Το 24% του ελληνικού πληθυσμού, ήτοι 2.120.406 άτομα, ζούσε το 2008 σε «περιβάλλον φτώχειας» .ενώ το 2007 το ποσοστό ήταν 18% , ή 1.590.305 άτομα.
Οι περισσότερο φτωχές κατηγορίες είναι οι αγρότες (36,2% του πληθυσμού τους), οι συνταξιούχοι (36%, με το ποσοστό στην ομάδα των συνταξιούχων του ιδιωτικού τομέα να εκτινάσσεται στο 42%, και οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα (με ποσοστό 19%).
Δηλαδή 530.101 Έλληνες είδαν την οικονομική τους κατάσταση να μεταβάλλεται επί το δυσμενέστερο πέρσι, παρά το ότι εξακολουθούν να είναι ιδιαίτερα υψηλά τα ποσοστά λήψης οικονομικής βοήθειας από την ευρύτερη οικογένεια, ενώ αρκετοί μισθωτοί και συνταξιούχοι κάνουν δύο ή και περισσότερες δουλειές για να τα βγάλουν πέρα.
Σημαντικά είναι τα ποσοστά όσων δηλώνουν δυσκολία να καλύψουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις προς τις τράπεζες, καθώς επτά στους δέκα δανειολήπτες δηλώνουν πιεσμένοι για την πληρωμή των δόσεών τους, αλλά και όσων δυσκολεύονται να πληρώσουν ακόμη και τους πάγιους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ.
Ειδικότερα και σύμφωνα με την έρευνα που δημοσιοποίησε χθες η VPRC το 2008:
Το 46% των Ελλήνων, δηλαδή 4.064.112 άτομα δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν για μία εβδομάδα διακοπών τον χρόνο, όταν το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 41% το 2007.
Το 42%, δηλαδή 3.710.711 άτομα αδυνατούσαν να αντιμετωπίσουν έκτακτες μεν αναγκαίες δε, δαπάνες, που προέκυψαν στο νοικοκυριό τους, με το αντίστοιχο ποσοστό του 2007 να ήταν στο 39%.
21%, δηλαδή 1.855.355 άτομα, δεν μπορούσαν να έχουν ικανοποιητική θέρμανση στο νοικοκυριό τους, σημειώνοντας αύξηση επτά ποσοστιαίων μονάδων σε σύγκριση με το 2007.
Το 26% δεν μπορούσε να τρώει κάθε δεύτερη μέρα κρέας, κοτόπουλο, ψάρι ποσοστό αυξημένο κατά τρεις μονάδες σε σχέση με το 2007.
Από τους παραπάνω τέσσερις δείκτες συνάγεται το συμπέρασμα ότι ανέρχεται στο 24% το συνολικό ποσοστό των ατόμων που συγκεντρώνουν τρεις ή και τις τέσσερις «οικονομικές αδυναμίες», που μπορεί να θεωρηθούν ως περιβάλλον φτώχειας στην ελληνική κοινωνία, όταν το 2007 ήταν 18% (δηλαδή 2.120.406 άτομα το 2008 από 1.590.305 άτομα το 2007).
Οι περισσότερο φτωχές κατηγορίες είναι οι αγρότες (36,2% του πληθυσμού τους), οι συνταξιούχοι (36%, με το ποσοστό στην ομάδα των συνταξιούχων του ιδιωτικού τομέα να εκτινάσσεται στο 42%, και οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα (με ποσοστό 19%).
Εντυπωσιακά είναι τα ευρήματα της έρευνας όσον αφορά τις καθημερινές οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες:
1. Το 35%, δηλαδή 3.095.259 άτομα, αντιμετώπισαν δυσκολία στην πληρωμή των λογαριασμών ρεύματος, νερού, φυσικού αερίου κ.ά., με το ποσοστό να καταγράφει κατακόρυφη αύξηση σε σχέση με το 2007, που ήταν 27%. Δηλαδή το 2008 περίπου 706.000 Έλληνες προστέθηκαν στη λίστα των ατόμων που πλήρωσαν με δυσκολία τους πάγιους λογαριασμούς.
2. Το 13%, δηλαδή 1.148.553 άτομα, αντιμετώπισαν δυσκολία στην πληρωμή ενοικίου ή δόσης δανείου πρώτης κατοικίας. Το υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα απορροφά μέρος της πίεσης, αλλά παρ' όλα αυτά, το συγκεκριμένο ποσοστό εμφανίζεται αυξημένο κατά μία ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με το 2007.
3. Σημαντική αύξηση σημείωσε και ο αριθμός όσων δυσκολεύτηκαν να πληρώσουν δόσεις πιστωτικών καρτών και δανείων. Το σχετικό ποσοστό ανήλθε σε 26%, ή 2.297.107 άτομα, από 19% το 2007.
4. Το 77% των πολιτών που δηλώνουν ότι πληρώνουν μηνιαίως κάποιο ποσό στις τράπεζες (που ανέρχεται στο 45% του συνόλου, από 38% το 2007), δηλώνει ότι επιβαρύνεται πολύ και αρκετά από τις δανειακές του υποχρεώσεις, ενώ το 29% δηλώνει πως επιβαρύνεται πολύ, αντί 78% και 26% που ήταν τα αντίστοιχα ποσοστά το 2007.
Προβάλλοντας στο σύνολο του πληθυσμού τα συγκεκριμένα ποσοστά προκύπτει ότι το ένα τρίτο του συνόλου των πολιτών (34,5%) βρίσκεται πιεσμένο από τις δανειακές του υποχρεώσεις, από 29,5% που ήταν το συγκεκριμένο ποσοστό το 2007.
5. Σημαντική είναι η αύξηση, στην κατηγορία των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, του ποσοστού που δηλώνει χρεωμένο σε δόσεις, πιστωτικές κάρτες και δάνεια.
Συγκεκριμένα, το ποσοστό ιδιωτικών υπαλλήλων που είναι χρεωμένοι στις τράπεζες ανήλθε στο 56% το 2008, από 46% το 2007. Το αντίστοιχο ποσοστό στους δημοσίους υπαλλήλους διαμορφώθηκε σε 61% το 2008, μειωμένο κατά εννέα ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2007.
Περισσότερο από ένα εκατομμύριο πολίτες, δηλαδή το 12% του πληθυσμού της χώρας, αναγκάζεται να κάνει και δεύτερη δουλειά για να τα βγάλει πέρα.
Το αντίστοιχο ποσοστό το 2007 ήταν 13%. Το ποσοστό στους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα είναι 17% (από 15% το 2007), ενώ στους δημοσίους υπαλλήλους είναι μόλις 10%, μειωμένο κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2007.
Εργασία ή περιστασιακές δουλειές για να συμπληρωθεί το εισόδημά του ασκεί και το 10% των συνταξιούχων, ή 171.400 άτομα, μειωμένο κατά 1%, συνολικά, σε σχέση με το 2007, αλλά αυξημένο κατά 5% στην ειδική κατηγορία των συνταξιούχων του ιδιωτικού τομέα.
Τα πράγματα ενδεχομένως να ήταν χειρότερα για τα περισσότερα νοικοκυριά, εάν δεν ήταν ενισχυμένος ο θεσμός της οικογένειας στην Ελλάδα. Το 32% των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα (571.096 άτομα) έχουν οικονομική βοήθεια από την οικογένεια, στους δημοσίους υπαλλήλους το ποσοστό διαμορφώνεται στο 20% ενώ στο σύνολο του πληθυσμού ανέρχεται στο 22%.
Βοήθεια από την οικογένεια λαμβάνει και σημαντικό ποσοστό νοικοκυρών και συνταξιούχων (13% των νοικοκυρών και 9% των συνταξιούχων)
Η ταυτότητα της έρευνας
Πρόκειται για την ετήσια έκθεση οικονομικών και κοινωνικών δεικτών για τα ελληνικά νοικοκυριά το 2008, που διεξάγει η εταιρεία VPRC. Οι δείκτες που παρουσιάζονται προέρχονται από τα αθροιστικά αρχεία των ποσοτικών «πρόσωπο με πρόσωπο (face to face)» ερευνών της εταιρείας .
Σημαντικά είναι τα ποσοστά όσων δηλώνουν δυσκολία να καλύψουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις προς τις τράπεζες, καθώς επτά στους δέκα δανειολήπτες δηλώνουν πιεσμένοι για την πληρωμή των δόσεών τους, αλλά και όσων δυσκολεύονται να πληρώσουν ακόμη και τους πάγιους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ.
Ειδικότερα και σύμφωνα με την έρευνα που δημοσιοποίησε χθες η VPRC το 2008:
Το 46% των Ελλήνων, δηλαδή 4.064.112 άτομα δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν για μία εβδομάδα διακοπών τον χρόνο, όταν το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 41% το 2007.
Το 42%, δηλαδή 3.710.711 άτομα αδυνατούσαν να αντιμετωπίσουν έκτακτες μεν αναγκαίες δε, δαπάνες, που προέκυψαν στο νοικοκυριό τους, με το αντίστοιχο ποσοστό του 2007 να ήταν στο 39%.
21%, δηλαδή 1.855.355 άτομα, δεν μπορούσαν να έχουν ικανοποιητική θέρμανση στο νοικοκυριό τους, σημειώνοντας αύξηση επτά ποσοστιαίων μονάδων σε σύγκριση με το 2007.
Το 26% δεν μπορούσε να τρώει κάθε δεύτερη μέρα κρέας, κοτόπουλο, ψάρι ποσοστό αυξημένο κατά τρεις μονάδες σε σχέση με το 2007.
Από τους παραπάνω τέσσερις δείκτες συνάγεται το συμπέρασμα ότι ανέρχεται στο 24% το συνολικό ποσοστό των ατόμων που συγκεντρώνουν τρεις ή και τις τέσσερις «οικονομικές αδυναμίες», που μπορεί να θεωρηθούν ως περιβάλλον φτώχειας στην ελληνική κοινωνία, όταν το 2007 ήταν 18% (δηλαδή 2.120.406 άτομα το 2008 από 1.590.305 άτομα το 2007).
Οι περισσότερο φτωχές κατηγορίες είναι οι αγρότες (36,2% του πληθυσμού τους), οι συνταξιούχοι (36%, με το ποσοστό στην ομάδα των συνταξιούχων του ιδιωτικού τομέα να εκτινάσσεται στο 42%, και οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα (με ποσοστό 19%).
Εντυπωσιακά είναι τα ευρήματα της έρευνας όσον αφορά τις καθημερινές οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες:
1. Το 35%, δηλαδή 3.095.259 άτομα, αντιμετώπισαν δυσκολία στην πληρωμή των λογαριασμών ρεύματος, νερού, φυσικού αερίου κ.ά., με το ποσοστό να καταγράφει κατακόρυφη αύξηση σε σχέση με το 2007, που ήταν 27%. Δηλαδή το 2008 περίπου 706.000 Έλληνες προστέθηκαν στη λίστα των ατόμων που πλήρωσαν με δυσκολία τους πάγιους λογαριασμούς.
2. Το 13%, δηλαδή 1.148.553 άτομα, αντιμετώπισαν δυσκολία στην πληρωμή ενοικίου ή δόσης δανείου πρώτης κατοικίας. Το υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα απορροφά μέρος της πίεσης, αλλά παρ' όλα αυτά, το συγκεκριμένο ποσοστό εμφανίζεται αυξημένο κατά μία ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με το 2007.
3. Σημαντική αύξηση σημείωσε και ο αριθμός όσων δυσκολεύτηκαν να πληρώσουν δόσεις πιστωτικών καρτών και δανείων. Το σχετικό ποσοστό ανήλθε σε 26%, ή 2.297.107 άτομα, από 19% το 2007.
4. Το 77% των πολιτών που δηλώνουν ότι πληρώνουν μηνιαίως κάποιο ποσό στις τράπεζες (που ανέρχεται στο 45% του συνόλου, από 38% το 2007), δηλώνει ότι επιβαρύνεται πολύ και αρκετά από τις δανειακές του υποχρεώσεις, ενώ το 29% δηλώνει πως επιβαρύνεται πολύ, αντί 78% και 26% που ήταν τα αντίστοιχα ποσοστά το 2007.
Προβάλλοντας στο σύνολο του πληθυσμού τα συγκεκριμένα ποσοστά προκύπτει ότι το ένα τρίτο του συνόλου των πολιτών (34,5%) βρίσκεται πιεσμένο από τις δανειακές του υποχρεώσεις, από 29,5% που ήταν το συγκεκριμένο ποσοστό το 2007.
5. Σημαντική είναι η αύξηση, στην κατηγορία των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, του ποσοστού που δηλώνει χρεωμένο σε δόσεις, πιστωτικές κάρτες και δάνεια.
Συγκεκριμένα, το ποσοστό ιδιωτικών υπαλλήλων που είναι χρεωμένοι στις τράπεζες ανήλθε στο 56% το 2008, από 46% το 2007. Το αντίστοιχο ποσοστό στους δημοσίους υπαλλήλους διαμορφώθηκε σε 61% το 2008, μειωμένο κατά εννέα ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2007.
Περισσότερο από ένα εκατομμύριο πολίτες, δηλαδή το 12% του πληθυσμού της χώρας, αναγκάζεται να κάνει και δεύτερη δουλειά για να τα βγάλει πέρα.
Το αντίστοιχο ποσοστό το 2007 ήταν 13%. Το ποσοστό στους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα είναι 17% (από 15% το 2007), ενώ στους δημοσίους υπαλλήλους είναι μόλις 10%, μειωμένο κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2007.
Εργασία ή περιστασιακές δουλειές για να συμπληρωθεί το εισόδημά του ασκεί και το 10% των συνταξιούχων, ή 171.400 άτομα, μειωμένο κατά 1%, συνολικά, σε σχέση με το 2007, αλλά αυξημένο κατά 5% στην ειδική κατηγορία των συνταξιούχων του ιδιωτικού τομέα.
Τα πράγματα ενδεχομένως να ήταν χειρότερα για τα περισσότερα νοικοκυριά, εάν δεν ήταν ενισχυμένος ο θεσμός της οικογένειας στην Ελλάδα. Το 32% των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα (571.096 άτομα) έχουν οικονομική βοήθεια από την οικογένεια, στους δημοσίους υπαλλήλους το ποσοστό διαμορφώνεται στο 20% ενώ στο σύνολο του πληθυσμού ανέρχεται στο 22%.
Βοήθεια από την οικογένεια λαμβάνει και σημαντικό ποσοστό νοικοκυρών και συνταξιούχων (13% των νοικοκυρών και 9% των συνταξιούχων)
Η ταυτότητα της έρευνας
Πρόκειται για την ετήσια έκθεση οικονομικών και κοινωνικών δεικτών για τα ελληνικά νοικοκυριά το 2008, που διεξάγει η εταιρεία VPRC. Οι δείκτες που παρουσιάζονται προέρχονται από τα αθροιστικά αρχεία των ποσοτικών «πρόσωπο με πρόσωπο (face to face)» ερευνών της εταιρείας .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου