12/4/25

103 χρόνια από τη Μικρασιατική Προδοσία και την Καταστροφή του Ελληνισμού. Η Τρίτη 12η Απριλίου 1922. Η γαλλική Ματέν έγραφε για την επικείμενη επίθεση του Κεμάλ στο Αφιόν Καραχισάρ που αιφνιδίασε τον προδότη Τρικούπη τον Αύγουστο/ Το κίνημα Παπούλα και η άφιξη του Βενιζέλου στην Σμύρνη. Ο Γούναρης ερχόταν από τη Γένοβα στην Αθήνα



Σχόλια του "Σκριπ"






 


Η Αγγλική βοήθεια στην Ελλάδα και την Γιουγκοσλαβία







12 Απριλίου 1941. Θεσσαλονίκη, Και ο Σύνοικος Ελία Κοέν πέρασε στην Αντίσταση κατά των ΝΑΖΙ αλλά οι Ελληνες συνεργάτες τον φυλάκισαν


 


12 Απριλίου 1941. Σάββατο του Λαζάρου. 165η ημερα του Πολέμου , για την Ελλάδα. 6η Ημέρα της Γερμναικής εισβολής. Ο Ελληνικός Στρατός εκκένωσε το Πόγραδετς και την Κορυτσά. Το Βελιγράδι παραδόθηκε στον 26χρονο λοχαγό των Βάφεν Ες-Ες, Φριτς Κλίγκενμπεργκ που μπήκε στη Σερβική πρωτεύουσάα με 6 άνδρες του.

Ένα συγκλονιστικό Ντοκουμέντο της Προδοσίας του Αγώνα του Ελληνικού Λαού από το Βασιλιά και την αγγλόδουλη ΨωροΑλίτ.

Στις 12 Απριλίου 1941, ο πράκτωρ Γεώργιος Γκλισμπουρκ, (Ντε Γκρες) έχοντας δεδομένη την κατάληψη των Αθηνών, (παρά τον φραγμό στην       νεα αμυντική γραμμή), συζητούσε  με τον «χειριστή» του, Πάλερετ, την τύχη της Ελλάδος, έχοντας ως πρακτικογράφο, τον «Κηπουρό»         Κοριζή .

Ο εστεμμένος τενεκές δήλωνε ότι παραμένει       «παρά το πλευρόν της Αγγλίας μέχρι της τελικής νίκης»


Ο εστεμμένος τενεκές Γεώργιος, για να είναι βέβαιος ότι οι 
"ιδέες του" θα έφταναν στα «Κεντρικά», ανέθεσε στον Κοριζή να τηλεγραφήσει το πρακτικό της συνομιλίας στο Λονδίνο για να το υποβάλει στο Φόρειν Όφφις ο πρέσβης Σιμόπουλος , και για το λόγο 
αυτό το πρακτικό σώθηκε  στα αγγλικά αρχεία. 

 Το ντοκουμέντο αυτό, εκτός όλων των άλλων, αποκαλύπτει και το
 ποιος είχε αποφασίσει την βύθιση του Θωρηκτού Αβέρωφ που
 απετράπει επειδή στασίασε το πλήρωμα.
Στις 12 Απριλίου 1941 δόθηκε διαταγή να εκκενωθεί το Θωρηκτό Αβέρωφ. Του αφαιρέθηκαν τα Αντιαεροπορικά  ταχυβόλα 
και το πλήρωμα με τους σάκους επ’ ώμου πήγε να φιλοξενηθεί στη Σχολή Πυροβολικού όπου μεταφέρθηκε και η έδρα του Αρχηγείου Στόλου. Τα κειμήλια του στάλθηκαν στο Εθνολογικό Μουσείο 
ενώ στο πλοίο παρέμεινε μόνο μικρή φρουρά

 Ο Γεώργιος, πρότεινε οι 40.000 έφεδροι που κρατούσε στην Πελοπόννησο να χρησιμοποιόντουσαν όπου τους χρειαζόταν η Αυτοκρατορία και όχι στη μάχη της Κρήτης.

 (Η Πρόταση υπ.αριθ. 3, ήταν η πρόταση Κοριζή που είχε απορριφθεί). 
 Ακολουθεί το εγραφο του πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή
 προςτον Χ. Σιμόπουλο, πρεσβευτή της Ελλάδος στο Λονδίνο.

 Αθήνα, 12 Απριλίου 1941.

«Κατόπιν της τόσον ραγδαίως εξελισσομένης καταστάσεως, ο Βασιλεύς εκάλεσε χθες τον Πρεσβευτή της Αγγλίας και εξέθηκεν αυτώ τας  κάτωθι απόψεις και αιτήματα της ελληνικής Κυβερνήσεως, με την παράκλησιν όπως τεθώσιν αμέσως ύπ' όψει της αγγλικής Κυβερνήσεως,  
τύχωσι ταχυτέρας λύσεως: 

1.Έν περιπτώσει, καταλήψεως των Αθηνών -όπερ  
θα ήτο ευχερές και θά επραγματοποιείτο ταχέως, 
 αν εθραύετο η γραμμή εις τό μέτωπον, 
ο ελληνικός στόλος δεν δύναται να παραμείνη   
εις Σαλαμίνα και δέον συνεπώς καθορισθούν από τούδε βάσεις αυτού δια την ώς άνω περίπτωσιν. 

Ζήτημα τούτο εξητάσθη ύπό του Συμβουλίου των Ναυάρχων, όπερ ύπό την διαμορφουμένην κατάστασιν έν τη Ανατολική Μεσογείω κρίνει ανεπιφυλάκτως ότι ό Στόλος δεν δύναται να έχη
 άλλο ορμητήριο παρά την Αλεξάνδρειαν.

 Η Σούδα αποκλείεται, λόγω των κινδύνων τούς οποίους παρουσιάζει ο λιμήν ούτος. 

Επί πλέον, δεδομένου ότι υπό την διαμορφουμένην νέαν κατάστασιν θα συμπράξη στενώτατα μετά του αγγλικού, φυσικόν είναι να εχη το αύτό ορμητήριο. 

Κανονιζομένου τούτου κατ' αρχήν, θα υπελείπετο
 να ρυθμισθή μεταξύ των δύο Επιτελείων ποία 
πλοία εκ του ελληνικού στόλου δύνανται να χρησιμοποιηθώσι και ποιαι άλλαι βοηθητικαί 
μονάδες, άλλα στοιχεία και έφεδρικόν προσωπικόν δέον συνοδεύσουν τον στόλον μας εις 
Αλεξάνδρειαν. 

 2. Εις Πελοπόννησον ευρίσκεται ήδη στρατός 
40.000 προς εκγύμνασιν. 

Υπό μίαν δυσμενή εξέλιξιν τών πραγμάτων, 
ο στρατός ούτος δεν δύναται νά τερματίση τήν εκγύνασίν του και χρησιμοποιηθή εις τον 
περαιτέρω αγώνα, τον όποιον Ελλάς 
αποφασισμένη συνέχιση παρά το πλευρόν τής Αγγλίας μέχρι τής τελικής νίκης. 

Δεδομένου ότι τοιαύτη εκγύμνασις δεν δύναται
 νά συνεχισθή, ώς ήδη διαμορφούται ή κατάστασις, ούτε έν Κρήτη ούτε εις άλλην τινά νήσον 
έλληνικήν, προτείνομεν εις τήν Άγγλίαν όπως ό στρατός ούτος μεταφερθή εις Κύπρον, ίνα συμπληρώση τήν έκπαίδευσίν του και 
χρησιμοποιηθή όπου αι περαιτέρω άνάγκαι του πολέμου ήθελον το απαιτήσει. 

 3. Η εξέλιξις τής καταστάσεως μας αναγκάζει να επανέλθωμεν επί της προτάσεως ην είχομεν κάμει
 εις τον κ. "Ηντεν, όπως θεωρηθή έστω και προσωρινώς εν τμήμα της Κύπρου ώς ελληνικόν, 
ίνα ό Βασιλεύς και η Κυβέρνησις, όταν 
υποχρεωθώσι νά έγκαταλείψωσι τυχόν τήν ήπειρωτικήν Ελλάδα και δέν ύπάρχη πλέον ή άναγκαία άσφάλεια είς τήν Κρήτην, μεταβώσιν άκολούθως εις Κύπρον, ίνα έκεϊθεν άσκή ό
 Βασιλεύς τήν βασιλικήν έξουσίαν. 

Ό Βασιλεύς δέν παρέλειψε νά τονίση τήν μεγίστη σπουδαιότητα των ώς άνω ζητημάτων και τήν άνάγκην άμέσου έξετάσεως αύτών, παρεκάλεσε 
δε τον άγγλον Πρεσβευτήν δπως τύχη τό 
ταχύτερον δυνατόν τής άπαντήσεως τής άγγλικής Κυβερνήσεως. 

Ό άγγλος Πρεσβευτής κατενόησε πλήρως τήν σπουδαιότητα τών άνωτέρω, ύπεσχέθη δέ νά τηλεγραφήση άμέσως είς τήν Κυβέρνησίν του συνηγορών ύπέρ τών ημετέρων άπόψεων. Παρακαλούμεν όπως είδητε και υμείς προσωπικώς
 και έπειγόντως Πρωθυπουργόν και κ. Ηντεν, 
τονίσητε τήν σοβαρότητα τής καταστάσεως, ώς
 αύτη έξειλίχθη κατόπιν τών άτυχημάτων τοϋ γιουγκοσλάβικου στρατού, και ύποστηρίξητε τάς ημετέρας απόψεις ».

Η «Καθημερινή έγραψε ότι   «Κατά πληροφορίας εκ  Σόφιας»,            (δηλαδή της Ελληνικής Πρεσβείας), ο εκφωνητής   του εκεί ραδιοφωνικού σταθμού είπε κατά    την χθεσινήν νυκτερινήν         εκπομπήν ότι ,  «εθραύσθησαν τα δεσμά του σερβικού και ελληνικού ζυγού και οι υποδουλωμένοι λαοί της Μακεδονίας και της Θράκης υποδέχονται μετ’ ενθουσιασμού τον ελευθερωτήν  γερμανικόν      στρατόν, όστις προ εικοσαετίας ήτο πάλιν αδελφός των Βουλγάρων          εν όπλοις».

 Συνέστησε κατόπιν   εις τους Βουλγάρους να φανούν αντάξιοι «των θυσιών, τας οποίας υφίστανται οι Γερμανοί διά την πραγματοποίησιν      των κοινών ιδανικών. Διά τούτο –κατέληξε– πρέπει οι Βούλγαροι να κάμουν τους Γερμανούς να αισθανθούν μεγαλυτέραν ευγνωμοσύνην, δίδοντες εις αυτούς την εντύπωσιν ότι ευρίσκονται εις τον οίκον     των».  

Στις 12 Απριλίου 1941 φονεύθηκε στον Άγιο Γεώργιο κοντά                     στο Λάμποβο της Περιφέρειας Αργυροκάστρου Στρατιώτης       ΤΑΞΙΑΡΧΗΣ ΓΚΙΟΥΣΗΣ του ΧΡΗΣΤΟΥ, του 39ου Συντάγματος        Ευζώνων. Είχε γεννηθεί   στα Σταμνά Μεσολογγίου το 1910. Στο Γερμανικό Νοσοκομείο «Λαζαρέτ» της  Γκόρνας Τζουμαγιάς        πέθανε από πολεμικό τραύμα ο αιχμάλωτος Στρατιώτης  ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΜΑΝΔΡΟΥΚΑΣ του ΚΩΝ/ΝΟΥ. Ηταν 34 ετών. Υπηρετούσε στον VI/1 Μεθοριακό Υποτομέα.

Στις 12 Απριλίου 1941 ο Πρόξενος της Ελλάδος στη Φιλιππούπολη           Χ. ΑΞΕΛΟΣ, ενημέρωσε τον πρεσβευτή της Ελλάδος στη Σοφια     Πιπινέλη, και την Αθήνα ότι «οι μεταφερθέντες στο νοσοκομείο Φιλιππουπόλεως γερμανοί τραυματίαι όχι μόνον ούδεμίαν      εχθροπάθειαν εκδηλούσι καθ' ήμών, τούναντίον εξαίρουσιν υπέροχον ανδρεία ελληνικού στρατού, ούτινος ήρωϊκήν άμυναν δεν άνέμενον, και έν γένει άναγνωρίζουσιν ότι εύρον άντάξιον άντίπαλον' όμολογούσι δε        ότι υπέστησαν βαρείας άπωλείας, ανερχομένας μέχρι και 50 %, των μονάδων των κατά μέγα μέρος νεκρών».

Το Βελιγράδι παραδόθηκε στον 26χρονο λοχαγό των Βάφεν Ες-Ες,
 Φριτς Κλίγκενμπεργκ που μπήκε στη Σερβική πρωτεύουσα με 
6 άνδρες του. Σε αυτούς παραδόθηκε η φρουρά της πόλης . 
1300 άνδρες. 
Από ένα χωράφι του Νίκσιτς απογειώθηκαν 5 αεροπλάνα που 
μετέφεραν στην Αθήνα τους τελευταίους εναπομείναντες 
αγγλόφιλους πολιτικούς και πραξικοπηματίες που είχαν 
εγκαταλείψει το Βελιγράδι. 
Ένα από αυτά, με κυβερνήτη τον Σίνισα Σίνομπαντ χάθηκε πάνω από 
τον Όλυμπο και μπορεί να έπεσε κάπου στην Ελασσώνα. 
Σε αυτό το δυστύχημα σκοτώθηκε και ο ιστορικός, καθηγητής του Πανεπιστημίου Βελιγραδίου και μέλος της Σερβικής Βασιλικής Ακαδημίας, Βλαντίμιρ Τσόροβιτς

ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΧΑΤΖΑΡΑΣ

12 Απριλίου 1941. Οι Γερμανοί κάλεσαν τους Έλληνες αξιωματικούς να σταματήσουν τον αγώνα. Σε αυτή την έκκληση απάντησαν ο Μπακος, ο Δεμέστιχας και ο Τσολάκογλου. Οι Ηερμανο΄λι στην Αχρίδα συνατήθηκαν με τους Ιταλούς



Η "ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ" ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΛΟΥΣΕ ΤΟΥΣ ΑΓΓΛΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΓΛΥΞΜΠΟΥΡΓΚ ΤΟΥΣ,
 ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ



Σύμφωνα με τους Γερμανούς:





Ο Προδομένος Ελληνοτουρκικός Πόλεμος του 1897, που οι προδότες τον αποκαλούν «ατυχή». Στις 12 Απριλίου ήταν το Μέγα Σάββατο . Ο Κωνσταντίνος Γλυξμπουργκ (Ντε Γκρές) είχε ήδη εγκαταλείψει τη Λάρισσα Ο τουρκικός στρατός κατέλαβε τον Τύρναβο. Ο Γκαριμπάλντι ήρθε να μας βοηθήσει

Οι απέλπισμένοι Τυρναβίτες ακολούθησαν τον υποχωρούντα ελληνικό στρατό.
 Ο Ελληνικός Στρατός συμπτύχθηκε και προσπάθησε να αμυνθεί στην γραμμή Φάρσαλα-Βελεστίνο. 
Η ανάμειξη του άμαχου πληθυσμού με τα υποχωρούντα στρατεύματα επέφερε μεγάλη σύγχυση. 
Οι πρόσφυγες από τη Λάρισα, τα Φάρσαλα, το Δομοκό, και τη Λαμία έφθασαν στην Χαλκίδα, στη Λειβαδιά και στην Αθήνα όπου έμειναν για έναν περίπου χρόνο ως πρόσφυγες.
Οι Τούρκοι στην προέλασή τους προέβησαν σε εμπρησμούς και λεηλασίες. Τότε κάηκε και το ιστορικό μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου.


Στις 12 Απριλίου 1204, έγινε η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους

Οταν ο πατριωτισμός ασθένησε άρχισε η πτώση της Ελλάδος. Και όταν ο πατριωτισμός εξέπνευσε, μαζι του χάθηκε και το Κράτος των Ελλήνων

 Η 12η Απριλίου του 1204 , η ημέρα που μπήκαν οι Λατίνοι στην Βασιλεύουσα ήταν Δευτέρα,. Το Πάσχα πλησίαζε. Η Κυριακή των Βαΐων ήταν στις 18. 

Ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ αντιλαμβανόμενος την αδυναμία της Κωνσταντινούπολης, έθεσε ως στόχο την υποταγή της Ορθοδοξίας και αποφάσισε την ανατροπή του Αυτοκράτορα Αλέξιου Γ΄, (από την κωλοοικογένεια των Αγγέλλων, που θεωρούσε τον εαυτό του Κομνηνό,) και την παλινόρθωση του εκθρονισμένου και τυφλωμένου Ισαάκιου Β΄ Άγγελου, που είχε στενές σχέσεις με τους παπικούς. 

 Ο Αλέξιος νόμιζε ότι η κοσμική, «αυτοκρατορική εξουσία», ήταν ανώτερη από την εκκλησιαστική». 

Συνέταιροι με τον Πάπα ήσαν οι Βενετοί που επιζητούσαν την πλήρη αποκατάσταση των εμπορικών τους προνομίων που είχαν περιοριστεί από τους Κομνηνούς. 

 Οι κινούντες τα νήματα Ιννοκέντιος και Δάνδολος, επέλεξαν ως ηγέτη της Σταυροφορίας τον Βονιφάτιο Μομφερατικό. 

Η επιχείρηση «ρεσάλτο,» ξεκίνησε με την πολιορκία και κατάληψη της «Χριστιανικής» Ζάρας (Ζάνταρ) που ανήκε τότε στον Ούγγρο Βασιλιά. Μετά, οι Σταυροφόροι ξεκίνησαν για την Κωνσταντινούπολη για την παλινόρθωση του Ισαάκιου μαζί με τον γιο του εκθρονισμένου Αλέξιο. 

 Παρ' όλο που οι Σταυροφόροι δεν ήταν πολλοί, και η Πόλη φαινόταν ικανή να τους αντιμετωπίσει, ο Αλέξιος Γ, εγκατέλειψε την πόλη τον Ιούλιο του 1203, παίρνοντας μαζί του το δημόσιο θησαυροφυλάκιο. 

Ο Ισαάκιος Β' αποφυλακίστηκε και επανήλθε στον θρόνο, ενώ ο γιος του Αλέξιος, που είχε αφιχθεί με τους Σταυροφόρους, ανακηρύχθηκε συν-αυτοκράτορας (Αλέξιος Δ'). 

Όμως, όταν ήρθε η ώρα της αμοιβής των Σταυροφόρων από τον Ισαάκιο, διαπιστώθηκε πως το αυτοκρατορικό ταμείο ήταν άδειο. 

Απελπισμένος ο νέος συν-αυτοκράτορας προσπάθησε να συλλέξει τα υποσχεθέντα με πρόσθετους φόρους, δασμούς, τάματα Ναών, κ.α. 

Όμως ο λαός, θεωρώντας προδότες τον Αλέξιο και τον πατέρα του , επαναστάτησε, ανατρέποντας τους εκλεκτούς των Λατίνων και ανακήρυξε αυτοκράτορα τον Αλέξιο Ε΄ Μούρτζουφλο που δεν δέχθηκε να τηρήσει τους όρους των προκατόχων του, αρνούμενος συμβιβασμό. 

Συγχρόνως προσπάθησε να οργανώσει την άμυνα της πόλης για ενδεχόμενη επίθεση που δεν άργησε. 

Τον Μάρτιο του 1204 έγινε η συνθήκη διαμελισμού της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μεταξύ Βενετίας και Φράγκων. 

Επιτροπή Βενετών και Γάλλων, θα εξέλεγε εκείνον που, κατά τη γνώμη τους, θα κυβερνούσε καλύτερα τη χώρα «προς δόξαν του Θεού, της Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας και της Αυτοκρατορίας». 

Όλοι οι Σταυροφόροι που θα λάμβαναν κτήσεις, εκτός από τον Ερρίκο Δάνδολο, όφειλαν να ορκιστούν πίστη στο Λατίνο Αυτοκράτορα. Μετά την προσυπογραφή των όρων της συμφωνίας, άρχισαν συνδυασμένες επιθέσεις κατά των τειχών της Κων/λης. 

 Η πρώτη επίθεση, της 9ης Απριλίου 1204, εναντίον του θαλάσσιου τείχους αποκρούστηκε. 

Την παραμονή της τελικής εφόδου οι Λατίνοι επίσκοποι, κήρυσσαν «Τζιχάντ», γιατί ο Μούρτζουφλος ήταν προδότης, δολοφόνος και πιο άνομος από τον Ιούδα, ότι οι Έλληνες είχαν παρακούσει τη Ρώμη, ήταν ένοχοι για το σχίσμα, αρνούμενοι να αναγνωρίσουν την παπική πρωτοκαθεδρία και ότι ο Ιννοκέντιος επιθυμούσε την ένωση των δύο Εκκλησιών. 


Στις 12 Απριλίου, η επίθεση επαναλήφθηκε στο Κεράτιο τείχος. Οι Ενετοί, δένοντας τις γαλέρες τους ανά δύο, τις είχαν υπερυψώσει με ξύλινες κατασκευές οδηγώντας τις γεμάτες στρατό κατά των πύργων. Μετά από σκληρή μάχη, το απόγευμα κατόρθωσαν να καταλάβουν δύο πύργους και τρεις πύλες από όπου άρχισαν να εισχωρούν στην πόλη, δημιουργώντας προγεφύρωμα στο εσωτερικό της. 

Ο Μούρτζουφλος και πολλοί ευγενείς εγκατέλειψαν την πόλη από χερσαίες πύλες προς τη Θράκη. Οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί τους, συμπεριλαμβανομένων και των Βαράγγων, κατέθεσαν τα όπλα λαμβάνοντας διαβεβαιώσεις προσωπικής ασφαλείας. Οι Ιταλοί έποικοι της Πόλης, που είχαν εκδιωχθεί, εκμεταλλεύτηκαν την είσοδο των φίλων τους και προέβησαν σε αντίποινα κατά του πληθυσμού για την απέλασή τους. 

 Οι «Τζιχαντιστές», πυρπόλησαν το τμήμα της πόλης ανάμεσα στη Μονή Ευεργέτιδος και τη συνοικία Δρουγγάριο. Η πυρκαγιά διήρκεσε από τη νύχτα της 12ης μέχρι το επόμενο βράδυ. Το αυτοκρατορικό ανάκτορο των Βλαχερνών λεηλατήθηκε .Ιππότες, και Ενετοί ναύτες ανταγωνίζονταν στη λεηλασία σπιτιών και εκκλησιών. 

Οι Εκκλησίες και τα μοναστήρια ήταν τα πρώτα που λεηλατήθηκαν. Οι Σταυροφόροι τοποθετούσαν άμφια των ιερέων στις ράχες των αλόγων τους. Οι εικόνες θρυμματίζονταν. Τα δισκοπότηρα απογυμνώθηκαν από πολύτιμους λίθους και μεταβλήθηκαν σε κρασοπότηρα. Τα καλύμματα των Αγίων Τραπεζών και τα χρυσοκέντητα, διακοσμημένα με πολύτιμους λίθους παραπετάσματα αφαιρέθηκαν, τεμαχίστηκαν και διαμοιράστηκαν. 

Η Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας, τεμαχίστηκε, προκειμένου να αρπάξουν οι Σταυροφόροι τα πολύτιμα υλικά. Άλογα και μουλάρια οδηγήθηκαν στο Ναό για να μεταφέρουν φορτία ιερών σκευών, χρυσών και αργυρών πλακών του θρόνου, αμβώνων, θυρών και διακοσμήσεων. Την τρίτη ημέρα της Άλωσης στις 15 Απριλίου εκδόθηκε διαταγή για την προστασία των γυναικών.


Σπυρίδων Χατζάρας

Δεν Ξεχνώ!!! Ημερολόγιο των ΝΑΤΟϊκών βομβαρδισμών της ΟΔ Γιουγκοσλαβίας. 20η ημέρα. Το έγκλημα της Δευτέρας του Πάσχα του 1999. Το ΝΑΤΟ δολοφόνησε σκόπιμα 55 αμάχους Σέρβους


 

Πέρασαν 26χρόνια. Ήταν η δεύτερη ημέρα του Πάσχα του 1999 .Στις 11 και 40 πρωί , (τοπική ώρα), ένα αμερικανικό F-15E Strike Eagle έπληξε με δύο πυραύλους AGM-130 την επιβατική αμαξοστοιχία, «393» που έκανε το δρομολόγιο Βελιγράδι – Θεσσαλονίκη

 Οι αμερικανοί σκότωσαν 55 άμαχους Σέρβους. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν μικρά παιδιά και μια έγκυος. 

 Οι πύραυλοι χτύπησαν το τρένο, αλλά δεν κατέστρεψαν τη γέφυρα, για την οποία το ΝΑΤΟ έλεγε, μετά την επίθεση, ότι ήταν ο στόχος Τότε, ήταν Δευτέρα. Η δεύτερη ημέρα του Πάσχα. Και το τρένο περνούσε τη σιδηροδρομική γέφυρα πάνω από τον Νότιο Μοράβα . 

Στις 2 Ιουνίου 2000, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την Πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY), με βάση έρευνα «ειδικής επιτροπής», που ερεύνησε τις καταγγελίες εναντίον του ΝΑΤΟ για τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία το απάλλαξε από κάθε ευθύνη αποδίδοντας τον βομβαρδισμό της κινεζικής πρεσβείας, της σερβικής τηλεόρασης,και του καραβανιού των Αλβανών στην Τζακοβίτσα σε «ανθρώπινα λάθη» ενώ απέβλεπαν σε στρατιωτικούς στόχους «μεγάλης σημασίας». 

 Μόνο για τη σφαγή των αμάχων της Γκρντέλιτσα η απαλλακτική απόφαση της επιτροπής δεν ήταν ομόφωνη.

Η Ομοσπονδιακή Συνέλευση της Γιουγκοσλαβίας ελαβε απόφαση υπέρ της προσχώρησης στην Ένωση Λευκορωσίας-Ρωσίας . 

Οι βουλευτές του Δημοκρατικού Κόμματος των Σοσιαλιστών του Μαυροβουνίου, δεν συμμετείχαν στη σύνοδο. 
Οι υπουργοί Εξωτερικών των χωρών του ΝΑΤΟ, στην πρώτη τους συνάντηση μετά την εναρξη των βομβαρδισμών αποφάσισαν ότι οι επιθέσεις δεν θα σταματήσουν όσο το Βελιγράδι δεν πληροί τις απαιτήσεις που είχαν οριστεί προηγουμένως από το ΝΑΤΟ. 
Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Κόφι Ανάν δήλωσε ότι εξακολουθεί να ελπίζει και ότι είναι έτοιμος να συναντηθεί με τον Μιλόσεβιτς.
 Ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Γουίλιμα Κοέν δήλωσε ότι δεν υπάρχει συναίνεση στο ΝΑΤΟ σχετικά με την αποστολή χερσαίων δυνάμεων στην ΟΔΓ. 
Η Ρωσία ζήτησε από το Διεθνές Δικαστήριο να καθορίσει ποιες είναι οι νομικές συνέπειες για τη χρήση βίας εναντίον ενός κυρίαρχου κράτους, χωρίς την έγκριση του ΟΗΕ. 

Οι Βομβαρδισμοί
Στην Πρίστινα βομβαρδίστηκε η ευρύτερη περιοχή του αεροδρομίου Σλάτινα. 
Στο Πάντσεβο στις 02:30 βομβαρδίστηκαν διυλιστήρια πετρελαίου. Στο Κρούσεβατς, περίπου στις 0:00 χτυπήθηκε η βιομηχανία «14 Οκτώβρη» και η μονάδα θερμού νερού τη πόλης.
 Στο Κραγκούγεβατς στις 2:44 βομβάρδισαν εκ νέου το εργοστάσιο αυτοκινήτων «Ζάσταβα».
 Το βράδυ της 12ης Απριλίου στο Πάντσεβο περίπου στις 22:35 βομβάρδισαν και πάλι το διυλιστήριο πετρελαίου. Δεν υπάρχουν τραυματισμοί. 
Στο Νόβι Σαντ, γύρω στις 23:00 χτύπησαν και πάλι το διυλιστήριο. Την ίδια ώρα στο Σόμπορ για πέμπτη φορά βομβαρδίστηκαν οι εγκαταστάσεις της «Νάφθαγκαζ» . 

12 Απριλίου 2014. Άρχισε η μάχη του Σλαβιάνσκ

 O Ίγκορ Στρέλκοφ, (πραγματικό όνομα Γκίρκιν) με μια ομάδα ενόπλων κατέλαβε το Αστυνομικό τμήμα και την Ασφάλεια του Σλαβιάνσκ, ανακηρύσσοντας τη Λαϊκή Δημοκρατία του Ντόνετσκ.
(Σήμερα ο ήρωας Γκίρκιν βρίσκεται φυλακισμένος στην Ρωσία).