31/8/09

Η τουρκική πολιτική, των απειλών και των εκβιασμών, κι εμείς.


Toυ Περικλή Οικονόμου*

Ένα βράδυ, την άνοιξη του 1975, με κάλεσε επειγόντως ο τότε πρωθυπουργός της χώρας, ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής. Τον συνάντησα μόνο, στο γραφείο του και αμέσως κατάλαβα ότι κάτι πολύ σοβαρό τον απασχολούσε. Ήταν η περίοδος όπου οι Τούρκοι με ιδιαίτερη έπαρση διαλαλούσαν ανά την υφήλιο ότι νίκησαν τους Έλληνες στην Κύπρο. Χωρίς κανείς να τους θυμίζει ότι σαράντα χιλιάδες τουρκικός στρατός με άρματα μάχης και την υποστήριξη του συνόλου σχεδόν της τουρκικής αεροπορίας και μεγάλου μέρους του τουρκικού ναυτικού, αναμετρήθηκαν με ένα μόνο ελληνικό τάγμα – την ΕΛΔΥΚ, διότι η χούντα του Ιωαννίδη είχε αποφασίσει να παραδώσει την Κύπρο ως ανοχύρωτη πόλη, όπως έχω λεπτομερώς εξηγήσει σε παλαιότερα άρθρα μου. Αμέσως, χωρίς περιστροφές, μου είπε ότι ανησυχούσε για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας. Συγκεκριμένα, μου εκμυστηρεύθηκε ότι ελάμβανε μηνύματα από φίλους αρχηγούς κρατών, οι οποίοι του συνιστούσαν να συζητήσει την συνολική διευθέτηση των ελληνοτουρκικών προβλημάτων, διότι αλλέως οι Τούρκοι ήταν αποφασισμένοι να μας επιτεθούν. Και έθεσε ευθέως το ερώτημα, εάν είχαν την δυνατότητα να καταλάβουν ένα νησί του ανατολικού Αιγαίου, ή ακόμη να διεξαγάγουν έναν επιτυχή γενικό πόλεμο εναντίον μας.
Απήντησα αρνητικά, εξηγώντας ότι η Πολεμική Αεροπορία (Π. Α.), η οποία θα έπαιζε πρωτεύοντα ρόλο στην άμυνα των νήσων, αλλά και σε ένα γενικό πόλεμο, υπερείχε σημαντικά της τουρκικής. Διότι, παρά την αριθμητική της υστέρηση, διέθετε πλέον των άλλων, δύο σοβαρά πλεονεκτήματα, πρώτον: καταφύγια για την προστασία των αεροσκαφών της, πράγμα που εστερείτο η τουρκική, με αποτέλεσμα να αναγκάζεται να επιχειρεί από περιοχές της Ανατολίας, περιορίζοντας έτσι σημαντικά τον χρόνο δράσης της στον δικό μας χώρο. Και δεύτερον: δύο Μοίρες αεροσκαφών 2ης γενεάς, τα Φάντομς (F-4), που με την εμφάνισή των, τα τουρκικά (1ης γενεάς) δεν θα τολμούσαν να αντιπαραταχθούν, παραχωρώντας την αεροπορική υπεροχή στον χώρο του Αιγαίου. Εζήτησε και του ανέλυσα τα σχέδια δράσεως της Π. Α. σε περίπτωση περιορισμένου πολέμου και τελικά, έδειξε ότι πείσθηκε, λέγοντας ότι θα ανέβαινε στο Πεντάγωνο να ακούσει και τους άλλους αρχηγούς. Και η συζήτηση έκλεισε τονίζοντας ότι, κατά την άποψή μου, επρόκειτο για την συνήθη τακτική των Τούρκων που, με απειλές και εκβιασμούς, προσπαθούν να αρπάξουν κάτι, χωρίς να πληρώσουν το τίμημα.
Την μεθεπόμενη, συνεκάλεσε σύσκεψη στο Πεντάγωνο, με συμμετοχή του υπουργού Εθνικής Αμύνης, υφυπουργού, ΑΓΕΕΘΑ και αρχηγών κλάδων. Διεξήχθη μακρά συζήτηση επί των δυνατοτήτων των δύο αντιπάλων, καθώς και ανάλυση των σχεδίων. Ο πρωθυπουργός επέμενε στο ερώτημα εάν οι Τούρκοι θα μπορούσαν να καταλάβουν έστω μία έρημο μικρή νήσο βράδυ, για δημιουργία εντυπώσεων ή διαπραγμάτευση, και η απάντηση ήταν ναι, είναι δυνατόν, αλλά το πρωί θα αναγκασθούν να αποσυρθούν με βαρειές απώλειες, συνεπώς δεν θα το επιχειρήσουν. Ο ΑΓΕΣ εξέφρασε ορισμένες επιφυλάξεις για το μέτωπο του Έβρου, λέγοντας ότι δεν έχουν ολοκληρωθεί τα οχυρωματικά έργα. Ο ΑΓΕΝ ήταν θετικός, ότι οι Τούρκοι δεν θα τολμήσουν, διότι γνωρίζουν ότι θα πληρώσουν ακριβά. Η δική μου θέση ήταν κάθετη, ότι οι Τούρκοι δεν θα τολμήσουν, διότι θα αποτύχουν, και αυτό το γνωρίζουν καλά, τονίζοντας ιδιαίτερα τα δύο πλεονεκτήματα της Π. Α. έναντι της τουρκικής. Εκεί ήταν όπου ο πρωθυπουργός είπε «πτέραρχε μου δίνεις πολύ θάρρος και φοβάμαι να το πάρω». Και η αντίδρασή μου ήταν άμεση, «κ. πρόεδρε, μην το φοβάσθε καθόλου, είμαι απολύτως βέβαιος ότι δεν θα τολμήσουν, εάν διαψευσθώ –απίθανο– να με κρεμάσετε στο Σύνταγμα».
Μετά τα παραπάνω, το μήνυμα που έστειλε ο πρωθυπουργός, με τον τρόπο που ο ίδιος γνώριζε, είχε ως αποτέλεσμα οι Τούρκοι για αρκετό διάστημα να σταματήσουν τους εκβιασμούς και τις απειλές και να γίνουν διαλλακτικοί και συζητήσιμοι. Και έτσι, συζητούσαμε για αρκετά χρόνια, χωρίς να καταλήξουμε πουθενά, διότι αυτοί με το πρόσχημα ότι απειλούνται από την ελληνική Π. Α. προσπαθούσαν πλαγίως να αποκτήσουν δικαιώματα στο Αιγαίο. Η έλευση των νέων αεροσκαφών Α-7, που μπορούσαν για πρώτη φορά να χτυπήσουν περιοχές και πέραν της Άγκυρας, των Miraz F-1, αλλά και η νέα παραγγελία των Fantoms (F-4) διατήρησαν την υπεροχή μας για το μεγαλύτερο μέρος της 10ετίας του 1980.
Στην συνέχεια όμως, τα πράγματα άλλαξαν από την δική μας πλευρά, για να φθάσουμε στην κρίση του 1987, όπου στην ουσία η Ελλάς παρητήθη, έστω προσωρινά, δικαιωμάτων της στο περίφημο casus belli, στην περίπτωση επεκτάσεως των χωρικών μας υδάτων στα 12 μίλια, με την ελληνική αντίδραση αναιμική, αν όχι μηδαμινή. Και ακολούθησε ο μεγάλος κατήφορος με το φιάσκο των Ιμίων και την άτακτο πλέον ελληνική υποχώρηση, που βαπτίσθηκε από τον τότε πρωθυπουργό προσέγγιση βήμα προς βήμα, και κατέληξε στην αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας επί των 132 νησίδων και βραχονησίδων στο Αιγαίο, μεταξύ των οποίων η Γαύδος, το Αγαθονήσι, η Ψέριμος και το Φαρμακονήσι. Και ο κατήφορος συνεχίσθηκε με την απόφαση της Ε.Ε. του Ελσίνκι, όπου η Τουρκία όχι μόνον αμείφθηκε με τον ορισμό της ημερομηνίας έναρξης διαπραγματεύσεων σύνδεσης, αλλά αναγνωρίσθηκε εκ μέρους μας η ύπαρξη συνοριακών διαφορών. Εάν αυτό δεν είναι η αποθέωση της ελληνικής υποχωρητικότητας, πώς αλλιώς θα ημπορούσε να χαρακτηρισθεί; Και το ερώτημα που τίθεται είναι: τρομοκρατήθηκε τόσο η κυβέρνηση με το φιάσκο των Ιμίων και υπέκυψε στους τουρκικούς εκβιασμούς, θέσασα υπό αμφισβήτηση ή ακόμη παραιτούμενη κυριαρχικών μας δικαιωμάτων –καταστάσεις που μόνο με πόλεμο αλλάζουν– ή επεβλήθη αυτή η άτακτη υποχώρηση έξωθεν, «προκειμένου να αποφευχθούν χειρότερα;» Και τι θα έπρεπε να πράξει η τότε κυβέρνηση; να υποκύψει; Ασφαλώς όχι’ ποτέ.
Έτσι λοιπόν, οι Τούρκοι, με την μέθοδο των απειλών και εκβιασμών, κατόρθωσαν να επιτύχουν εκείνα που δεκαετίες διεκδικούσαν διά της πλαγίας οδού. Και μην μου πείτε, όπως κάποιος πολιτικός της εποχής, ότι η πολιτική ηγεσία, εκτιμώντας τις διαθέσεις και αντοχές του ελληνικού λαού, αναγκάσθηκε να προβεί σε υποχωρήσεις, διότι η απάντηση είναι, πως μέσα σε μια γενεά τα λιοντάρια δεν γίνονται λαγοί, και σας θυμίζω το 1940-41, όταν ηγέτες ξένων κρατών, μικρών και μεγάλων, δήλωναν ότι οι ήρωες πολεμούσαν ως Έλληνες.
Δυστυχώς, η πολιτική ηγεσία της χώρας, δεν έχει μελετήσει σε βάθος τις τουρκικές τακτικές και μεθόδους, όπως οι Τούρκοι τις δικές μας αντιδράσεις, και δεν γνωρίζει ότι οι Τούρκοι ως αρπακτικός λαός που είναι από την φύση τους, αρπάζουν εάν είναι σίγουροι πως δεν θα πληρώσουν, διαφορετικά δεν επιχειρούν, ιδιαίτερα όταν εκτιμούν ότι το χέρι που απλώνουν, θα τους το κόψουν. Οι Τούρκοι σέβονται μόνο την δύναμη και ως εκ τούτου εάν ο αντίπαλος είναι δυνατός και αποφασισμένος να αντιδράσει σκληρά, μετατρέπονται σε καλούς και φιλήσυχους γείτονες. Υπάρχουν πάρα πολλά γεγονότα που επιβεβαιώνουν αυτή τους την συμπεριφορά. Αλλά, δυστυχώς, εμείς με τις συνεχείς υποχωρήσεις μας «προς χάριν της ειρηνικής συνύπαρξης», έχουμε στείλει το τελείως αντίθετο μήνυμα.
* Ο κ. Περικλής Οικονόμου είναι πτέραρχος ε. α. / επίτιμος ΑΓΕΑ.
«Καθημερινή Κυριακής», 30.08.2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

22 Δεκεμβρίου 1940: Η δεύτερη απελευθέρωση της Χειμάρρας που παραμένει υπόδουλη

Τις πρωινές ώρες, της Κυριακής 22ας Δεκεμβρίου,την 56η ημερα  του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, τα πρώτα τμήματα του 6ου Συντάγματος Πεζικού ,(της...