25/11/08

Η επιτροπή Ανταγωνισμού μείωσε στο 1/3 το πρόστιμο για καρτέλ BP-SHELL και ξέχασε το καρτέλ των Τραπεζών.



Την επιβολή προστίμου ύψους 30.066.585 εκατ. ευρώ στην BP Hellas και 19.664.888 εκατ. ευρώ στην Shell Hellas αποφάσισε η Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση, οι δύο εταιρίες υποχρεούνται να υπολογίζουν και να χορηγούν τις εκπτώσεις (επί τιμολογίου και απολογιστικές) στις επιχειρήσεις λιανικής εμπορίας, με τις οποίες κάθε μία συναλλάσεται στην ελληνική αγορά αμόλυβδης βενζίνης ξεχωριστά και ανεξάρτητα, αρχής γενομένης ενενήντα (90) ημέρες από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, προκειμένου να παύσει η μέσω των εκπτώσεών τους διαπιστούμενη σύγκλιση των χονδρικών τιμών τους.
Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις προαναφερόμενες υποχρεώσεις απειλεί με χρηματική ποινή 10.000 ευρώ σε κάθε μία από τις εταιρίες και για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης από την παρέλευση του ανωτέρου προβλεπομένου χρόνου συμμόρφωσης.
Αναλυτικότερα στην ανακοίνωση της Επιτροπής Ανταγωνισμού επισημαίνεται ότι η Επιτροπή, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, εξέδωσε στις 20 Νοεμβρίου 2008 την υπ. αριθμ. 421/V/2008 απόφασή της σχετικά με την αυτεπάγγελτη έρευνα της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού με σκοπό τη διερεύνηση πιθανών παραβάσεων του ν. 703/77 από τις εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών.
Στην από 20 Νοεμβρίου 2008 συνεδρίασή της η Επιτροπή Ανταγωνισμού, κάνοντας δεκτές τις αιτιάσεις της από 17.7.2006 συμπληρωματικής εισήγησης της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, έλαβε κατά πλειοψηφία απόφαση επιβολής προστίμου 30.066.585 ευρώ στην εταιρία BP Hellas AE και 19.664.888 ευρώ στην εταιρία Shell Hellas AE για παράβαση του άρθρου 1 του ν.703/77, όπως ισχύει και 81 της ΣυνθΕΚ, τα οποία δεν υπερβαίνουν το προβλεπόμενο από το άρθρο 9 παρ. 2 του ν. 703/77, όπως ισχύει, ανώτατο όριο (15%) που αντιστοιχεί στον κύκλο εργασιών της τρέχουσας της παράβασης χρήσης (2003).
Ειδικότερα, η Επιτροπή Ανταγωνισμού, αφού έλαβε υπόψη τις αιτιάσεις των δύο μερών, αποφάσισε κατά πλειοψηφία ότι η εναρμονισμένη πρακτική των δύο εταιριών εμπορίας πετρελαιεοιδών αναφορικά με τον καθορισμό της εκπτωτικής τους πολιτικής στους νομούς της ελληνικής επικράτειας, είχε ως περιεχόμενο τον καθορισμό τιμών που αποτελεί μία από τις ουσιώδεις παραβάσεις του άρθρου 1 του ν. 703/1977 και 81 της ΣυνθΕΚ. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή Ανταγωνισμού αποδέχθηκε την συμπληρωματική εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, αναγνωρίζοντας τον ειδικό ρόλο των εν λόγω δύο εταιριών εμπορίας Πετρελαιοειδών σε σχέση με τις υπόλοιπες του κλάδου, λόγω κυρίως του ισχυρού brand name που διαθέτουν, διαπιστώνοντας μεταξύ άλλων την πρόθεση τους να μην ανταγωνίζονται η μία την άλλη, προχωρώντας σε σύγκλιση των καθαρών χονδρικών τους τιμών, χρησιμοποιώντας ως εργαλείο την αναλογικά προσαρμοσμένη χορήγηση εκπτώσεων.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, η Επιτροπή Ανταγωνισμού υποχρεώνει τις ανωτέρω εταιρίες να παύσουν την αναφερόμενη παράβαση, και να παραλείπουν αυτήν στο μέλλον
.
Το Παρασκήνιο
Του Νώντα Χαλδούπη «ΧΡΗΜΑ ΤΡΙΤΗ
»
To «πικρό ποτήρι» της επιβολής προστίμων στις δύο μεγαλύτερες εταιρείες εμπορίας καυσίμων της χώρας θα υποχρεωθεί να πιει ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού κ. Σπ. Ζησιμόπουλος, αφού πρώτα άφησε να στοιχειώσει η έρευνα για καρτέλ από την BP και την Shell. Την ίδια ώρα, όμως, έκανε τη χάρη στις εταιρείες διύλισης και εμπορίας να τις απαλλάξει από πλήθος διαπιστωμένων παραβιάσεων της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, με άλλη μία «άσφαιρη» διαδικασία κανονιστικής παρέμβασης στην αγορά, τη δεύτερη μέσα σε δύο χρόνια!
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Χ», ο κ. Ζησιμόπουλος δηλώνει χαρακτηριστικά πως είναι «θέμα ωρών» η επιβολή του προστίμου στις δύο κυρίαρχες εταιρείες εμπορίας της αγοράς, που έχει διαπιστωθεί ότι ακολουθούσαν (και πιθανότατα εξακολουθούν να ακολουθούν, αφού δεν παραδέχονται ότι έχουν υποπέσει σε παράβαση) εναρμονισμένη εκπτωτική πολιτική στους πρατηριούχους των δικτύων τους, με αποτέλεσμα να κρατούν σε υψηλά επίπεδα τις λιανικές τιμές.
Η συμπληρωματική εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού για την επιβολή προστίμων (τότε είχε προταθεί να ανέλθουν σε συνολικό ποσό άνω των 100 εκατ. ευρώ) έχει υποβληθεί στην Ολομέλεια από το καλοκαίρι του 2006 και, ενώ έχουν περάσει περισσότερα από δύο χρόνια, η Επιτροπή έχει καταφέρει να? αποφύγει τη λήψη απόφασης. Εδώ και αρκετές ημέρες, σύμφωνα με πληροφορίες, τα μέλη της Ολομέλειας μετρούν και ξαναμετρούν το ύψος των προστίμων που θα πρέπει να επιβληθούν.
Όμως, η πίεση έχει γίνει πλέον ασφυκτική, όχι μόνο γιατί το καταναλωτικό κοινό έχει αγανακτήσει με τις υψηλές τιμές, αλλά και επειδή εδώ και μερικές εβδομάδες έχει αρχίσει προκαταρκτική εξέταση με εισαγγελική εντολή, για να διερευνηθεί αν έχει τελεστεί το αδίκημα του αθέμιτου πλουτισμού από εταιρείες διύλισης και εμπορίας, καθώς και αν υπάρχουν ποινικές ευθύνες της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τη λειτουργία της αγοράς και τον ενδεχόμενο αθέμιτο πλουτισμό εταιρειών.
Παράλληλα, σοβαρή πίεση δέχεται ο κ. Ζησιμόπουλος και από το γεγονός ότι σύντομα λήγει η θητεία του στη θέση του προέδρου της Επιτροπής και, σύμφωνα με τον κανονισμό λειτουργίας της, όσες υποθέσεις παραμένουν εκκρεμείς στην Ολομέλεια, εξεταζόμενες υπό τη δική του προεδρία, θα πρέπει να παραπεμφθούν για εξέταση από την αρχή στην Ολομέλεια με τη νέα της σύνθεση. Αυτό σημαίνει ότι, αν δεν εκδοθεί άμεσα η απόφαση για τα πρόστιμα, ο κ. Ζησιμόπουλος κινδυνεύει να κατηγορηθεί ότι επέτρεψε να διαιωνισθεί η εξέταση μιας σοβαρής υπόθεσης, με σημαντικές συνέπειες στους καταναλωτές.
Παρόλα αυτά, ο κ. Ζησιμόπουλος κατάφερε να κάνει άλλο ένα «δώρο ατιμωρησίας» στα κυκλώματα της αγοράς καυσίμων, μετατρέποντας σε φαρσοκωμωδία τη διαδικασία της κανονιστικής παρέμβασης της Ε.Α. σε ένα τομέα της οικονομίας όπου λειτουργεί πλημμελώς ο ανταγωνισμός. Η διαδικασία προβλέπεται από το άρθρο 5 του νόμου 703/1977 και δίνει στην Επιτροπή αρμοδιότητες που έχουν ελάχιστες αντιμονοπωλιακές Αρχές στην Ευρώπη.

Ο κ. Ζησιμόπουλος οδήγησε αυτή τη διαδικασία σε μια σειρά μέτρων μικρής εμβέλειας, που θα εφαρμοσθούν υποχρεωτικά εντός 30 ημερών, αν δεν τα «εξουδετερώσει» ο υπουργός Ανάπτυξης με απόφασή του, και σε ορισμένες ορθές συστάσεις για αλλαγή του ρυθμιστικού πλαισίου της αγοράς, τις οποίες βέβαια αναμένεται να «ψαλιδίσει» η κυβέρνηση, όπως άλλωστε έκανε και πέρυσι με τις σχεδόν ταυτόσημες συστάσεις που είχε απευθύνει η Επιτροπή.
Όμως, ο πρόεδρος της Επιτροπής «ξέχασε» να εφαρμόσει συνολικά, ως όφειλε, τα προβλεπόμενα από το άρθρο 5, το οποίο επιβάλει στην Ε.Α. να αρχίσει έρευνες για καταχρηστικές πρακτικές και να επιβάλει τις προβλεπόμενες κυρώσεις, αν από τη διαδικασία της διαβούλευσης που οδηγεί στην κανονιστική παρέμβαση διαπιστώσει ότι έχουν τελεστεί παραβάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας. Με άλλα λόγια, ο κ. Ζησιμόπουλος «ξέχασε» ότι το άρθρο 5 έχει «δόντια» και προτίμησε να εφαρμόσει μόνο τις «ανώδυνες» προβλέψεις του.
Το άρθρο 12 προβλέπει τα εξής: «Αν, από τη διαδικασία της έρευνας και της διαβούλευσης κατά τις διατάξεις του άρθρου αυτού, προκύψει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των άρθρων 81 και 82 της Συνθ Ε.Κ. (σ.σ.: παραβάσεις οριζόντιων συμπράξεων και κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης), εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κανονισμού Ε.Κ. αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2002 (L1/4.1.2003) και κατά περίπτωση οι διατάξεις του άρθρου αυτού που είναι σχετικές με τα προαναφερόμενα άρθρα της Συνθ. Ε.Κ. και οι διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 4 επ. του ν.703/1977».
Η Επιτροπή διαπίστωσε παραβιάσεις σε όλα τα μήκη και πλάτη της αγοράς: από τα διυλιστήρια, μέχρι τις εταιρείες εμπορίας. Οι υπερβολικές τιμές των διυλιστηρίων, που διαμορφώνονται με την έλλειψη εσωτερικού ανταγωνισμού και την ουσιαστική απαγόρευση του ανταγωνισμού μέσω εισαγωγών, τα «καπέλα» που επιβάλλουν στους ανεξάρτητους εμπόρους, ακυρώνοντας την πρόβλεψη του νόμου που τους επιτρέπει να εφοδιάζονται απευθείας από το διυλιστήριο, οι λεόντειες συμβάσεις των εταιρειών εμπορίας με τους πρατηριούχους των δικτύων τους, είναι οι σοβαρότερες από τις παραβιάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας που διαπιστώθηκαν μεν από την Επιτροπή, χωρίς όμως να κινήσει διαδικασίες τιμωρίας των υπευθύνων.Μάλιστα, ο κ. Ζησιμόπουλος είχε και τη δυνατότητα, σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ακόμη και να κηρύξει ως ανεφάρμοστους εθνικούς νόμους που έρχονται σε σύγκρουση με το κοινοτικό Δίκαιο για την ελεύθερη λειτουργία της αγοράς και να απαγορεύσει πρακτικές των επιχειρήσεων που βασίζονται σε αυτούς τους νόμους.
«Κατά πάγια νομολογία, η υπεροχή του κοινοτικού δικαίου επιβάλλει να μην εφαρμοστεί οποιαδήποτε διάταξη εθνικού νόμου αντίθετη προς κοινοτική διάταξη, ανεξαρτήτως του αν αυτή είναι προγενέστερη ή μεταγενέστερη της κοινοτικής», αναφέρει το Δικαστήριο. «Αυτό το καθήκον να μην εφαρμόζουν την εθνική νομοθεσία που είναι αντίθετη προς το κοινοτικό δίκαιο απόκειται όχι μόνο στα εθνικά δικαστήρια αλλά και σε όλα τα κρατικά όργανα, περιλαμβανομένων των διοικητικών αρχών».
Αφού, λοιπόν, η Επιτροπή «κατάφερε» να αφήσει ανεφάρμοστο την κρίσιμη παράγραφο 12 του άρθρου 5 και να μείνουν ατιμώρητες οι εταιρείες που ευθύνονται για σοβαρές παραβάσεις της νομοθεσίας, κατέληξε να ασχολείται ακόμη και προτάσεις μέτρων παντελώς άσχετων με τον Ανταγωνισμό, όπως η υποχρεωτική λειτουργία ταμειακών μηχανών στα πρατήρια.

-Την απαγόρευση των καταχρηστικών πρακτικών του τραπεζικού καρτέλ, με λήψη ασφαλιστικών μέτρων από το υπουργείο Ανάπτυξης και την Επιτροπή Ανταγωνισμού ζήτησε η μη κυβερνητική, αντιμονοπωλιακή οργάνωση STOPCARTEL, αλλά η Επιτροπή προσανατολίζεται να απορρίψει το αίτημα και να αρχίσει άλλη μία αδιέξοδη αυτεπάγγελτη έρευνα μακράς διαρκείας, σύμφωνα με τις πληροφορίες του «Χ».
Οι πρακτικές του τραπεζικού καρτέλ, που έχουν εξοργίσει καταναλωτές και επιχειρήσεις, ιδιαίτερα μετά το ξέσπασμα της διεθνούς πιστωτικής κρίσης, βρίσκονται στο στόχαστρο της οργάνωσης, που ζητεί από την κυβέρνηση και την Ε.Α. να κάνουν χρήση των δυνατοτήτων που προσφέρει η αντιμονοπωλιακή νομοθεσία (νόμος 703/1977) για να σταματήσουν άμεσα οι τραπεζικές αυθαιρεσίες.
«Το γεγονός ότι η παράνομη συμπεριφορά των Τραπεζών αφορά τους χιλιάδες μικρομεσαίους επιχειρηματίες οι οποίοι αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της Ελληνικής Οικονομίας, καθιστά την κατά το νόμο υποχρέωσή του υπουργού να ζητήσει την άμεση -εντός δεκαπέντε εργασίμων ημερών- λήψη απόφασης ασφαλιστικών μέτρων κατά των Τραπεζών για λόγους επικειμένου κινδύνου ανεπανόρθωτης βλάβης στο δημόσιο συμφέρον, επιτακτική και αυτονόητη. Την έκδοση δε σε κάθε περίπτωση απόφασης από την Επιτροπή Ανταγωνισμού ,μέσα στην ίδια προθεσμία, υποχρεωτική», τονίζεται από την πλευρά του STOPCARTEL.
Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων στηρίζεται στη συμπεριφορά των τραπεζών έναντι των επιχειρήσεων το τελευταίο δίμηνο, όταν οι τράπεζες, με αξιοθαύμαστη ομοιομορφία προχώρησαν σε μονομερείς αυξήσεις επιτοκίων δανεισμού των επιχειρήσεων, χωρίς υπαιτιότητα των συναλλασσόμενων επιχειρηματιών, με τρόπο αιφνιδιαστικό και εκβιαστικό (αποδοχή των αυξήσεων, ή άμεση εξόφληση ολόκληρου του δανείου). Στις περισσότερες περιπτώσεις οι επιχειρηματίες που δέχθηκαν τις πιέσεις είχαν μακροχρόνιες σχέσεις συνεργασίας με τις τράπεζες, ενώ δεν είχαν την παραμικρή δυνατότητα να αποφύγουν την καταχρηστική επιβολή της μονομερούς τροποποίησης των συμβατικών όρων, αφού όλες οι τράπεζες ακολούθησαν την ίδια πρακτική.
Όπως σημειώνει το STOPCARTEL, το σύνολο των Τραπεζών, οι οποίες νόμιμα ασκούν τη δραστηριότητα τους στην Ελλάδα, ελέγχουν όλες τις οικονομικές, έχουν δηλαδή συλλογική δεσπόζουσα θέση στην Ελληνική τραπεζική αγορά. Οι πρακτικές των τραπεζών, σύμφωνα με την οργάνωση, είναι παράνομες διότι ο αντιμονοπωλιακός νόμος 703/1977 απαγορεύει τόσο την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, όσο και τις οριζόντιες εναρμονισμένες πρακτικές (καρτέλ).
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει σύμφωνα με το νόμο περιθώριο 15 ημερών για να αποφανθεί επί του αιτήματος για λήψη ασφαλιστικών μέτρων, δηλαδή θα πρέπει να αποφασίσει μέχρι το τέλος του μήνα. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, προσανατολίζεται να απορρίψει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων και, προκειμένου να διασκεδάσει τις αρνητικές εντυπώσεις από τη διαχρονική αδράνειά της έναντι του τραπεζικού καρτέλ, το οποίο έχει ήδη καταγγελθεί εδώ και 80 χρόνια από τον Ελ. Βενιζέλο, θα ανοίξει μια ακόμη αυτεπάγγελτη έρευνα για πιθανές παραβιάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας.
Υπενθυμίζεται ότι ο πρόεδρος της Ε.Α. κ. Σπ. Ζησιμόπουλος έχει αποφασίσει να δίνει προτεραιότητα στις αυτεπάγγελτες έρευνες, αλλά μέχρι σήμερα τα αποτελέσματα της συντριπτικής πλειονότητας αυτών των ερευνών έχουν αποδειχθεί από ανύπαρκτα έως μηδαμινά. Μάλιστα, σε δύο περιπτώσεις που αφορούν τις τράπεζες, η Ε.Α. κατά παράδοξο τρόπο αποφάσισε να μην επιβάλει πρόστιμα: η σύμβαση του ΙΚΑ με το τραπεζικό καρτέλ για την είσπραξη των ασφαλιστικών εισφορών, που επιβαρύνει όλους τους επιχειρηματίες με υπερβολικές χρεώσεις, επετράπη από την Επιτροπή να ισχύσει στο διηνεκές, ενώ για το καρτέλ στις διατραπεζικές προμήθειες διαπιστώθηκαν μεν οι παραβάσεις, αλλά δεν επιβλήθηκαν πρόστιμα, επειδή οι τράπεζες δεσμεύθηκαν να μειώσουν στο μέλλον τις χρεώσεις (τα παράνομα κέρδη του παρελθόντος έμειναν ατιμώρητα).
Πώς τσάκισαν το «Lombard Club»
Στελέχη της Ε.Α. καλλιεργούν αβάσιμες προσδοκίες στην κοινή γνώμη, με «διαρροές» περί της ύπαρξης σοβαρών στοιχείων για τις τράπεζες, τα οποία, όπως λένε, θα αξιοποιηθούν στο πλαίσιο της αυτεπάγγελτης έρευνας, η οποία όμως έχει όλες τις προδιαγραφές να εξελιχθεί σε μια ακόμη ατέρμονη διαδικασία. Η Ε.Α. έχει χάσει πλέον κάθε πλεονέκτημα αιφνιδιασμού, αφού αποφεύγει να προχωρήσει σε αιφνιδιαστικές εφόδους για συλλογή στοιχείων στην Ένωση Τραπεζών και στις τράπεζες-μέλη της, όπως είχε πράξει στο παρελθόν η Κομισιόν, για να εξαρθρώσει το καρτέλ των αυστριακών τραπεζών, που έχει πολλές ομοιότητες με το ελληνικό.
Η Επιτροπή είχε επιβάλλει πρόστιμα 124,26 εκατ. ευρώ σε οκτώ μεγάλες Αυστριακές τράπεζες, στην υπόθεση της σύμπραξης «Lombard Club». Η Κομισιόν είχε διαπιστώσει ότι οι διοικητές των τραπεζών είχαν συναντήσεις μια φορά το μήνα εκτός του Αυγούστου στο πλαίσιο του «Lombard Club» για να καθορίζουν την τιμολόγηση των τραπεζικών υπηρεσιών «μέχρι και το τελευταίο χωριό», όπως είχαν πει τα στελέχη μιας τράπεζας. Επίσης, οι τράπεζες είχαν ιδρύσει πλήθος επιτροπών για να εξετάζουν όλα τα επιμέρους θέματα και να καταλήγουν σε κοινή πολιτική.
Κατά διαβολική σύμπτωση, έντεκα συναντήσεις το χρόνο έχουν και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης Τραπεζών, η οποία διαθέτει και τεράστιο αριθμό ειδικών επιτροπών, για να διαμορφώνεται κοινή στάση σε όλα τα θέματα. Στην Ένωση κυριαρχούν οι μεγάλες τράπεζες, καθώς ο αριθμός των ψήφων βάσει του καταστατικού σταθμίζεται με βάση τα μερίδια αγοράς. Ο δε συντονισμός της πολιτικής των τραπεζών δεν έχει επιβεβαιωθεί μόνο από την κοινή εμπειρία των περισσότερων συναλλασσομένων, αλλά και από έγγραφα που ήδη έχει στην κατοχή της η Ε.Α., όπως η εγκύκλιος με την οποία ζητήθηκε από όλες τις τράπεζες να εφαρμόσουν κατά τον ίδιο τρόπο (δηλαδή να μην εφαρμόσουν) τον παλαιότερο νόμο για τα πανωτόκια.
Ενδεικτική του τρόπου λειτουργίας της Ένωσης Τραπεζών είναι και η αυστηρή διαδικασία πειθαρχικής αντιμετώπισης όσων μελών δεν συμμορφώνονται στις κοινές αποφάσεις, που φθάνει μέχρι και την αποβολή τους, η οποία συνεπάγεται και αυτόματη έξοδο από την εταιρεία ΔΙΑΣ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα συμμόρφωσης προς τας υποδείξεις του καρτέλ φαίνεται πως ήταν και η πρόσφατη απόφαση κρατικής τράπεζας να αυξήσει σε μια νύχτα τα επιτόκια των καρτών της από το εύλογο 9% στο 16%, αμέσως μόλις απέκτησε την ιδιότητα του τακτικού μέλους του «Athens Club».
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Χ», η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει ήδη στα χέρια της αρκετά στοιχεία που θα της επέτρεπαν από καιρό να τιμωρήσει τις τράπεζες για σχηματισμό καρτέλ και να απαγορεύσει τις καταχρηστικές πρακτικές τους, ενώ θα μπορούσε εύκολα να συγκεντρώσει πολλά περισσότερα, αλλά συστηματικά το αποφεύγει. Στη βάση ακριβώς αυτής της αποδεδειγμένης ανεπάρκεια της Επιτροπής, πληροφορίες του «Χ» αναφέρουν ότι το STOP CARTEL εξετάζει ακόμη και το ενδεχόμενο να παρακάμψει την εθνική Αρχή για τον Ανταγωνισμό και να απευθύνει καταγγελία απευθείας στην Κομισιόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: