαν μόνο πυρά πυροβολικού και αεροπορικό βομβαρδισμό. Ανατολικότερα , στον Τομέα του Συγκροτήματος Καραντάγ, η προσπάθεια της 72ης Μεραρχίας στράφηκε κυρίως κατά των Οχυρών Περιθώρι-Μαλιάγκα και Μπαμπαζώρα, προ των οποίων και καθηλώθηκε, ενώ το Οχυρό Παρταλούσκα αντιμετώπισε μόνο τη δράση μικρών περιπόλων. Η κύρια προσπάθεια επικεντρώθηκε στο Οχυρό Περιθώρι, όπου έγινε σκληρή πάλη, χωρίς οι Γερμανοί να πετύχουν την εκπόρθησή του.
Στη ζώνη της Ταξιαρχίας Έβρου (Τομέας Έβρου), η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε στις 0505 με την 50ή Μεραρχία στον άξονα Κίρτζαλη-Νυμφαία-Κομοτηνή. Τα τμήματα προκαλύψεως της Ταξιαρχίας Έβρου συμπτύχθηκαν επιβραδύνοντας τον εχθρό σύμφωνα με το υφιστάμενο σχέδιο.
Το Οχυρό Νυμφαία στις 0700 δέχθηκε δραστικά πυρά πυροβολικού και στις 1100 είχε περικυκλωθεί. Προσπάθειες των Γερμανών να ανέβουν στην επιφάνεια του Οχυρού αναχαιτίστηκαν από τα δραστικά πυρά.
Το σφυροκόπημα του Οχυρού τόσο από το μεγαλύτερο μέρος του πυροβολικού του 30ο Σώματος Στρατού, όσο και από την αεροπορία συνεχίσθηκε με την αυτήν ένταση μέχρι τις οκτώ το βράδυ.
Στη ζώνη της Ταξιαρχίας Νέστου (περιοχή Ξάνθης), οι Γερμανοί επιτέθηκαν από τις 0515 με την 164η Μεραρχία στον άξονα Πασμακλή-Μελίβοια-Εχίνος-Ξάνθη. Αφού ανέτρεψαν τα συνοριακά φυλάκια, έλαβαν τις απογευματινές ώρες επαφή με την κύρια τοποθεσία αντιστάσεως και το Οχυρό Εχίνος, όπου και καθηλώθηκαν από τα πυρά του Οχυρού.
Η γερμανική επίθεση κατά της τοποθεσίας της 18ης Μεραρχίας (Κερκίνη) άρχισε στις 0515 με την υποστήριξη μεγάλου αριθμού αεροπλάνων κάθετης εφορμήσεως και σφοδρών πυρών πυροβολικού.
Στον Υποτομέα Ροδοπόλεως ενήργησε η 6η Ορεινή Μεραρχία, η οποία εκδήλωσε την επίθεσή της κατά των υψωμάτων Ντεμίρ Καπού και Καλέ Μπαΐρ και κατέλαβε μέχρι τις 0700 την κύρια γραμμή αντιστάσεως επί της κορυφογραμμής της Κερκίνης.
Στη συνέχεια διέσπασε την τοποθεσία ανασχέσεως στο αριστερό του Υποτομέα και περί τις 1100 τα τμήματά της κατέλαβαν τα χωριά Πλατανάκια και Καλοχώρι, συλλαμβάνοντας στο μεταξύ και πολλούς αιχμαλώτους.
Η δύναμη του Υποτομέα, αφού επιβράδυνε τα γερμανικά τμήματα μέχρι τις βραδινές ώρες, συμπτύχθηκε στη διάρκεια της νύχτας στην τοποθεσία Κρουσίων.
Ανατολικότερα στους Υποτομείς Ρουπέσκο και Θύλακα, ενήργησε η 5η Ορεινή Μεραρχία. Η επίθεσή της υποστηρίχθηκε από 165 πυροβόλα διάφορων διαμετρημάτων και μεγάλο αριθμό αεροπλάνων. Το Οχυρό Ποποτλίβιτσα, παρά το σφοδρό βομβαρδισμό, αντιστάθηκε όλη την ημέρα και μόνο κατά τη διάρκεια της νύχτας ο εχθρός πέτυχε να επικαθήσει στην επιφάνειά του.
Από τα αντιαεροπορικά πυρά του Οχυρού καταρρίφθηκαν δύο εχθρικά αεροπλάνα.
Το βάρος της γερμανικής επιθέσεως δέχθηκαν τα Οχυρά Ιστίμπεη και Κελκαγιά, τα οποία αποτελούσαν και το «κλειδί» της τοποθεσίας. Η επίθεση εναντίον των δύο αυτών Οχυρών εκδηλώθηκε ταυτόχρονα στις 0700, αφού προηγήθηκε σφοδρός βομβαρδισμός με πυρά πεζικού, πυροβολικού και αεροπορίας.
Στις 0800 τμήματα του εχθρού κατόρθωσαν να επικαθήσουν στην επιφάνεια του Οχυρού Ιστίμπεη. Ο Διοικητής του ζήτησε να εκτελεσθεί βολή πυροβολικού στην επιφάνεια του Οχυρού που δεν εκτεεστηκε γιατι δεν υπήρχε το πυροβολικό που ειχε εγκαταλείψει τις θέσεις του γιατί οι Γερμανοί είχαν καταλάβει τα υψώματα , μεταξύ του Ιστίμπεη και του Κελκαγιά. Στο μεταξύ 200 περίπου Γερμανοί δυναμιστές επικάθησαν στην επιφάνεια του Οχυρού και με ηλεκτρικά τρυπάνια , εκρηκτικές ύλες, και δέσμες δυναμίτιδας προσπαθούσαν να καταστρέψουν το σκυρόδεμα , αλλά εξουδετερώθηκαν .Ύστερα από ολοήμερο αγώνα η μάχη συνεχίστηκε στις υπόγειες στοές όπου είχαν αποσυρθεί οι μαχητές του Οχυρού. Κατά τις πρώτες νυκτερινές ώρες 100 Γερμανοί που διείσδυσαν στο Οχυρό είτε έπεσαν νεκροί ή βαριά τραυματισμένοι.
Στις 13.00, τμήματα του εχθρού επικάθησαν στην επιφάνεια και του Οχυρού Κελκαγιά και προσπάθησαν να καταπνίξουν την αντίσταση των υπερασπιστών του, χωρίς αποτέλεσμα. Αντεπίθεση με τμήμα από τη φρουρά του Οχυρού σημείωσε προσωρινή μόνο επιτυχία.
Το Οχυρό Αρπαλούκι δέχθηκε μόνο πυρά πυροβολικού και αεροπορίας, ενώ στο Οχυρό Παλιουριώνες έγιναν διάφορες απόπειρες διεισδύσεως, οι οποίες όμως αποκρούστηκαν με σοβαρές απώλειες για τους επιτιθεμένους.
Η κατάληψη του δυτικού τμήματος της κορυφογραμμής της Κερκίνης και η διείσδυση γερμανικών τμημάτων στην κοιλάδα Ροδοπόλεως, δημιούργησε κίνδυνο για όλη την τοποθεσία Κερκίνη-Νέστος. Κατά τις βραδινές ώρες οι γερμανικές δυνάμεις ξεχύθηκαν στην κοιλάδα Ροδοπόλεως και έλαβαν επαφή με την τοποθεσία Κρουσίων, ενώ τα οχυρά επί της Κερκίνης εξακολουθούσαν να αμύνονται. Ανατολικά του Στρυμόνα και μέχρι το Νέστο οι Γερμανοί βρίσκονταν σε επαφή με την κύρια τοποθεσία αντιστάσεως, η οποία παρέμενε αρραγής.
Ανατολικότερα, στην περιοχή Ξάνθης και Κομοτηνής τα γερμανικά τμήματα, αφού παρέκαμψαν τα οχυρά, κατευθύνθηκαν προς τα νότια.
Μετά από αυτήν την εξέλιξη το ΤΣΑΜ διέταξε τη σύμπτυξη της 18ης Μεραρχίας στην τοποθεσία Στρυμόνας-λίμνη Κερκίνης, σε σύνδεσμο με την τοποθεσία Κρουσίων.
Την Πρώτη ημέρα και τα 21 Οχυρά «κράτησαν».
Οι Δυνάμεις του Ελληνικού Στρατού
Η 24η Μεραρχία κατείχε τον ορεινό όγκο της Κερκίνης, από το Τριεθνές μέχρι το Στρυμόνα ποταμό και διέθετε 7 τάγματα Πεζικού και τα τμήματα των Οχυρών, Ιστίμπεη, Κελκαγιά, Αρπαλούκι Ποποτλίβιτσα.και Παλιουριώνες. Η 14η, κατείχε τον τομέα από την ανατολική όχθη του Στρυμόνα μέχρι τις δυτικές προσβάσεις του υψιπέδου Κάτω Νευροκοπίου και διέθετε 6 τάγματα Πεζικού, 5 λόχους Προκαλύψεως και τα τμήματα 10 Οχυρών, ( Ρούπελ, Ουσίτα, Παλιουριώνες Καρατάς, Κάλη, Περσέκ, Μπαμπαζώρα, Μαλιάγκα, Περιθώρι και Παρταλούσκα). Η 7η Μεραρχία, η οποία ήταν αναπτυγμένη από τη διάβαση Λιμπάχοβο μέχρι το όρος Κουσλάρ και διέθετε 10 τάγματα Πεζικού, 2 λόχους Προκαλύψεως και τα τμήματα 6 Οχυρών. (Λίσσε, Πυραμιδοειδές, Ντάσαβλη, Καστίλο, Άγιος Νικόλαος και Μπαρτίσεβα). Η Ταξιαρχία Νέστου, υπό το Συνταγματάρχη Καλή Αναστάσιο, ήταν εγκαταστημένη στη δυτική όχθη του Νέστου ποταμού από το χωριό Πασχαλιά μέχρι τις εκβολές και διέθετε 5 τάγματα Πεζικού, μία ομάδα Αναγνωρίσεως και το Οχυρό Εχίνος. Την Θεσσαλονίκη υπεράσπιζαν η 19η Μηχανοκίνητη Μεραρχία, υπό τον Εκλεκτό του Παπάγου υποστράτηγο Λιούμπα που το είχε βάλει στα πόδα στην Θεσπρωτία, με τρία συντάγματα και το «απόσπασμα Κρουσίων» που διέθετε ένα ενισχυμένο τάγμα Πεζικού στην περιοχή Θεσσαλονίκης για την άμυνα κατά της δράσεως αλεξιπτωτιστών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου