Του Κέρρυ Μπόλτον
απόδοση στα Νέα Ελληνικά:
Δημήτρης Μιχαλόπουλος
Πολλοί είναι οι σοσιαλιστές που έχουνε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η εργατική τάξη είναι υπερβολικά συντηρητική, ώστε να ηγηθεί της επανάστασης καθώς και ότι, με κρυφά μέσα, φτάνει κανείς ευκολότερα στον σοσιαλισμό.
Στον αγγλόφωνο κόσμο, το κίνημα αυτό πήρε το όνομα φαβιανός σοσιαλισμός.
Η Φαβιανή Εταιρεία ιδρύθηκε από Βρεταννούς διανοούμενους το 1883, και σύντομα προσέλκυσε προσωπικότητες όπως ο H.G. Wells και ο Τζωρτζ Μπέρναντ Σω (George Bernard Shaw).
Στους Φαβιανούς δεν άρεσε να τους αποκαλούν Mαρξιστές ή Kομμουνιστές: προτιμούσαν αντίθετα τον όρο «κολλεκτιβιστές».
Αυτοί, οι φαβιανοί κολλεκτιβιστές, φτιάξανε στο Λονδίνο τη Σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών, το διαβόητο London School of Economics (LSE).
Σύμφωνα με την Μπεατρίς Γουέμπ (Beatrice Webb, που είχε ιδρύσει τη Φαβιανή Εταιρεία, πολλά από τα απαραίτητα για την ίδρυση του LSE χρήματα ήρθανε από τους Ροτσιλντ, τον Tζούλιους Βέρνερ (Sir Julius Charles Wernher) και τον Έρνεστ Κασσέλ (Sir Ernest Cassell.
Για παράδειγμα, όταν το 1920 το LSE βρέθηκε σε οικονομικές δυσκολίες, ο Κασσέλ βοήθησε με δωρεά 472.000 λιρών.
Ο πανεπιστημιακός Τζ. Χ. Μόργκαν (J.H.Morgan), εξηγεί για τη δωρεά του Κασσέλ:
«Όταν ρώτησα τον Λόρδο Χαλνταίην (Haldane) γιατί έπεισε τον φίλο του, Σερ Έρνεστ Κασσέλ, να… [δώσει] ένα μεγάλο ποσό στο LSE, απάντησε:
“Σκοπός μας είναι να κάνουμε αυτό το ίδρυμα το μέρος όπου θα ανατραφεί και εκπαιδευθεί η γραφειοκρατία του μέλλοντος Σοσιαλιστικού Κράτους”».
Η σχέση ανάμεσα στο διεθνές κεφάλαιο και το από Σοσιαλιστές χρηματοδοτούμενο LSE φαίνεται από το ότι ο Έρνεστ Κασσέλ βοήθησε να καθιερωθεί η έδρα «Οικονομικής Γεωγραφίας» και επίσης από το ότι ο Έβελυν Ρόμπερτ ντε Ρότσιλντ (Sir Evelyn Robert de Rothschild), διατέλεσε «Κυβερνήτης» του LSE.
Το 1923 έγινε η πρώτη δωρεά από το Ίδρυμα Ροκφέλλερ στο LSE ύψους 1.000.000 δολλαρίων.
Μεταξύ 1929 και 1952 το Ίδρυμα Ροκφέλλερ δώρησε άλλα 4.105.592 δολλάρια στο LSE.
Ο Σίντνεϋ Γουέμπ τέλος, σύζυγος της Μπεατρίς και επικεφαλής της Φαβιανής Εταιρίας, κινητήρια δύναμη πίσω από τη δημιουργία του LSE, πίστευε ότι το χρήμα έπρεπε να χρησιμοποιείται για να ενθαρρύνει την έρευνα και μελέτη της Οικονομίας.
Επομένως, το LSE ιδρύθηκε ως ένας φαβιανός σοσιαλιστικός οργανισμός, με χρήματα από τους Ρότσιλντ, τον Κασσέλ, τον Ροκφέλλερ και αρκετούς άλλους - παρόμοιους.
Στη συνέχεια, το LSE εκπαίδευσε χιλιάδες οικονομολόγους σε όλο τον κόσμο, πολλοί από τους οποίους έχουν τεράστια ισχύ και επιρροή.
Δεκαέξι απόφοιτοι ή μέλη του διδακτικού προσωπικού έχουν κερδίσει το βραβείο Νόμπελ, ενώ η έρευνα του LSE καθορίζει σε πολλές χώρες την κυβερνητική πολιτική και την επιχειρηματική πρακτική.
Το γερμανικό και ιδιαίτερα ‘επιτυχημένο’ αντίστοιχο του Φαβιανισμού, είναι η Σχολή Κριτικής Θεωρίας της Φραγκφούρτης.
Αυτή ξεκίνησε ως Ινστιτούτο Κοινωνικής Έρευνας το 1923 από μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος στο πανεπιστήμιο ακριβώς της Φραγκφούρτης.
Όπως και οι Φαβιανοί, αυτοί οι Γερμανοί κομμουνιστές είχαν συμπεράνει ότι οι εργάτες δεν μπορούσαν να ηγηθούν της επανάστασης.
Επίσης, στο πρότυπο βέβαια του Ιταλού κομμουνιστή διανοούμενου Αντόνιο Γκράμσι (Antonio Gramsci), ήτανε πεπεισμένοι ότι ότι η ριζική ανατροπή των πολιτισμικών ηθών και θεσμών έπρεπε να προηγηθεί της δημιουργίας του κομμουνιστικού κράτους.
Το κληροδότημα με το οποίο ιδρύθηκε η Σχολή της Φραγκφούρτης ήταν δωρεά του Χέρμαν Βάιλ (Herman Weil), επιχειρηματία που έκανε την περιουσία του κερδοσκοπώντας με τις τιμές του σιταριού.
Ο Μαξ Χορκχάιμερ (Max Horkheimer), που έγινε διευθυντής της Σχολής το 1930, συμπέρανε ότι έπρεπε να πραγματοποιηθεί μια περίπλοκη επανάσταση μέσω της μεταμόρφωσης των θεσμών του Δυτικού Πολιτισμού.
Την ίδια περίοδο, ο μουσικός κριτικός Τέοντορ Αντόρνο (Theodor Adorno) καθώς και οι ψυχολόγοι Έριχ Φρομ (Erich Fromm) και Βίλχελμ Ράιχ (Wilhelm Reich) έγιναν μέλη της Σχολής.
Όταν οι Εθνικοσοσιαλιστές πήρανε την εξουσία στη Γερμανία κατά το 1933, τα μέλη της Σχολής, πολλοί από τους οποίους ήταν Ιουδαίοι, αναγκάστηκαν να φύγουνε. Πολλοί πήγαν στην Αμερική, όπως και ο Χέρμπερτ Μαρκούζε (Herbert Marcuse, δηλαδή ο μετέπειτα ‘πνευματικός πατέρας’ της Νέας Αριστεράς, που τότε δεν ήταν παρά μεταπτυχιακός φοιτητής.
Το πανεπιστήμιο Columbia τους βοήθησε να ξαναφτιάξουνε τη Σχολή της Φραγκφούρτης στη Νέα Υόρκη - ως Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών στη Νέα Υόρκη αυτήν τη φορά.
Το κύριο εργαλείο της Σχολής είναι η «Κριτική Θεωρία» που στην ουσία είναι η καταστροφική ανάλυση των θεμελιωδών στοιχείων του Δυτικού πολιτισμού – συγκεκριμένα της Θρησκείας, της Οικογένειας, της Ηθικής, των Παραδόσεων και του Εθνικισμού. Στο πιο σημαντικό του βιβλίο, που έχει τίτλο Η αυταρχική προσωπικότητα, ο Αντόρνο ισχυρίζεται ότι η «πατριαρχική οικογένεια» είναι το φυτώριο του Φασισμού, επειδή η πατρική μορφή είναι από τη φύση της αυταρχική. Άλλα μέλη της σχολής, όπως ο Έριχ Φρομ και ο Βίλχελμ Ράιχ, συνδύασαν τις θεωρίες του Φρόυντ περί σεξουαλικής καταπίεσης με τις οικονομικές θεωρίες του Μαρξ:
Η σεξουαλική καταπίεση αποτελούν προϊόν της καπιταλιστικής κοινωνίας και απαραίτητη προϋπόθεση της κοινωνικής επανάστασης είναι η σεξουαλική απελευθέρωση.
Η σεξουαλική, όμως, επανάσταση προαπαιτεί την καταστροφή της οικογένειας, της πατρότητας και της παραδοσιακής ανατροφής των παιδιών.
Ειδικά οι θεωρίες του Ράιχ ενθουσιωδώς εντάχθηκαν στη Νέα Αριστερά στη δεκαετία του 1960.
Σύμφωνα με αυτόν τον τελευταίο:
«Η καταπίεση της φυσιολογικής σεξουαλικότητας του παιδιού, ειδικά εκείνης που σχετίζεται με τα γεννητικά όργανα, κάνει το παιδί δειλό, ντροπαλό, υπάκουο και φοβισμένο μπροστά στην εξουσία… Οι δυνατότητές του για εξέγερση παραλύουνε, επειδή σε κάθε απόπειρα εξέγερσης το κυριεύει άγχος. Η καταπίεση αυτή συρρικνώνει τη σκέψης και την κριτική ικανότητα. Εν ολίγοις, στόχος της σεξουαλικής καταπίεσης είναι η δημιουργία ατόμων προσαρμοσμένων στην αυταρχική τάξη [πραγμάτων] και πλήρως υποταγμένων σε αυτήν... Αρχικά [λοιπόν]το παιδί πρέπει να υποταγεί στη δομή της μικρογραφίας του αυταρχικού κράτους, δηλαδή στην οικογένεια. Αυτό, στη συνέχεια, επιφέρει την υποταγή του στο γενικότερο αυταρχικό σύστημα.
Η δημιουργία της αυταρχικής δομής επιτυγχάνεται μέσω της εδραίωσης της σεξουαλικής αναστολής και του άγχους.»
Για τη Σχολή της Φραγκφούρτης και τους οπαδούς της ακόμα και μία μερική κατάρρευση της γονικής εξουσίας αυξάνει τις πιθανότητες «κοινωνικής αλλαγής».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου