28/5/17

Το 1812 δρομολόγησε πρακτικά την Επανάσταση* ο Καποδίστριας

του Σπύρου Χατζάρα

Στις 16/28 Μαΐου 1812 υπογράφηκε η Συνθήκη του Βουκουρεστίου με την οποία τελείωσε ο έκτος Ρωσο-τουρκικός πόλεμος του 1806-1812.
Οι διαπραγματεύσεις είχαν ξεκινήσει με την "βοήθεια" της Αγγλίας από  τον Οκτώβρη του 1811 στη σημερινή Ρούσε της Βουλγαρίας.
Ο κύριος υποστηρικτής της συμφωνίας ήταν ο άγγλος επιτετραμμένος στην Κωνσταντινούπολη Στράτφορντ Κάνινγκ και ο φίλος των Αγγλων Ρείς Εφέντης Μεχμέτ Σαίντ Γκαλίπ , που τον υποστήριζε και ο Μέγας Βεζύρης Λαζ Αζίζ Αχμέτ Πασά.
Τη συμφωνία διαπραγματεύτηκε ο διπλωματικός σύμβουλος του στρατηγού Μιχαήλ Κουτούζωφ, ο κόμης Αντρέι Ιταλίνσκι, που πριν τον πόλεμο ήταν ο ρώσος πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη.
Στην ουσία, οι μεγάλοι χαμένοι ήσαν οι Ορθόδοξοι των Βαλκανίων, και ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης. Ο Σέρβοι έλαβαν το καθεστώς της Υδρας, οι βλαχομπογδαναίοι έμειναν αφορολόγητοι για δυο χρόνια και οι Έλληνες δεν πήραν τίποτα.
Τα σύνορα Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ορίστηκαν στην στην αριστερή ακτή του Δούναβη και τον Προύθο. Οι Ρώσοι, κέρδισαν την Βεσσαραβία, αλλά θα έπρεπε να εκκενώνουν τη Βλαχία και Μολδαβία. Οι κάτοικοι της Μολδαβίας, και της Βλαχίας για δύο χρόνια δεν θα πλήρωναν φόρους στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι χριστιανοί που ήθελαν θα μπορούσαν να πουλήσουν την περιουσία τους και να φύγουν μέσα σε ένα χρόνο. Το ίδιο και οι μουσουλμάνοι ης Βεσσαραβίας. Η ναυσιπλοΐα στο Δούναβη θα ήταν ελεύθερη. Το ίδιο και στα Στενά. Η Ρωσία θα έπρεπε να επιστρέψει τα φρούρια που είχε καταλάβει στον Καυκάσιο.

Η Τουρκία που είχε υποστεί συντριπτικές ήττες στο μέτωπο, τα έπαιρνε όλα πίσω, δίνοντας κάποια δικαιώματα στους Σέρβους και τη Βεσσαραβία.
Η Συμφωνία ηταν πολύ καλή για την Τουρκία και πολύ κακή για τη Ρωσία.
Αλλά , υπήρχε η αγγλική εγγύηση ότι η Τουρκία σαν σύμμαχος πλέον των Άγγλων δεν θα έπαιρνε μέρος στην επίθεση του Ναπολέοντα και ο στρατός του Δούναβη θα μπορούσε να στραφεί κατά των Γάλλων. Αυτή ήταν η ουσία της Συνθήκης του Βουκουρεστίου.

Ο Κουτούζωφ πριν υπογράψει τη Συνθήκη, είχε λάβει φύλλο πορείας για τη Μόσχα. Από τις 2/14 Μαίου 1812 είχε διοριστεί από τον Τσάρο διοικητής της Στρατιάς του Δούναβη ο ναύαρχος Πάβελ Τσιτσαγκόφ, που στις 11/23 Mαΐου βρισκόταν στο Ιάσιο, και στις 16/28 είχε φθάσει στο Βουκουρέστι για να αναλάβει τη διοίκηση της Στρατιάς. 4 ημέρες μετά την υπογραφή της Συνθήκης και την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Τσιτσαγκόφ, υποδέχτηκε στο Βουκουρέστι, στις 20 Μαίου/1 Ιουνίου 1812, τον διευθυντή του διπλωματικού του γραφείου που ερχόταν από την Βιέννη. Τον Ιωάννη Καποδίστρια που επιτέλους κατάφερε να φθάσει στο μέτωπο.

Το κύριο «ρωσικό διπλωματικό πρόβλημα», μετα την υπογραφή της Συνθήκης ήταν να παρουσιαστεί η εγκατάλειψη «των ομοδόξων της Ρωσίας στην ανατολή», και κυρίως των Σέρβων, και των Ελλήνων, ως «προσωρινός τακτικός ελιγμός», ώστε οι Σέρβοι και οι άλλοι ορθόδοξοι της Ανατολής να μην χάσουν την πίστη τους στη Ρωσία.
Στόχος της Αυτοκρατορικής Αυλής ήταν να αφήσουν να αιωρείται η «υπόσχεση» ότι τα πράγματα θα άλλαζαν μετά την απόκρουση της Γαλλικής εισβολής στη Ρωσία. Ο Καποδίστριας εκμεταλλεύτηκε προς δικό του όφελός τις ρωσικές «ανάγκες». Στο «υπόμνημα» που υπέβαλε στον προϊστάμενο του , τον διοικητή της στρατιάς του Δούναβη ναύαρχο Τσιτσαγκόφ , και το οποίο βρήκε και δημοσίευσε ο ρώσος ιστορικός Γρηγκόρι Αρς, σημείωνε: «Έχω φίλους και γνωστούς ανάμεσα στους έλληνες εμπόρους και τραπεζίτες. Τους έχω υποσχεθεί να τους τροφοδοτώ με ειδήσεις. Έχοντας την τιμή να είμαι κοντά στην εξοχότητα σας, μπορώ να τους κάνω να πιστέψουν για τα πολιτικά ζητήματα ό,τι θα ήθελα» .

Οι «φίλοι και γνωστοί» του, ήσαν τα μέλη της Φιλογένειας και του Φοίνικα.
Το δικό του δίκτυο. Ο Καποδίστριας πριν φύγει από τη Ρωσία για τη Βιέννη είχε επισκεφτεί στη Μόσχα τον δημιουργό και αρχηγό του Φοίνικα Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, και αποκατέστησε την πλήρη συνεργασία του «δικτύου» του Φοίνικα με τους «Φιλογενείς» της Κέρκυρας.
Με την τοποθέτηση του στη Βιέννη απέκτησε και τον έλεγχο της ομάδας των «Λαμπρινών» και των «Φίλων του Ρήγα». Ο αυστριακός υπουργός της αστυνομίας Χάγκερ σττην αναφορά με ημερομηνία 14/26 Νοεμβρίου 1811, που υπέβαλε στον Μέττερνιχ έγραφε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία , ότι ο Καποδίστριας προορίζεται εκτός του επισήμου ρόλου του να προσηλυτίσει και να οργανώσει κατά το πνεύμα της ρωσσικής πολιτικής τους Έλληνας στη Βιεννη», και τόνιζε: «Τούτο συνάγεται και εκ των ημετέρων ερευνών, καθ' ας συνδέεται ούτος μετά τινών πλουσίων ελληνικών εμπορικών οίκων με διακλαδώσεις, διά των οποίων είναι εις θέσιν ο Καποδίστριας όχι μόνο να ασκήση επιρροήν επί άλλων, αλλά και να συγκεντρώση δι' αυτών πληροφορίας πολιτικής φύσεως εκ πολλών περιοχών».

Το δίκτυο Καποδίστρια το είχαν καταλάβει και οι «μυστικοί» της Βέννης που τον νόμιζαν για άνθρωπο των Ρώσων. Ο Καποδίστριας, προσφερόταν επομένως ,
να δημιουργήσει, με δαπάνες της Ρωσίας και με την πολιτική της κάλυψη, ένα δίκτυο, που θα χρησίμευε στην ελληνική επαναστατική Εταιρία, και στην κατάλληλη στιγμή θα δούλευε για τον «ιερό σκοπό».
Υποσχόταν να εξαπατά τους Έλληνες υπέρ της Ρωσίας και να τους κάνει να πιστέψουν ότι θα ήθελε η ρωσική πολιτική, και ταυτόχρονα όλο του το δίκτυο , θα εξαπατούσε την Ρωσία, και θα δούλευε υπέρ του Ελληνικού Έθνους.

Η «τέχνη της υποκρισίας», σε ανώτατο επίπεδο. 

Η συνθήκη του Βουκουρεστίου, ενεκρίθη από τον Τσάρο στις
23 Ιουνίου/ 5 Ιουλίου 1812, και το ουκάζιο έφθασε στο Βουκουρέστι
στις 27 Ιουνίου/9 Ιουλίου 1812.

Στις 120 μέρες που έμεινε στο Βουκουρέστι, ο Καποδίστριας με την έγκριση του Τσιτσαγκόφ και του Τσάρου διόρισε από το διπλωματικό γραφείο της στρατιάς του Δούναβη, έναν «στρατό προξενικών πρακτόρων» της Ρωσίας, στην Οθωμανική αυτοκρατορία, την Ιταλία και την Αυστρία, δημιουργώντας ένα αμφίδρομο δίκτυο συλλογής και αποστολής πληροφοριών , στο οποίο ενσωμάτωσε Έλληνες εμπόρους, κληρικούς, και δασκάλους.
Ένας από αυτούς, ήταν ο Γ.Π. που αναφέρει ο Σπηλιάδης, ο Ιωάννης Παπαρηγόπουλος, ο μεταφραστής του ρωσικού προξενείου στην Πάτρα, με αποστολή να προσεγγίσει την Αυλή του Αλή Πασά και να συλλέγει πληροφορίες.

Στο υπόμνημά του προς τον Τσάρο Νικόλαο το 1826 ο Καποδίστριας, θέλησε να δικαιολογήσει τη στρατιά των πρακτόρων που δημιούργησε, όταν «εγκαταλείφθηκαν οι ομόδοξοι της Ρωσίας», με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου. Εξήγησε ότι, «οι ομόδοξοι της Ρωσίας εν τη Ανατολή εβεβαιώθησαν επίσης περί της και εν τω μέλλοντι αναλλοιώτου ρωσικής προστασίας, δια του διορισμού πολλών προξενικών πρακτόρων, οίτινες απεστάλησαν άνευ αναβολής εκ του αρχηγείου του στρατού του Δουνάβεως, ως και δια των οδηγιών αίτινες εδόθησαν εις τους πράκτορες τούτους και εις την Κωνσταντινουπόλει ρωσσικήν πρεσβεία».

Στην αμέσως επόμενη παράγραφο φρόντιζε να πει στον Νικόλαο, ότι τις ενέργειές αυτές τις επιδοκίμασε ο Τσάρος Αλέξανδρος και του απένειμε στις 8 Νοεμβρίου 1812 με διάταγμα τον βαθμό του «conseiller d’ etat actuel».

Η κύρια αποστολή του διπλωματικού γραφείου της στρατιάς του Δούναβη, ήταν να εργαστεί, για το προσωρινό καθεστώς διοίκησης των Μολδαβικών εδαφών (Βεσσαραβία) που προσαρτήθηκαν στη Ρωσία, και για την κατ’ αρχήν εφαρμογή του άρθρου 8 της συνθήκης, που αναφερόταν στη Σερβία, και κυρίως να αποκλείσει την προέλαση του γαλλικού στρατού από τις δαλματικές ακτές προς την Ουκρανία.

Ο Καποδίστριας που διαφωνούσε με τον Τσάρο, όπως και ο Τσιτσαγκόφ , για την συνθήκη που υπέγραψαν οι Κουτούζωφ-Ιταλίνσκι, συνέταξε με την άδεια του ναυάρχου, αναλυτικό υπόμνημα για τα σφάλματα της συνθήκης του Βουκουρεστίου , δεσμεύοντας έτσι τον Τσάρο, και στη συνέχεια έκαναν ότι μπορούσαν για να μην την εφαρμόσουν, στο σύνολο της. 

Οι Σέρβοι δεν ήξεραν τι είχε συμφωνηθεί στο Βουκουρέστι. Ο Καραγκεώργιεβιτς πληροφορήθηκε ότι ο Τσάρος, κατήργησε το κράτος του, στις 15/27 Αυγούστου, στο μοναστήρι της Βρατσέβσνιτσα, (κάπου 20 χλμ από το Γκόρνι Μιλάνοβατς), από ειδικό απεσταλμένο του Καποδίστρια. 

Οι διαπραγματεύσεις του Καποδίστρια με τους Τούρκους διεξήγοντο μέσω της Νις, όπου ήταν η έδρα του, Χουρσίτ Αχμέτ Πασά, που τον Ιούλιο του 1812, διορίστηκε Βεζύρης, αλλά παρέμεινε «σερασκέρης» στο μέτωπο.
Στη Νις στάλθηκαν και οι Σέρβοι αντιπρόσωποι.

Η συνεχεία της  συναρπαστικής αυτής Ιστορίας στο βιβλίο μου, «Η Επανάσταση των Φιλογενών».

* Ο λαδέμπορας της Στοάς της Λευκάδας και το τέκνο του κόντε Ρωμα και της «μητέρας», του Λονδίνου, άρχισε να «γράφει μέλη», το… 1817. (Χοχοχοχοοοοοο)

Δεν υπάρχουν σχόλια: