19/7/20

Μνήμη του Πατριώτη Στράτη Μυριβήλη. Του πρώτου που μίλησε για την «Κόκκινη Φυλή». Τη νέα κομμουνιστική φυλή. Και που διακήρυξε ότι: «Όταν κανείς γίνει συνειδητός κομμουνιστής παύει να είναι Έλληνας».

Ο Στράτης Μυριβήλης ανήκει στη γενιά που πολέμησε δέκα χρόνια για την Μεγάλη Ελλάδα , στους βαλκανικούς πολέμους, και στην Μικρασιατική Εκστρατεία. Ευγενική Ψυχή, βενιζελικός και Σοσιαλιστής του Παπαναστασίου, αλλά βαθειά αντικομουνιστής. 
Συστρατεύτηκε στον Πόλεμο του 1940, και γύρισε όλη την Ελλάδα μετά την απελευθέρωση κάνοντας αντικομουνιστική διαφώτιση . 
 Τελικά στράφηκε σε έναν «ενδοσκοπικό εθνικισμό», αναζητώντας με πάθος τα διακριτικά της ελληνικής συνείδησης στην ελληνική γη και στη λαϊκή παράδοση. 

 Γεννήθηκε στην υπόδουλη Λέσβο, στο ορεινό χωριό Συκαμινέα στις 30 Ιουνίου 1890. Το 1912 ήρθε για σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ ταυτόχρονα εργαζόταν για τα προς το ζην ως συντάκτης στην εφημερίδα «Πατρίς». Το Σεπτέμβρθι του 1912 κατατάχθηκε εθελοντικά στο στρατό και πήρε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους. Τραυματίστηκε στο πόδι από δύο σφαίρες στη μάχη Κιλκίς-Λαχανά και τιμήθηκε με το Μετάλλιο Βαλκανικών πολέμων. 
 Το 1917 κατατάχθηκε στο 4ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους με το βαθμό του δεκανέα και πολέμησε στο μακεδονικό μέτωπο . Από την εμπειρία του στα χαρακώματα προέκυψε το βιβλίο του «Η ζωή εν τάφω». Κατά τη Μικρασιατική εκστρατεία υπηρέτησε ως λοχίας. Στις 28 Ιουνίου του 1920 παντρεύτηκε στο Εσκισεχίρ, την Ελένη Δημητρίου, από το Δεκελί της Μικράς Ασίας. 
Με την εκκένωση της Μικράς Ασίας βρέθηκε για λίγους μήνες πρόσφυγας στη Θράκη. Αποστρατεύτηκε στις 10 Οκτωβρίου του 1922 με το βαθμό του ανθυπολοχαγού και επέστρεψε στη Λέσβο, όπου το 1923 εξέδωσε την τη εφημερίδα, «Καμπάνα». Το 1925 σταμάτησε την έκδοση της Καμπάνας για να εκδώσει μαζί με τον Μυτιληνιό λόγιο Θείελπι Λευκία τη δεύτερη εφημερίδα του, τον «Ταχυδρόμο» που υποστήριζε τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου.
 Το 1932 έφυγε από τη Μυτιλήνη μαζί με την οικογένειά του για μόνιμη εγκατάσταση στην Αθήνα σαν διευθυντής και αρχισυντάκτης στην εφημερίδα «Δημοκρατία», την οποία εξέδωσε το κόμμα του Παπαναστασίου. 
Το καλοκαίρι του 1933, και έφυγε από τη «Δημοκρατία», και άρχισε τη συνεργασία του με την εφημερίδα «Πρωία». Το 1936 είχε γίνει τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και έπιασε δουλειά στην εφημερίδα «Η Εθνική».
 Τον Απρίλιο του 1940 τιμήθηκε με το Κρατικό βραβείο για τη συλλογή διηγημάτων του «Το Γαλάζιο Βιβλίο», ενώ κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 προσυπέγραψε μαζί με άλλους Έλληνες λογίους την Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους Διανοούμενους ολόκληρου του Κόσμου.
 Ο άνθρωπος αυτός που προτάθηκε τρεις φορές για το Νόμπελ Λογοτεχνίας γύρισε όλη την Ελλάδα κάνοντας αντικομμουνιστική διαφώτιση το 1948 έκανε μια σειρά από διαλέξεις, με θέμα τον κομμουνισμό και το παιδομάζωμα. Παραθέτω ένα του απόσπασμα :

 «Γνήσιος κομμουνιστής, είναι εκείνος που θα μπορέσει, κάτω από μια σοφή, βαθιά ψυχολογημένη και επίμονη κατηχητική καθοδήγηση, να σκοτώσει μέσα του, όλα τα λογικά και συναισθηματικά στοιχεία, που αποτελούν την ιδιομορφία του εθνικού πολιτισμού μας... Όταν αυτό κατορθωθεί, όταν η εθνική σημαία από σύμβολο ενότητας φτάσει να μεταβληθεί σε παλιοκούρελο μέσα στη συνείδηση του κατηχουμένου, τότε ο κατηχούμενος είναι ώριμος πια για να χτυπήσει το μαχαίρι στην καρδιά της πατρίδας του... Ο κομμουνιστής είναι μέλος μιας νέας φυλής, ενός νέου τύπου ανθρώπου. Η νέα αυτή φυλή κατασκευάζεται σαν ένα είδος κουρελλού, από τα ρετάλια όλων των φυλών, όλων των λαών, όλων των εθνών. Η δύναμη που κινεί τη σατανική μηχανή του είναι το μίσος. Ο κομμουνιστής, για να προχωρήσει πρέπει να μάθει να μη λυπάται τον άνθρωπο. Για να γίνει αυτό πρέπει να πιστέψει πως το έγκλημα, η ψευτιά, η λεηλασία, η εκπόρνευση, η κλεψιά, ο βιασμός, δεν είναι πια κακουργήματα μόνο, είναι πράξεις πολιτικές, που επιτρέπονται και επιβάλλονται για έναν πιστό του κόμματος. Όλη αυτή η τερατώδης παιδαγωγική, στηρίζεται πάνω σε μια βάση μεσσιανικής ευτυχίας. Θα σφάξουμε, θα κάψουμε, θα βασανίσουμε, θα ατιμάσουμε, θα κλέψουμε, θα βιάσουμε για να κατασκευάσουμε τον μελλοντικό Παράδεισο της ανθρωπότητας... Πότε αυτό; Άγνωστο. Κάποτε. Όταν ένας κατηχούμενος πάθει την κομμουνιστική διαφοροποίηση, είναι πια ώριμος να προδώσει τον τόπο του, τους δικούς του, τους φίλους του, τους γονείς του, κάθε τι που είναι δεμένο με την καρδιά και με το αίσθημα του ανθρώπου. Τότε πια, δεν έχει βούληση για να θέλει. Άλλος, θέλει για λογαριασμό του. Αυτός, απλώς εκτελεί. Δεν έχει δικαίωμα να σκέφτεται και να αποφασίζει. Η σκέψη και ο στοχασμός είναι δικαιώματα του κόμματος. Το κόμμα είναι ο εγκέφαλος και η καρδιά της νέας φυλής των ανθρώπων του Κομμουνισμού. Δεν υπάρχουν Έλληνες κομμουνιστές. Όταν κανείς γίνει συνειδητός κομμουνιστής παύει να είναι Έλληνας. Γι' αυτό και το κόμμα λέγεται Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας και όχι Ελληνικό Κομμουνιστικό Κόμμα. 'Όταν κάποτε καταλάβουν αυτό το απλό και αδιαφιλονίκητο πράγμα τα κράτη, θα αφαιρέσουν αμέσως την εθνική υπηκοότητα από όλα τα άτομα που ανήκουν στη νέα κομμουνιστική φυλή. Όσο δεν το κάνουν, και όσο δεν συγκεντρώνουν όλα αυτά τα άτομα έξω από τα εθνικά σύνορα, και έξω από την εθνική κοινωνία, θα έχουν τον εχθρό μέσα στα τείχη, για να υπονομεύει το φρούριο της ειρηνικής των ζωής από μέσα. Η κομμουνιστική φυλή, ζει μια ζωή τερατώδη, αληθινά, πραγματικά μεταφυσική. Ο κομμουνιστής, ο διαφοροποιημένος πια κομμουνιστής, δεν βλέπει όπως βλέπουν όλοι οι άνθρωποι, δεν ακούει όπως ακούν οι άλλοι, δεν διαβάζει όπως διαβάζουν οι άλλοι. Εκατόν είκοσι χιλιάδες υπολογίζονται οι άοπλοι και αθώοι άνθρωποι που σφάχτηκαν από τους κομμουνιστές της Ελλάδος, από τα χρόνια της Κατοχής ως το 1948. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, κοριτσάκια, βρέφη. Μόνο γιατί επέμειναν να είναι Έλληνες αδιαφοροποίητοι... Ο Άρης Βελουχιώτης το είχε διακηρύξει αφελέστατα: «Εφτάμισυ εκατομμύρια Έλληνες είναι», είπε σε μια συζήτηση. «Απ' αυτούς θα μείνουν τρία εκατομμύρια, και πολύ τους είναι». Κάθε αληθινός κομμουνιστής, βρίσκει σήμερα πολύ λογική και φρόνιμη τούτη τη σκέψη εκείνου του ανθρωποφάγου. Ένας ποιητής του κόμματος από την Ήπειρο, του έβγαλε έναν τόμο ποιήματα, που τον εξυμνεί και τον θαυμάζει. Ένας άλλος από τη Μυτιλήνη, έβγαλε άλλον έναν τόμο, όπου λιγώνεται από τη μεγαλοπρέπεια του δεκεμβριανού ανθρωποσφαγείου των άοπλων Αθηναίων, το 1944. Ένας τρίτος αλήτης της λογοτεχνίας, έγραψε τρίτο βιβλίο: «Τον μεγάλο Δεκέμβρη». Είναι τρελοί αυτοί οι άνθρωποι; Όχι. Είναι απλώς κομμουνιστές. Είναι διαφοροποιημένοι πρώην Έλληνες, που τώρα πια ανήκουν στη νέα φυλή... Τριακόσια δέκα έξι χρόνια είχε ν' ακουστεί στον τόπο μας η λέξη «παιδομάζωμα», η πιο ανατριχιαστική λέξη που έπλασε ο ελληνικός λαός με το αίμα, με το δάκρυ και με την πιο τρυφερή του σάρκα. Το ανάφερε η ιστορία μονάχα. Με αποτροπιασμό το ανάφερε και η λαογραφία μας με τα τραγούδια-μοιρολόγια, που διασώθηκαν από εκείνο το πανελλήνιο σύθρηνο. Και κατόπιν, σαν ήθελαν πια οι άνθρωποι να χαρακτηρίσουν τη βαρβαρότητα και την αγριότητα κείνης της εποχής, λέγανε: «Την εποχή που γινόταν το παιδομάζωμα». Και εννοούσαν μιαν εποχή άγριας βαρβαρότητας, που οι μητέρες δάκρυζαν αίμα, και οι πατέρες καταριόνταν την ερωτική χαρά του γάμου, που έσπερνε τόση θλίψη και τόσο σπαραγμό μέσα στο σπίτι τους. Ο Κομμουνισμός δεν επιτρέπει την ύπαρξη των ελεύθερων λαών και των ελεύθερων ανθρώπων. Όσους Έλληνες δεν πρόφτασε να σφάξει ο Γερμανός, ο Βούλγαρος, ο Ιταλός και ο Αλβανός, βάλθηκε να τους σφάξει ο κομμουνιστής. Τρία εκατομμύρια Έλληνες είναι αρκετοί να ζήσουν. Έτσι είχε αποφασίσει ο Άρης Βελουχιώτης, ένας από τους εργολάβους του εξανδραποδισμού της φυλής μας... Κι εμείς;... Εμείς που αρνηθήκαμε να υποταχθούμε τόσο στον Γερμανό όσο και στον Σλάβο κατακτητή;... Εμείς τι κάνουμε; Τί κάνουμε σαν κράτος; Τι κάνουμε σαν έθνος; Τί κάνουμε σαν εκπρόσωποι του λαού; Τι κάνουμε σαν λόγιοι, σαν επιστήμονες, σαν μέλη ζωντανά του ζωντανού ελληνικού οργανισμού που τεμαχίζεται, που στρεβλώνεται, που μολύνεται, που μαχαιρώνεται και μαγαρίζεται, ως τα πιο ιερά, τα πιο άγιά του άδυτα; Φιλολογία κάνουμε. Και ψηφίσματα κάνουμε, που τα δημοσιεύουμε από βραδύς στις εφημερίδες μας, τα διαβάζουμε το πρωί και κοιμούμαστε με ελαφριά συνείδηση το βράδυ. Αυτό κάνουμε... Δίνουμε το χέρι σ' αυτούς που μπήγουν το μαχαίρι στη ράχη των στρατιωτών μας... Και τους βλέπουμε να χύνουν στάλα στάλα το φαρμάκι στην ψυχή των φτωχών, που πεινούν και έχουν στον νου τους μόνο την αδειανή κοιλιά τους. Τους ανεχόμαστε στα σπίτια μας σαν φίλους ιδεολόγους. Τους ανεχόμαστε και τους χειροκροτούμε στα θέατρά μας σαν προπαγανδιστές. Σαν ηθοποιούς και σαν επιθεωρησιογράφους και σαν σκηνοθέτες και σαν ομιλητές ουδετέρων διαλέξεων. Και στα σχολεία μας σαν κρυφοκουκουέδες. Και στις εφημερίδες μας και στα περιοδικά μας σαν συνεργάτες. Και στην Ακαδημία μας σαν ακαδημαϊκούς. Και σ' όλες τις κρατικές μας υπηρεσίες. Και τους προστατεύουμε σαν βουλευτές. Και τους ενισχύουμε σαν πλούσιοι. Και παίζουμε άνανδρα με μερικές ηχηρές λέξεις που τις ρίχνουν οι κομμουνιστές στους ηλίθιους για δόλωμα και στους προπαγανδιστές τους για δίχτυα: Η δημοκρατία. Και η ελευθερία σκέψεως. Και η αστράτευτη τέχνη. Και ο αγνός ιδεολόγος. Και ο ουδέτερος αριστερός και ο πληρωμένος βιβλιοπώλης που πλασάρει μπροσούρες στους εφήβους. Και το δήθεν φιλολογικό περιοδικό που δημοσιεύει τα έμμετρα εμετά του Ελιάρ για τον «Κόκκινο Δεκέμβρη». Και τις προσφωνήσεις τον γραικύλων ποιητών της Αθήνας προς τον ξένο υβριστή. Όλη αυτή η σαπρία είναι υπό την προστασία μας, τη φανερή και την κρυφή... Ποιός είναι λοιπόν ο μυστικός αυτός προστάτης των συνοδοιπόρων, των δημοσιογράφων, των λογίων, των υπαλλήλων, που εμποδίζει το χέρι της Ελλάδας να ξετινάξει από πάνω της τα παράσιτα της σιγανής φθοράς;... Ο πολιτευόμενος που ξέχασε πως είναι εθνικός απόστολος και εθνικός αγωνιστής και έγινε επαγγελματίας της Βουλής, και δούλος της συναλλαγής...».

Μετά τον Πόλεμο συνεργάστηκε με πάρα πολλές εφημερίδες, όπως η Καθημερινή, η Ακρόπολις, η Απογευματινή, το Ελεύθερο Βήμα, η Ελευθερία και περιοδικά όπως ο Θεατής, η Νέα Εστία, η Ελληνική Δημιουργία, ο Ακρίτας, τα Στρατιωτικά Νέα, ενώ εξέδωσε και το βραχύβιο περιοδικό Καλλιτεχνική Ελλάδα. Επίσης έγραψε και εκφώνησε κείμενα για τις ραδιοφωνικές του εκπομπές όπως «Το χρονικόν της εβδομάδος», «Μιλάμε για την Τέχνη», «Το Λογοτεχνικό Τέταρτο».
Εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών το 1958 (μετά από 6 υποψηφιότητες που απορρίφθηκαν).Υπήρξε ιδρυτικό μέλος, πρόεδρος και αντιπρόεδρος της «Εθνικής Εταιρείας των Λογοτεχνών της Ελλάδος», ιδρυτικό μέλος, αντιπρόεδρος και πρόεδρος της «Ελληνικής Εταιρείας Λογοτεχνών» και τιμητικό μέλος του «Διεθνούς Ινστιτούτου Γραμμάτων και Τεχνών». Είχε ακόμα προταθεί από την «Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών» ως υποψήφιος για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας του 1963.

Πέθανε από βρογχοπνευμονία στο νοσοκομείο του Ευαγγελισμού στις 19 Ιουλίου του 1969. Από το 1962 ήταν ακαθηλωμένος στο κρεβάτι από τον  Καρκίνο. 

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

πρώτο θέμα; συνέντευξη στο Δανίκα ενός Χατζή καθηγητή μεθοδολογίας της Ιστορίας.... και λοιπά ακαταλαβίστικα που αναγράγουν στους τίτλους για να κουράσουν τον εγκέφαλο

είναι της επιτροπής για το 1821

αυτά αναγράφουν οι φιλελέ καθηγητές , με δύο λόγια έκαναν καλά που έχασαν οι Έλληνες 700.000 από το 1821 -1828 δλδ το 30% με 35% του πληθυσμού της εποχής για να υποδουλωθούν στα βδελυμογόνο βόθρο του Λονδίνου

Η συνέντευξη είναι στο κυριακάτικο φυλο του πρώτου θέματος

All Rights Reserved

Ανώνυμος είπε...

Μη γράφεις τέτοια Σπύρο, γιατί σηκώνεται η τρίχα σε ορισμένους, βεβαίως-βεβαίως. Γςγονός παντως, οτι η Χούντα τους έσωσε και δεν μπήκαν από τότε, στο χρονομπάουλο της Ιστορίας, για κακή μας τύχη...

Ανώνυμος είπε...

Χατζαρα μπορείς να μάς ξαναπείς λίγα λόγια για τον Ζέρβα, τον Δήμαρχο Θεσσαλονίκης; Ανάρτησαν πανό στο Δημαρχείο με την εικόνα της Κύπρου για τα 46 χρόνια της εισβολής.

Ανώνυμος είπε...

Κύριε Χατζαρα γνωρίζουμε κάποια ονόματα "δικαστών" στο Πρωτοδικειο Πειραιά που προηχθησαν επί Τσυριζα και πιστεύουμε ότι κατευθυνονται από το "βαθύ Κράτος Δικαίου"! Θα μπορούσατε να κάνετε μία έρευνα προς την κατεύθυνση αυτή;