Η έκρηξη ήταν τρομαχτική και έγινε αισθητή όχι μόνο στην Αθήνα μα και σε πολύ μεγαλύτερη περιοχή. Ως την Ελευσίνα , τα Μέγαρα, την Κηφισιά και την Εκάλη.
Από τον βομβαρδισμό βυθίστηκαν 11 πλοία ενώ αλλά 60 έπαθαν ζημιές. Στην αντιαεροπορική άμυνα πήραν μέρος τους Βρετανικά αντιτορπιλικά «Αίας» και «Καλκούτα».
Κατά την δεύτερη ημέρα της Γερμανικής επιθέσεως τα γερμανικά τμήματα, παρέκαμψαν το Οχυρό Νυμφαία και τις πρώτες πρωινές ώρες της 7ης Απριλίου έφτασαν στην Κομοτηνή, που ήταν η πρώτη ελληνική πόλη που καταλήφθηκε.
Η Ταξιαρχία Έβρου υπό τον Έφεδρο Υποστράτηγο Ιωάννη Ζήση, παράτησε μόνη τη φρουρά της Νυμφαίος και συμπτύχθηκε σύμφωνα με το υφιστάμενο (Παπαγικό) σχέδιο, και πέρασε στο τουρκικό έδαφος όπου και αφοπλίσθηκε.
Οι περισσότεροι αξιωματικοί και 1.300 οπλίτες από αυτούς που κατέφυγαν στην Τουρκία πήγαν στη Μέση Ανατολή τον Ιούλιο του 1941, ενώ οι υπόλοιποι 700, επέστρεψαν στην Ελλάδα το Φεβρουάριο του 1942.
Το Οχυρό «Νυμφαία» μολονότι ήταν απομονωμένο σε μία περιοχή ελεγχόμενη απόλυτα από τους Γερμανούς, που επείγονταν να διανοίξουν τις κατευθύνσεις προελάσεως προς την Αλεξανδρούπολη και την Καβάλα, συνέχιζε να αντιστέκεται.
Παρά τις νυκτερινές επιθέσεις, το σφυροκόπημα του πυροβολικού, τις αλλεπάλληλες εφόδους πεζικού και το σφοδρό αεροπορικό βομβαρδισμό, οι Γερμανοί δεν κατόρθωσαν καθ’όλη τη διάρκεια της ημέρας να ανέλθουν στην επιφάνεια του Οχυρού.
Αργά το βράδυ , περί τις 2100, ύστερα από δραστική βολή εκατό και πλέον πυροβόλων κάθε διαμετρήματος εναντίον των φατνωμάτων του Οχυρού και την καταστροφή των οργάνων πυρός και των εξόδων του, οι Γερμανοί κατόρθωσαν να επικαθήσουν στην επιφάνειά του. Παρ’ όλα αυτά, το Οχυρό συνέχισε να αμύνεται μέχρι τις 2330, οπότε υποχρεώθηκε να συνθηκολογήσει, αφού είχε πλέον δημιουργηθεί αποπνικτική ατμόσφαιρα στο εσωτερικό του από τα καπνογόνα που έριξαν οι Γερμανοί μέσα από τις καταστραμμένες θυρίδες των πολυβολείων.
Στην περιοχή Ξάνθης , η Ταξιαρχία Νέστου, συμπτύχτηκε εγκαταλείποντας τη Φρουρά , του Οχυρού «Εχίνος». Το Οχυρό , περικυκλωμένο , παρόλο που δέχθηκε ισχυρή πίεση και διαδοχικούς βομβαρδισμούς, κατόρθωσε να αναχαιτίσει τους επιτιθέμενους Γερμανούς καθ’ όλη τη διάρκεια της 7ης Απριλίου.
Στη ζώνη της 7ης Μεραρχίας , η 72η Γερμανική Μεραρχία επιτέθηκε του Οχυρού «Λίσσε». και περί τις 10,00 κατά του Οχυρού «Ντάσαβλη», χωρίς όμως επιτυχία.
Ανατολικότερα, γερμανικό τμήμα, που πέτυχε να διεισδύσει από την κοιλάδα Γιάννεν, κατέλαβε περί τις 16.00 το ύψωμα Ουσόγια.
Στον πεδινό διάδρομο μεταξύ των Οχυρών «Ντάσαβλη» και «Περιθώρι», ισχυρή γερμανική δύναμη, επιτέθηκε εναντίον του υψώματος Κρέστη , το οποίο και κατέλαβε περί τις 1400.
Στον Τομέα Σιδηροκάστρου, η προσπάθεια του 125ου Γερμανικού Συντάγματος στράφηκε και πάλι προς το Οχυρό Ρούπελ, το οποίο συνέχιζε την ηρωική αντίστασή του. Όμως τα εχθρικά τμήματα, που είχαν διεισδύσει από την προηγούμενη ημέρα στα νώτα του, (περίπου 200 άνδρες), εγκαταστάθηκαν στο υψωμα Γκολιάμα όπου, αφού οργάνωσαν κυκλική άμυνα, πέτυχαν εκτός από την παρενόχληση και τη διακοπή των επικοινωνιών του Οχυρού, να υποδείχνουν και στόχους στην Αεροπορία τους. Προσπάθεια της XIV Μεραρχίας για την εξουδετέρωση των παραπάνω τμημάτων απέτυχε.
Στον Τομέα Καραντάγ, οι Γερμανοί επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά και κατέλαβαν το ύψωμα Σταυρός, από το οποίο εκδιώχθηκαν αργότερα κατόπιν αντεπιθέσεως, που υποστηρίχθηκε με πυρά από το Οχυρό Μαλιάγκα.
Άλλα γερμανικά τμήματα κατόρθωσαν περί τις 09.00 να επικαθήσουν προσωρινά στην επιφάνεια του Οχυρού Περιθώρι και να εισέλθουν στις υπόγειες στοές, μέσα στις οποίες ο αγώνας έλαβε δραματική μορφή και παρουσίασε εικόνα αληθινής κόλασης.
Η φρουρά του Οχυρού αγωνίσθηκε επί δίωρο με αυτοθυσία και ηρωισμό και πέτυχε να εξοντώσει όλους τους Γερμανούς που είχαν διεισδύσει σ’ αυτό. Ταυτόχρονα, εκτοξεύθηκε και αντεπίθεση από μικρό τμήμα εναντίον των Γερμανών που είχαν επικαθήσει στην επιφάνεια του Οχυρού. Ύστερα από σκληρό αγώνα οι Γερμανοί υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν με σοβαρές απώλειες.
Στις 16.30 νέα ισχυρή επίθεση δυνάμεως Συντάγματος απέτυχε και πάλι. Την ίδια τύχη είχαν και οι απόπειρες καταστροφής του Οχυρού με πυροβόλα εφόδου και μικρές ομάδες διεισδύσεων. Στον Τομέα της Κερκίνης, η 18η Μεραρχία άρχισε από το πρωί να συμπτύσσεται στην τοποθεσία μεταξύ της γέφυρας του Σιδηροκάστρου και της λίμνης Κερκίνης, ενώ τα οχυρά συνέχιζαν τον αγώνα, χωρίς καμιά πλέον εξωτερική υποστήριξη.
Στο Οχυρό «Κελκαγιά» (ή Σπανή Πέτρα) του οποίου διοικητής ήταν ο Λοχαγός Πεζικού Τηλέμαχος Ζακυνθινός, οι Γερμανοί έφραξαν τα φατνώματα και διοχέτευσαν αποπνικτικά αέρια μέσα στις στοές, πράγμα που υποχρέωσε τη φρουρά που μαχόταν εντός των Στοών. να παραδοθεί. στις 1130 .Η Φρουρά της «Σπανής Πέτρας» είχε 18 νεκρούς.
Στις 16.00 παραδόθηκε το Οχυρό «Ιστίμπεη» , που μαχόταν και αυτό στις Στοές. Οι απώλειες της φρουράς του Οχυρού «Ιστίμπεη» ανήλθαν σε 25 νεκρούς και 70 τραυματίες.
Οι αιχμάλωτοι, οδηγήθηκαν εντός της Βουλγαρίας στο Πετρίτσι και απελευθερώθηκαν με τη συνθηκολόγηση του Μπακόπουλου στις 9 Απριλίου. Το Οχυρό «Αρπαλούκι», χωρίς την προστασία πια του Κελκαγιά, άρχισε να περισφίγγεται επικίνδυνα. Τα μεσάνυχτα η φρουρά, ανερχόμενη σε 200 περίπου άντρες με επικεφαλής τον διοικητή τους Ταγματάρχη Πεζικού Δημήτριο Καραθάνο, αποχώρησε συντεταγμένα, κάνοντας έξοδο, και έφτασε στις γέφυρες του Στρυμόνα τις οποίες βρήκε καταστρεμμένες. Εκεί, ενώ επιχειρούσε να διαβεί τον ποταμό, δέχθηκε επίθεση και μετά από τρίωρο σκληρό αγώνα υπέκυψε και παραδόθηκε στους Γερμανούς, εκτός από ελάχιστους άντρες που κατόρθωσαν να διαφύγουν. Το Οχυρό Ποποτλίβιτσα και τα μόνιμα πολυβολεία στον Υποτομέα Ρουπέσκο εξακολούθησαν την αντίσταση καθ’ όλη τη διάρκεια της 7ης Απριλίου.
Το βράδυ της 7ης Απριλίου, η γερμανική 2η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, κάνοντας «παρέλαση», πέρασε «ατουφέκιστη» την κοιλάδα του «Στρούμνιτσα» και κατέλαβε τη Νέα Δοϊράνη και Γευγελή.
Στις 6 Απριλίου 1941 δεν ειπώθηκε κανένα δεύτερο «ΟΧΙ» των Ελλήνων Όπως και στο Μεσολόγγι, ο αγώνας των Οχυρών ήταν προδομένος.
Οι «Σύμμαχοι», που διέταζαν, ο τενεκές στρατηγός Χένρι Μέτλαντ Γουίλσον, ο τενεκές Ουέιβελ, ο υπάλληλος τους Παπάγος και ο εστεμμένος τενεκές, δεν είχαν καμιά θέληση να υπερασπιστούν το εθνικό έδαφος, για το οποίο μάχονταν με αυτοθυσία και αυταπάρνηση οι αξιωματικοί και οι οπλίτες. Η «γραμμή» για τους Συμμάχους ήταν στον Αλιάκμονα και στις «Θερμοπύλες» και η Στρατιά της Ηπείρου είχε εγκαταλειφτεί στην τύχη της.
Ο εστεμμένος τενεκές ετοιμαζόταν για τη «Νέα μάχη των Θεμοπυλών».
ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΧΑΤΖΑΡΑΣ
2 σχόλια:
Τα οχυρά μας κόστισαν δισεκατομμύρια και άντεξαν 2-3 μέρες! Το Μπακχμούτ πιό πολύ άντεξε…
Απάντηση στον Παρ Απρ 07, 05:23:00 μ.μ.
Τα οχυρά χτίστηκαν για να αποκρούσουν βουλγαρική επίθεση, οχι τη τελειότερη πολεμική μηχανή της εποχής.
Και εκτός αυτού ήταν τραγικά υποστελεχωμένα σε προσωπικό, αντιαρματικα, αντιεροπορικά, πυροβολικό. Εκτός κι αν περιμένεις τα τσιμέντα μόνα τους να καταρίπτουν αεροπλανα και ανατινάζουν τανκσ.
Δημοσίευση σχολίου