Ι
Στο άνω εικονιζόμενο Πανδοχείο, του Ρώσου πράκτορα Μανούκ Μπέη στο Βουκουρέστι, υπογράφηκε εσπευσμένα στις 16/28 Μαΐου η Συνθήκη του Βουκουρεστίου με την οποία τελείωσε ο ένατος Ρωσο-τουρκικός πόλεμος του 1806-1812.
Οι ρωσο-τουρκικές διαπραγματευσεις είχαν αρχίσει τον Οκτώβρη του 1811, στη σημερινή Ρούσε της Βουλγαρίας.
Ο Αγγλικός παράγων Αγγλία μεγάλες προσπάθειες για να κλείσει το μέτωπο.
Επικεφαλής της διαπραγμάτευσης, ήταν από την ρωσική πλευρά ο διπλωματικός σύμβουλος του Μιχαήλ Κουτούζωφ, κόμης Αντρέι Ιταλίνσκι που πριν τον πόλεμο ήταν ο ρώσος πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη.
Για τους Τούρκους τις διαπραγματεύσεις έκαναν ο μέγας Διερμηνέας Δημήτριος Μουρούζης και ο εξάδελφός του, μέγας Διερμηνέας του Στόλου Παναγιώτης Μουρούζης υπό τις οδηγίες του Ρείς Εφέντη Μεχμέτ Σαίντ Γκαλίπ που τον υποστηριζε ο Μεγας Βεζύρης Λαζ Αζίζ Αχμέτ Πασάς.
Στην ουσία όμως, τη συνθήκη διαπραγματεύτηκε ο άγγλος επιτετραμμένος στην Κωνσταντινούπολη Στράτφορντ Κάνινγκ.
Σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης, ολόκληρη η περιοχή μεταξύ των ποταμών Προύθου και Δνείστερου μέχρι τις εκβολές του Δούναβη περιήλθε στη Ρωσία, και στη συνέχεια αποκλήθηκε από τους Ρώσους Μπεσσαραβία.
Η Ρωσία θα απέσυρε τον στρατό της από την Μολδαβία και Βλαχία, που θα παρέμεναν αποστρατικοποιημένες.
Η Συνθήκη προέβλεπε μια αυτόνομη ηγεμονία της Σερβίας υπό την τουρκική επικυριαρχία και ανάλογο καθεστώς για τη Σάμο και την Κρήτη.
Οι μεγάλοι χαμένοι από την Συνθήκη του Βουκουρεστίου ήσαν ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης που εχασε τα πάντα, ο Καρατζώρτζεβιτς και οι Σέρβοι.
Η συνθήκη υπογράφηκε από τον Ρώσο στρατηγό Μιχαήλ Κουτούζοφ και από οθωμανικής πλευράς από τον μέγα Διερμηνέα Δημήτριο Μουρούζη και τον εξάδελφό του, μέγα Διερμηνέα του Στόλου Παναγιώτη Μουρούζη. Τον Κουτούζωφ, διαδέχτηκε ο ναύαρχος Τσιτσαγκόφ που έφτασε στο Βουκουρέστι 4 ημέρες μετά την υπογραφή της Συνθήκης, στις 20 Μαίου/1 Ιουνίου 1812.
Η συνθήκη που μονογραφήθηκε από τους πληρεξουσίους θα αποκτούσε ισχύ μετά από τη επικύρωση της από τον τότε Τσάρο Αλέξανδρο Α΄ και από οθωμανικής πλευράς από το Σουλτάνο Μαχμούτ Β΄.
Την επομένη της επικύρωσης της συνθήκης από τον Τσάρο, ο Μέγας Ναπολέων ξεκίνησε την ατυχή εκστρατεία του κατά της Ρωσίας.
Όταν κατά την εκστρατεία του εκείνη ο Ναπολέων έφθασε στη Μόσχα, οι Οθωμανοί αθέτησαν την συνθήκη όσον αφορά τη Σερβία και εισέβαλαν και πάλι στη Σερβία αφού προηγουμένως αποκεφάλισαν τον Δημήτριο και Παναγιώτη Μουρούζη, τους οποίους είχε στο διαβάλλει στον Σουλτάνο ο Γάλλος πρέσβης στη Κωνσταντινούπολη Σεμπαστιάνι.
Ο Καποδίστριας έφθασε στο Βουκουρέστι όπου ανέλαβε διπλωματικός σύμβουλος του ναυάρχου Τσιτσαγκώφ επτά ημέρες μετά την υπογραφή της Συνθήκης και αμέσως ενημέρωσε τον πατέρα του.
Για την κατανόηση της Επιστολής πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι ο Καποδίστριας γνώριζε ότι θα την διαβάσουν και οι Άγγλοι και οι Γάλλοι, και ίσως οι Αυστριακοί, για αυτό απέδιδε στη «θεία πρόνοια» τον Τσιατσαγκόφ. Η Επαναστατική Ουσία βρισκόταν στο τέλος.
«Είθε ή ιερά αύτή ευχή καί αί δεήσεις αύταί νά είναι πάντοτε εις βοήθειάν μου καί νά μή μέ έγκαταλείψουν ποτέ. Ηύρα εδώ πολλάς γνωριμίας. Δεν ήδυνήθην έξ άλλου νά ίδω άκόμη ούδένα ήσύχως. Όλα λάθρα, διότι υπάρχει πολλή απασχόλησις».
"Βουκουρέστιον, 23 Μαίου/4 Ιουνίου 1812 Εις τόν Πατέρα μου. "Έφθασα ύγιής. Εις τό μέσον της διαδρομής έμαθα οτι ό αρχηγός ύπό τάς διαταγάς του όποιου ήρχόμην νά ύπηρετήσω ήτο ή Α. Ε. ό Ναύαρχος Τσιτσαγκώφ, όστις έχει μέ εύρυτάτην δικαιοδοσίαν τήν γενικήν διοίκησιν της στρατιάς τοΰ Δουνάβεως. Ή ιδιότης μου παρ' Αύτώ είναι εκείνη του Αρχηγού και Διευθυντού της Γραμματείας του δια τό διπλωματικόν τμήμα. Ή Α. Ε. με εζήτησε από την Α. Α. Μεγαλειότητα και ευγενώς τούτο εγένετο δεκτόν. Είμαι εδώ από τριών ήμερών και από τήν στιγμήν της αφίξεως μου άνέλαβον έργασίαν. Δέν έχω όθεν καιρόν νά Σάς γράψω περισσότερα και αγνοώ τούς όρους τής θέσεως τήν οποίαν κατέχω, δηλαδή την μισθοδοσίαν. Ελπίζω ότι θά είναι καλά ύφ' όλας τάς άπόψεις, διότι αυτή ή γνωριμία μέ τόν Ναύαρχον (ήτο Υπουργός τών Ναυτικών) είναι παλαιά και εις τήν Πετρούπολιν είχον τήν τιμήν νά τόν βλέπω συχνά, χωρίς ποτέ νά σκεφθώ, ότι θά ήρχετο ήμέρα καθ' ην θά ήμην υπό τάς διαταγάς Του. Ή Θεία Πρόνοια έτσι θέλει επειδή ή ευχή τών γονέων μου είναι μαζί μου και επειδή ό ιερομόναχος Συμεών δέεται ύπέρ εμού και επικαλείται δι' έμέ καλόν ταξίδιον... Είθε ή ιερά αύτή ευχή καί αί δεήσεις αύταί νά είναι πάντοτε εις βοήθειάν μου καί νά μή με εγκαταλείψουν ποτέ. Ηύρα έδώ πολλάς γνωριμίας. Δέν ήδυνήθην έξ άλλου νά ίδω άκόμη ούδένα ήσύχως.Όλα λάθρα, διότι υπάρχει πολλή άπασχόλησις καί θέλω συγχρόνως νά χρησιμοποιήσω μετριοπαθώς τάς δυνάμεις μου καί τήν ύγείαν μου έν τή υπηρεσία. Τούς έγκαρδίους μου χαιρετισμούς εις όλους. Φιλώ τάς χείρας τών θείων καί θειών. "Εστω μετ' έμοϋ, έπαναλαμβάνω, ή ευχή τών γονέων μου. Ό υιος Ιωάννης.
(Υ. Γ.)
Γράφω έχων μετ' έμού τόν Κον Πομπρώφ, όστις έργάζεται κατά τήν στιγμήν ταύτην εις τήν ιδίαν μου τράπεζαν. Αυτός Σάς ενθυμείται καί Σας στέλλει χιλίους χαιρετισμούς. Το αύτό καί ο Κος Φοντόν καί αυτός επίσης είναι εδώ".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου